Δεν υπάρχει μαγικό ραβδί για τις ελληνικές τράπεζες. Αυτό είναι το μήνυμα που στέλνει η Wood & Company σε σημείωμά της, ύστερα από επίσκεψη των ειδικών της στην Αθήνα, μετά το ξεπούλημα των τραπεζικών μετοχών το τελευταίο δίμηνο.
Ο επενδυτικός οίκος προσδιορίζει τρία βήματα, που πρέπει και μπορούν να γίνουν, αλλά και τέσσερις κινδύνους.
Το πρώτο βήμα είναι να συνεχιστεί η προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων, που έχουν συμφωνηθεί με τον SSM.
Το δεύτερο είναι να βοηθηθεί η διαδικασία της μείωσης των κόκκινων δανείων με σχέδια όπως αυτό του Σχήματος Προστασίας Ενεργητικού.
Και το τρίτο είναι η στήριξη των ισολογισμών, μέσω της σταδιακής αύξησης των χορηγήσεων δανείων και του χαμηλότερου κόστους.
Αν και για τη Wood οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν «στοίχημα υψηλού ρίσκου» (highly speculative), δεν πρποβλέπεται να έρθουν αντιμέτωπες με σοβαρά προβλήματα κεφαλαιακής επάρκειας. Ωστόσο υπάρχει ένα περιβάλλον αβεβαιότητας, που δεν μπορεί να αγνοηθεί, με τους πιθανούς κινδύνους μέσα σε αυτό να είναι οι ακόλουθοι:
α) ανατροπή της θετικής μακροοικονομικής τάσης
β) αλλαγή στη νομοθεσία για τις αναβαλλόμενες φορολογικές υποχρεώσεις
γ) αδυναμία επίτευξης των στόχων για τις μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις (NPEs) ή εντεινόμενη πίεση από τις ρυθμιστικές αρχές για αύξηση των ορίων κάλυψης των NPEs και
δ) ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια.
Oι αναλυτές της Wood συνοψίζοντας την κατάσταση σημειώνουν ότι οι αρχές, μετά την αναταραχή στο χρηματιστήριο, επανεξετάζουν την πρόταση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για ένα πρόγραμμα προστασίας ενεργητικού κατά το ιταλικό πρότυπο, οι στόχοι του SSM δεν έχουν οριστικοποιηθεί, αλλά δεν αναμένεται να κρύβουν εκπλήξεις και οι τράπεζες από την πλευρά τους εμφανίζονται πεισμένες ότι θα πιάσουν τους στόχους.
Παράλληλα εντείνονται οι προσπάθειες για τόνωση της κερδοφορίας, αλλά η απόδοση ιδίων κεφαλαίων παραμένει χαμηλή. Όσο για τη ρευσότητα παραμένει σταθερή, καθώς οι τραπεζικές καταθέσεις δεν έχουν επηρεαστεί από την αναταραχή στο χρηματιστήριο.