Νέα δεδομένα για το εγχώριο banking θα δρομολογήσει η άρση του περιορισμού στις αγορές ομολόγων και για τους τέσσερις συστημικούς ομίλους από τη Φραγκφούρτη.
Η βελτίωση του κλίματος και της εμπιστοσύνης στις σχέσεις Αθήνας-δανειστών είναι όλο και πιο εμφανής το τελευταίο διάστημα, με καταλυτική τη συμβολή της έκδοσης του νέου 15ετούς ομολόγου από το ελληνικό Δημόσιο και σημαντική τη συνδρομή της διπλής αναβάθμισης των προοπτικών της οικονομίας της χώρας από τον οίκο Fitch.
Θετικές ήταν οι εξελίξεις, που αποτυπώθηκαν στην έξοδο στις αγορές των Alpha Bank και Πειραιώς, με την έκδοση ομολογιών Tier II.
Το γεγονός, και μόνο, πως σε διάστημα μόλις λίγων ημερών οι δύο συστημικοί όμιλοι προχώρησαν σε κινήσεις ενίσχυσής τους, αντλώντας σημαντικά κεφάλαια, με πολλαπλάσια προσφορά και επιτόκια/αποδόσεις μακράν πιο ανταγωνιστικά/ελκυστικά από ανάλογα που είχαν γίνει πέρσι, καταδεικνύουν την αλλαγή του «βαρομετρικού», που αρχίζει να γίνεται υψηλότερο για οικονομία, τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις. Σύμφωνοι, είναι πρώτα βήματα, που ακόμη δεν περνούν αναλογικά στην έκτασή τους στο ευρύτερο επιχειρείν, στην πραγματική οικονομία, πλην όμως είναι απαραίτητα και προς αυτήν την κατεύθυνση.
Κάτι που αναγνωρίζεται στη Φραγκφούρτη, με τον Εποπτικό Μηχανισμό να ετοιμάζει πλαίσιο σύμφωνα με το οποίο θα αίρεται ένα από τα αναγκαστικά μέτρα που είχε επιφέρει το δραματικό 2015. Θα αφορά την άρση του περιορισμού για τις συστημικές τράπεζες να αγοράζουν ομόλογα μέχρι ένα συγκεκριμένο όριο.
Το μέτρο επιβλήθηκε το 2015, ως συνέπεια των εξελίξεων στο τραπεζικό σύστημα και αποστέρησε από τις Eurobank, Alpha Bank, Εθνική και Πειραιώς τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τη «χρυσή ευκαιρία» για διψήφιες αποδόσεις που έδωσαν τα κρατικά ομόλογα το 2019.
Ακόμη δεν έχει διευκρινιστεί εάν η συγκεκριμένη απόφαση θα γίνει γνωστή πριν ή μετά την έλευση του επικεφαλής του SSM στη χώρα μας ή, ενδεχομένως, να ανακοινωθεί από τον ίδιο τον Αντρέα Ενρία στο περιθώριο της παρουσίας (και ομιλίας) του στο 5ο Φόρουμ των Δελφών, στις αρχές Μαρτίου ή προς το μέσον/τέλος του μηνός, καθώς μένουν να ρυθμιστούν αρκετές λεπτομέρειες, ουσιαστικού, αλλά και τεχνικού χαρακτήρα.
Ωστόσο, φαίνεται πως η απόφαση για τη θετική εξέλιξη έχει ληφθεί, κάτι που εν μέρει σχετίζεται με τις τελευταίες εκδόσεις, με το σημαντικά χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου και με την πολλαπλάσια προσφορά των επενδυτικών οίκων.
Είναι γνωστό πως οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους κρατικούς τίτλους ύψους 17 με 17,4 δισ. ευρώ, ένα «μαξιλάρι» που αντιστοιχεί στο 7% του συνολικού ενεργητικού τους. Στο «μαξιλάρι» αυτό περιλαμβάνεται η ανταλλαγή χρεογράφων με σειρά νέων ομολόγων έως 30ετούς διάρκειας. Αρχής γενόμενης του swap που είχε αναδιαρθρώσει ο ΟΔΔΗΧ μέχρι τις περσινές εκδόσεις.
