Του ΧΡΗΣΤΟΥ Ν. ΚΩΝΣΤΑ
Καθημερινά υπερήφανα κυβερνητικά στελέχη διατυμπανίζουν την «υπερ-απόδοση» της ελληνικής οικονομίας και με τον όρο αυτό εννοούν τα θηριώδη υπερ-πλεονάσματα (πέρα και πάνω από τους σκληρούς μνημονιακούς όρους και υποχρεώσεις) αλλά και την πτώση της ανεργίας κάτω από το …20% (με το 60% των θέσεων να είναι θέσεις «ευέλικτης εργασίας»).
Ξαφνικά προέκυψε και θέμα …7ήμερης εργασίας που δήθεν επαγγέλλονται μόνον οι «σκληροί νεοφιλελεύθεροι».
Ο ξαφνικός θόρυβος που προκλήθηκε μοιάζει να αγνοεί ότι σήμερα υπάρχουν χιλιάδες επιχειρήσεις και οργανισμοί -στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα- που λειτουργούν 7 μέρες την εβδομάδα, 365 μέρες το χρόνο (Νοσοκομεία, Εστιατόρια, Μουσεία, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, Μέσα Μεταφοράς κ.α.), διατηρώντας παράλληλα την 8ωρη πενθήμερη απασχόληση των εργαζομένων τους, με την απαραίτητη ευελιξία στη διευθέτηση του εργασιακού χρόνου.
- Στην Ελλάδα σήμερα, με τα πιο επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας, 613.109 εργαζόμενοι δουλεύουν με αποδοχές 358 Ευρώ το μήνα.
Προφανώς είναι ….εργαζόμενοι που ….«επέλεξαν» την μερική απασχόληση από μία σταθερή, παραγωγική, καλοπληρωμένη θέση εργασίας που να δημιουργεί διεθνώς ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες..
Το πρόβλημα είναι ότι ακόμη και σήμερα, μετά από μια βίαιη οικονομική κρίση και μια βάναυση δημοσιονομική προσαρμογή, στην Ελλάδα αδυνατούμε να συμφωνήσουμε για τα αυτονόητα.
Τα κοινωνικά δικαιώματα υπάρχουν μόνον όταν υπάρχει πλούτος προς διανομή. Τα δικαιώματα δεν παράγουν πλούτο, αλλά διασφαλίζουν την ισότιμη συμμετοχή στο κοινωνικό μέρισμα.
Η Κυβέρνηση ακολουθεί πάντα την ίδια στρατηγική:
- Προϋπολογίζει θεαματική αύξηση των επενδύσεων, προκαταβάλει το κοινωνικό μέρισμα και στο τέλος αντιμετωπίζει τη σκληρή πραγματικότητα, επιβάλλοντας νέους φόρους και επιβαρύνσεις, μεταθέτοντας τις ελπίδες για την επενδυτική ανάκαμψη στο επόμενο έτος.
Το 2018, η κυβέρνηση μας έλεγε ότι ο λεγόμενος «ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου» θα αυξηθεί με διψήφιο ποσοστό. Τελικά η χρονιά έκλεισε με κατακόρυφη πτώση -12,2%.
Το «Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων» που κατατέθηκε πριν από λίγες μέρες προβλέπει ότι ο φετινός ρυθμός αύξησης των επενδύσεων θα είναι μόλις 3,9%. Για μια ακόμη φορά, η εμφάνιση των διψήφιων ποσοστών αύξησης μετατίθεται για το επόμενο έτος, δηλαδή για το 2020.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση διατηρεί –με υψηλό κόστος- ένα τεράστιο ταμειακό απόθεμα της τάξης των 49 δις Ευρώ.
Την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση δια στόματος Πρωθυπουργού και Υπουργού Οικονομικών ανακοίνωσε την πρόθεσή της να χρησιμοποιήσει ως «εγγύηση» για να μειώσει τα μελλοντικά δημοσιονομικά πλεονάσματα, τα 5,5 δισ. ευρώ από το «μαξιλάρι ασφαλείας».
Η Ελλάδα ξαναμπήκε στην κατηγορία των «αγορών υπό παρακολούθηση». Το κόστος δανεισμού της χώρας ανεβαίνει. Μαζί και τα προεξοφλητικά επιτόκια όσων δουλεύουν με ελληνικές επιχειρήσεις. Η προφανής απροθυμία της κυβέρνησης στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και ολοκλήρωση ιδιωτικοποιήσεων δημιουργεί πρόβλημα στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Και τότε …. ακόμη και τα 358 Ευρώ θα φαίνονται πολλά για τους εκατοντάδες χιλιάδες ανέργους της χώρας…