Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ξεκίνησε σήμερα εποπτική άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε σχέση με τους κλιματικούς κινδύνους προκειμένου να αξιολογήσει κατά πόσον οι τράπεζες είναι προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν χρηματοπιστωτικές και οικονομικές διαταραχές που απορρέουν από κλιματικούς κινδύνους. Μετά το πέρας της άσκησης που θα διενεργηθεί το πρώτο εξάμηνο του 2022, η ΕΚΤ θα δημοσιεύσει συγκεντρωτικά αποτελέσματα.
Σκοπός της άσκησης, από την οποία τόσο οι τράπεζες όσο και οι εποπτικές αρχές θα αποκομίσουν γνώσεις, είναι να εντοπίσει τις ευπάθειες, τις βέλτιστες πρακτικές και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες κατά τη διαχείριση των κλιματικών κινδύνων. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας των τραπεζών ούτε υπάρχουν άμεσες επιπτώσεις για τα επίπεδα κεφαλαίου τους.
Η άσκηση αποτελείται από τρεις ξεχωριστές ενότητες: (α) ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τις ικανότητες που διαθέτουν οι τράπεζες για την προσομοίωση ακραίων καταστάσεων όσον αφορά το κλίμα, (β) μια συγκριτική ανάλυση μεταξύ ιδρυμάτων με ομοειδή χαρακτηριστικά για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας των επιχειρηματικών μοντέλων των τραπεζών και της έκθεσής τους σε εταιρείες υψηλής έντασης εκπομπών και (γ) μια άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων από κάτω προς τα πάνω. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αρχή της αναλογικότητας, δεν θα ζητηθεί από τις μικρότερες τράπεζες να υποβάλουν δικές τους προβολές για την άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων.
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων έχει ως αντικείμενο συγκεκριμένες κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού που είναι εκτεθειμένα σε κλιματικούς κινδύνους και όχι τους συνολικούς ισολογισμούς των τραπεζών. Επικεντρώνεται τόσο σε ανοίγματα όσο και σε πηγές εσόδων που είναι πιο ευπαθή στους κλιματικούς κινδύνους, συνδυάζοντας τις κλασικές προβολές για ζημίες με νέες συλλογές ποιοτικών δεδομένων.
Για την άσκηση αυτήν θα χρησιμοποιηθούν σενάρια μακροχρηματοπιστωτικών εξελίξεων βάσει σεναρίων που έχουν εκπονηθεί από το Δίκτυο κεντρικών τραπεζών και εποπτικών αρχών για την ενσωμάτωση της οικολογικής διάστασης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα (Network of Central Banks and Supervisors for Greening the Financial System). Τα σενάρια αυτά αντανακλούν τις ενδεχόμενες μελλοντικές πολιτικές για το κλίμα και αξιολογούν τόσο τους φυσικούς κινδύνους, όπως υψηλές θερμοκρασίες, ξηρασίες και πλημμύρες, όσο και τους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους κινδύνους που απορρέουν από τη μετάβαση προς μια πιο πράσινη οικονομία.
Από τον Μάρτιο του 2022 οι τράπεζες θα αρχίσουν να υποβάλλουν προς αξιολόγηση στην ΕΚΤ υποδείγματα ασκήσεων προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε σχέση με τους κλιματικούς κινδύνους. Η εποπτική αρχή θα έρθει στη συνέχεια σε επικοινωνία με τις τράπεζες, θα υποβάλει τις παρατηρήσεις της και θα διασφαλίσει ότι τα αποτελέσματα είναι δίκαια και συνεπή.
Τα αποτελέσματα θα ενσωματωθούν στη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP) από ποιοτική άποψη. Αυτό σημαίνει ότι η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων θα μπορούσε να επηρεάσει έμμεσα τις απαιτήσεις του Πυλώνα 2 μέσω των βαθμολογιών της SREP, αλλά δεν θα έχει άμεση επίδραση στο κεφάλαιο μέσω των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2.
Η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε σχέση με τους κλιματικούς κινδύνους που διενεργεί η ΕΚΤ για το 2022 θα συμπληρώσει άλλα συναφή με το κλίμα παραδοτέα της Τραπεζικής Εποπτείας της ΕΚΤ και των κεντρικών τραπεζών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται (α) η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε σχέση με την κλιματική αλλαγή για το σύνολο της οικονομίας, η οποία δημοσιεύθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021, (β) η αξιολόγηση σχετικά με το πώς οι τράπεζες προσαρμόζουν τις πρακτικές τους για να διαχειρίζονται τους κλιματικούς και περιβαλλοντικούς κινδύνους, η οποία δημοσιεύθηκε τον Νοέμβριο του 2021 και (γ) η θεματική εξέταση του 2022 σχετικά με την ενσωμάτωση των κλιματικών και περιβαλλοντικών κινδύνων στις στρατηγικές κινδύνου, καθώς και στα πλαίσια και στις διαδικασίες διακυβέρνησης και διαχείρισης κινδύνων των τραπεζών.