Το «πλαφονάρισμα» όμως των τραπεζικών χαρτοφυλακίων κράτησε «εκτός παιδιάς» το εγχώριο banking, που εάν υποτεθεί πως συμμετείχε σε αγορές, κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2019 θα είχε ένα (θεωρητικό) καθαρό έσοδο σχεδόν 1 δισ. ευρώ. Προφανές το όφελος, στην περίπτωση που είχαν αυξήσει τις θέσεις τους (στη διάρκεια της υποχώρησης της απόδοσης από το 4,5% προς το 1,5%, ολόκληρες 300 μονάδες βάσης, που εκμεταλλεύτηκαν σχεδόν αποκλειστικά ξένες επενδυτικές τράπεζες, funds και primary dealers της αγοράς ελληνικού χρέους).
Έμμεσα, η προοπτική μιας ενδεχόμενης ενίσχυσης της θέσης των ελληνικών τραπεζών τιμολογείται ήδη στις εκδόσεις των TierII. Συγκεκριμένα, η Alpha Bank άντλησε 500 εκατ., με την προσφορά για τον δανεισμό χαμηλής εξασφάλισης να φθάνει στα 5,5 δισ. και την απόδοση να διαμορφώνεται στο 4,25%.
Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: η έκδοση αξιολογήθηκε μόλις μία βαθμίδα χαμηλότερα από την επενδυτική, κάτι που θεωρήθηκε ένδειξη ότι με αλληλουχία προϋποθέσεων είναι εφικτή η αναβάθμιση της χώρας στην κατηγορία investment grade μέχρι το τέλος του 2020. Κι αν αυτό δεν είναι παρά ένα ενδεχόμενο, γεγονός είναι η κοστολόγηση του χρήματος/δανεισμού πολύ χαμηλότερα σε σχέση με 6-12 μήνες πριν.
Συγκριτικά, η Πειραιώς εξέδωσε τον Ιούνιο 2019 Tier II για 400 εκατ., με απόδοση 9,75%, για να ακολουθήσει έναν μήνα μετά η Εθνική, επίσης με Tier II, για 400 εκατ., με απόδοση 8,25%. Θεαματική είναι η διαφορά τόσο όσον αφορά στην άντληση κεφαλαίων όσο και ως προς το κόστος δανεισμού, που έμμεσα θα αποτυπωθεί στους… ισολογισμούς των τραπεζών.
«Τι παίζει» τώρα
Αλλαγή στάσης των αγορών και συνακόλουθα της τάσης για ομόλογα, ομολογίες χαμηλής εξασφάλισης, τιτλοποιήσεις, αξιολογήσεις από τους επενδυτικούς οίκους που ενεργούν στο τρίπτυχο «τραπεζικές μετοχές, εκδόσεις ομολογιών και κρατικό χρέος». Πρακτικά, βγαίνουν κερδισμένοι από την τοποθέτησή τους στη λογική μίας για τρεις, τακτική που πολλαπλασιάζει τις αποδόσεις/υπεραξίες τους.
Η Alpha Bank κατακλύστηκε από προσφορές άνω των 6 δισ. δολ./5,5 δισ. ευρώ στην έκδοση της Πέμπτης 6 Φεβρουαρίου, γεγονός που επέτρεψε στην τράπεζα να πετύχει τη μεγαλύτερη μείωση τιμών σε πώληση εποπτικών κεφαλαίων στην Ευρώπη από το 2016.
Επιπροσθέτως, η τιμολόγηση της έκδοσης (με CCC) ήταν κατά 50% φθηνότερη από την αντίστοιχη της Εθνικής.
Σε όλο αυτό το παιχνίδι, καθοριστικό ρόλο διαδραματίζουν οι πανίσχυροι επενδυτικοί οίκοι, που από το 2019 φαίνεται να εντόπισαν… φλέβα υπεραξιών και προμηθειών που συνοδεύουν τις εκδόσεις.
Όλοι οι μεγάλοι παίκτες, JP Morgan, Goldman Sachs, Citi, HSBC, NatWest, ήταν οι συνδιοργανωτές του «βιβλίου προσφορών» για λογαριασμό της Alpha Bank. Λίγο ως πολύ, οι ίδιοι οίκοι για το Tier II της Πειραιώς, που συν τω χρόνω προτρέπουν για ανάλογες ενέργειες ενίσχυσης τις διοικήσεις Εθνικής και Eurobank.
Από αυτήν την άποψη, η επικείμενη άρση του περιορισμού του ορίου για την αγορά ελληνικών χρεογράφων βάζει για τα καλά στο κάδρο τους τέσσερις συστημικούς ομίλους, με όποιο όφελος αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τους ίδιους, τα συνεργαζόμενα ξένα επενδυτικά σπίτια. Και, εν τέλει, την έμμεση εμβάθυνση της αγοράς κρατικού και εταιρικού χρέους.
Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK, 18/02/2020