Ο σχεδιασμός και η επιβολή νέων επιπλέον συμπληρωματικών λύσεων για τη μείωση των κόκκινων δανείων των τραπεζών, είναι μονόδρομος σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος.
Στα τέλη του 2020 ή στις αρχές του 2021, θα καταγραφεί η πραγματική επιβάρυνση των τραπεζών με νέα “κόκκινα δάνεια” αφού θα έχουν λήξει τα “μέτρα ευελιξίας” και η αναστολή πληρωμής δόσεων δανείων.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος , επιβάλλεται, κατά τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου και πριν από την άρση της ευελιξίας, να έχουν υλοποιηθεί οι συστημικές λύσεις που θα δρουν συμπληρωματικά με το σχέδιο «Ηρακλής» και ως τέτοια προβάλλει η λύση της bad bank, που επεξεργάζεται η κεντρική τράπεζα και η οποία θα απεμπλέξει τις τράπεζες από την κοστοβόρο και χρονοβόρο διαχείρισή τους.
- Η ΤτΕ προτείνει τη δημιουργία μιας εταιρείας διαχείρισης προβληματικών στοιχείων ενεργητικού (Asset Management Company) θα αναλάβει τη διάθεση ενός σημαντικού ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων και θα συνοδευθεί με την αντιμετώπιση του ζητήματος της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης DTA.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώθηκαν στα 60,9 δισ. ευρώ, (στοιχεία πρώτου τριμήνου 2020) μειωμένα κατά 7,6 δισ. ευρώ σε σχέση με τα τέλη του προηγούμενου έτους, λόγω της ολοκλήρωσης της συναλλαγής Cairo που υλοποίησε η Eurobank.
Mε στοιχεία του 2019, το 55% αφορά επιχειρηματικά δάνεια, το 35% στεγαστικά δάνεια και το 10% καταναλωτικά δάνεια.
- Στον κλάδο του τουρισμού, παρά την ανοδική πορεία του κλάδου τα τελευταία χρόνια, 1 στα 3 δάνεια είναι κόκκινο.
Tο 49,8% των κόκκινων δανείων αφορά συμβάσεις που έχουν καταγγελθεί από τις τράπεζες, το 29,7% δάνεια αβέβαιης είσπραξης και το 20,5% δάνεια σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών, τα οποία δεν έχουν ακόμα καταγγελθεί.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 60% των κόκκινων δανείων που δεν έχουν καταγγελθεί βρίσκεται σε καθυστέρηση μεγαλύτερη του ενός έτους, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα στεγαστικά δάνεια διαμορφώνεται σε 72%, για τα επιχειρηματικά σε 46%, ενώ για τα καταναλωτικά σε 62%.
Η πιο ευάλωτη κατηγορία είναι τα δάνεια που έχουν ρυθμιστεί και τα οποία ανέρχονται σε 24,6 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 36% του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ άλλα 14 δισ. ευρώ είναι αυτά που έχουν ρυθμιστεί αλλά εξυπηρετούνται.