γράφει ο Γιάννης Λεοντάρης
Η εξασφάλιση της χρηματοδότησης των τεχνολογιών πληροφορικής υψηλών επιδόσεων (High Performance Computing – HPC) από την ΕΕ επιτεύχθηκε μετά από συμφωνία της ΕΕ με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά την οποία τέθηκε η γενική προσέγγιση σε ότι αφορά στον προτεινόμενο κανονισμό σχετικά με τη σύσταση κοινής επιχείρησης για την ευρωπαϊκή υπολογιστική υψηλών επιδόσεων.
Η συμφωνία ανοίγει τον δρόμο για την ανάπτυξη της επόμενης γενιάς ψηφιακών τεχνολογιών στην Ευρώπη. Κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας των δεδομένων, οι υπερυπολογιστές και η κβαντική υπολογιστική αξιοποιούν τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ), η ανάλυση δεδομένων και η κυβερνοασφάλεια για να προσφέρουν εφαρμογές που θα οδηγήσουν σε πρωτοποριακές ανακαλύψεις σε βασικούς τομείς όπως η υγεία και η κλιματική αλλαγή. Αποτελούν δε καθοριστικούς παράγοντες για τη μετάβασή μας σε μια ψηφιακή οικονομία.
Το σχέδιο κανονισμού, για την αντικατάσταση του υφιστάμενου κανονισμού, ευθυγραμμίστηκε με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στην κοινή επιχείρηση να χρησιμοποιήσει πόρους από προγράμματα της ΕΕ, όπως το πρόγραμμα «Ορίζων Ευρώπη», το πρόγραμμα «Ψηφιακή Ευρώπη» και τον μηχανισμό «Συνδέοντας την Ευρώπη». Επιπλέον, λαμβάνει υπόψη πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις, όπως η κβαντική υπολογιστική.
Οι κύριες αλλαγές σε σχέση με την πρόταση της Επιτροπής είναι οι εξής:
– η ευθυγράμμιση με την αρχή της «αντιστοίχισης» του κανονισμού για το πρόγραμμα «Ορίζων Ευρώπη» καθίσταται σαφέστερη και ενισχύεται περαιτέρω, προκειμένου να παρέχεται νομική σαφήνεια και προβλεψιμότητα όσον αφορά τις αντίστοιχες χρηματοδοτικές συνεισφορές της ΕΕ και των συμμετεχόντων κρατών·
– σε συμμόρφωση με τον κανονισμό για το πρόγραμμα «Ορίζων Ευρώπη», θεσπίζεται μηχανισμός συντονισμού για την κεντρική διαχείριση των χρηματοδοτικών συνεισφορών, ο οποίος οδηγεί σε περαιτέρω απλούστευση για τους δικαιούχους: Τα συμμετέχοντα κράτη θα προσπαθήσουν να συγχρονίσουν το χρονοδιάγραμμα πληρωμών, την υποβολή εκθέσεων και τους λογιστικούς ελέγχους, προκειμένου να μειωθεί η διοικητική επιβάρυνση για τους δικαιούχους.
Επιπλέον, τα συμμετέχοντα κράτη θα έχουν τη δυνατότητα να αναθέσουν στην κοινή επιχείρηση την καταβολή της χρηματοδοτικής συνεισφοράς τους, ούτως ώστε οι δικαιούχοι τους να έχουν ενιαία συμφωνία επιχορήγησης. Επιπροσθέτως, τα συμμετέχοντα κράτη θα διατηρήσουν δικαίωμα αρνησικυρίας όσον αφορά τη χρήση των εθνικών συνεισφορών τους για τους δικαιούχους που είναι εγκατεστημένοι στις χώρες τους.
– το κείμενο του Συμβουλίου προβλέπει τη δυνατότητα χρηματοδότησης της αναβάθμισης υφιστάμενων υπερυπολογιστών των οποίων έχει την πλήρη κυριότητα ή τη συγκυριότητα η κοινή επιχείρηση. Η αύξηση του χρόνου ζωής αυτών των υπερυπολογιστών αποτελεί έναν οικονομικά αποδοτικό τρόπο για να εξασφαλιστεί η ικανοποιητική απόδοση της επένδυσης. Η συνεισφορά της ΕΕ στις αναβαθμίσεις αυτές έχει ανώτατο όριο, προκειμένου να εξασφαλιστεί η ευρύτερη δυνατή γεωγραφική κατανομή των υπερυπολογιστών.
– όσον αφορά στη διακυβέρνηση, το κείμενο του Συμβουλίου αποσαφηνίζει τη συγκρότηση και τις αρμοδιότητες των διαφόρων οργάνων και ορίζει ότι οι διοικητικές δαπάνες καταβάλλονται μόνο από την ΕΕ.
Οι στόχοι
Η κοινή επιχείρηση για την ευρωπαϊκή υπολογιστική υψηλών επιδόσεων (EuroHPC) έχει ως στόχο να αναπτύξει, να θέσει σε λειτουργία, να επεκτείνει και να διατηρήσει στην Ένωση ένα παγκοσμίως κορυφαίο οικοσύστημα ομοσπονδιοποιημένων, ασφαλών και υπερσυνδεδεμένων υποδομών υπερυπολογιστικής, κβαντικής υπολογιστικής, υπηρεσιών και δεδομένων.
Το σχέδιο κανονισμού δίνει τη δυνατότητα να συνεχιστούν οι εργασίες της υφιστάμενης κοινής επιχείρησης EuroHPC, η οποία συστάθηκε τον Οκτώβριο του 2018 και συγκεντρώνει πόρους από την ΕΕ, 32 χώρες και δύο ιδιωτικά μέλη: την ένωση «Ευρωπαϊκή τεχνολογική πλατφόρμα στον τομέα της υπολογιστικής υψηλών επιδόσεων» (European Technology Platform for HPC) και την Ένωση για την αξιοποίηση των μεγάλων δεδομένων (Big Data Value Association).
Η υπολογιστική υψηλών επιδόσεων (HPC) αναφέρεται σε υπολογιστικά συστήματα με εξαιρετικά υψηλή υπολογιστική ισχύ που μπορούν να επιλύουν εξαιρετικά περίπλοκα και απαιτητικά προβλήματα. Δίνει τη δυνατότητα σε βασικές τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη, η ανάλυση δεδομένων και η κυβερνοασφάλεια να αξιοποιούν το τεράστιο δυναμικό της οικονομίας των μαζικών δεδομένων.