Οι πρόσφατες αναβαθμίσεις των ελληνικών τραπεζών, χάρη στη σημαντική ισχυροποίησή τους και τη δυναμική που αναπτύσσει η ελληνική οικονομία, ήρθε στην κατάλληλη ώρα, όταν τα επιτόκια και οι αποδόσεις των ομολόγων διεθνώς αυξάνονται σε πρωτόγνωρα επίπεδα, τουλάχιστον για τις τελευταίες δεκαετίες.
Η επενδυτική βαθμίδα που έδωσαν στα ελληνικά ομόλογα το τελευταίο δίμηνο οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης – όπως ο καναδικός DBRS και προηγουμένως ο γερμανικός Scope και ο ιαπωνικός R&I – και η διπλή αναβάθμιση του Moody’s στα μέσα Σεπτεμβρίου ακολουθήθηκαν από αναβαθμίσεις κατά 1 ή 2 βαθμίδες των πιστωτικών ιδρυμάτων από τους αμερικανικούς οίκους Fitch και Moody’s. Ο τελευταίος μάλιστα έδωσε την επενδυτική βαθμίδα για τις καταθέσεις της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank. Παράλληλα, ο αμερικανικός οίκος S&P και ο Fitch είναι πολύ πιθανό να δώσουν την επενδυτική βαθμίδα στα ελληνικά ομόλογα έως το τέλος του έτους.
Το ιδιαίτερα θετικό αυτό κλίμα δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες να εκδώσουν ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης (Tier 2), στο πλαίσιο των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμα στοιχεία παθητικού (Minimum Requirement for own funds and eligible liabilities, MREL), με κόστος χαμηλότερο σε σχέση με αυτό που θα είχαν υπό άλλες συνθήκες. Σκοπός των MREL που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε όλες τις τράπεζες της Ευρωζώνης είναι να έχουν τη δυνατότητα να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενες δύσκολες καταστάσεις στο μέλλον.
Οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες είχαν αρχίσει τις εκδόσεις ομολόγων Tier 2 από το 2019, όταν οι αποδόσεις τους ήταν ακόμη διεθνώς χαμηλές λόγω των πολύ χαμηλών επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. Η έκδοσή τους είχε «παγώσει» για κάποιο διάστημα μέχρι την περασμένη Δευτέρα, όταν η Εθνική προχώρησε στην πώληση ομολόγων Tier 2 με διάρκεια 10,25 χρόνια (που μπορούν να ανακληθούν σε 5,25 χρόνια) με εντυπωσιακή επιτυχία, σύμφωνα με την κορυφαία εταιρεία ενημέρωσης για ομόλογα IFR (International Financing Review).
«Η Εθνική Τράπεζα κεφαλαιοποιεί τη δυναμική της Ελλάδας με την επιστροφή της στις εκδόσεις Tier 2», είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος του IFR, σημειώνοντας ότι η θετική πορεία της συγκεκριμένης συναλλαγής αντανακλάται στη μεγάλη ζήτηση από τους επενδυτές που ξεπέρασε τα 1,4 τρισ. ευρώ αλλά και στην απόδοσή της.
«Η επιτυχία της συναλλαγής – του πρώτου ομολόγου χαμηλής εξασφάλισης της Εθνικής από το 2019 – θεωρήθηκε ιδιαίτερα εντυπωσιακή με δεδομένη την αναταραχή στις αποδόσεις μετά το μήνυμα της Fed την προηγούμενη εβδομάδα ότι τα επιτόκια θα μείνουν υψηλά για μεγάλο διάστημα, προφανώς ένα μη βολικό πλαίσιο για έκδοση χρέους», σημειώνει η IFR. Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι η απόδοση των 10ετών ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου έφθασε μέσα στην εβδομάδα στο 4,6% και του αντίστοιχου γερμανικού άγγιξε το 3%.
«Οι τραπεζίτες, όμως, ανέφεραν ότι περίμεναν να πάει καλά η έκδοση λόγω της ισχυρής διάθεσης των επενδυτών για ‘ελληνικό ρίσκο’ και της προοπτικής που έχουν ακόμη οι ελληνικές τράπεζες να προσφέρουν αξία και επιδόσεις, τώρα που έχει προχωρήσει πολύ η ανάκαμψή τους από την κρίση χρέους της χώρας», προσθέτει η IFR.
«Ολοι ξέρουν ότι οι ελληνικές τράπεζες πρέπει να αξιολογούνται καλύτερα και δεν είναι ίδιες – συνολικά ή μεμονωμένα – με αυτές που ήταν», δήλωσε στο IFR στέλεχος μίας από τις τράπεζες που είχαν αναλάβει κοινοπρακτικά την πώληση του ομολόγου στους επενδυτές, προσθέτοντας: «Το ελληνικό δημόσιο είναι σταθερό και αναζητά επενδυτικές διαβαθμίσεις έως το τέλος του έτους, επομένως πρόκειται για ένα τελείως διαφορετικό πλαίσιο από ό,τι ήταν προηγουμένως».
Η απόδοση του ομολόγου, που αρχικά είχε σχεδιασθεί στο 8,375% τελικά μειώθηκε στο 8% λόγω της πολύ υψηλής ζήτησης που υπήρξε. Πρέπει να σημειωθεί ότι τα ομόλογα Tier 2 έχουν πάντα υψηλότερες αποδόσεις από τις άλλες εκδόσεις τίτλων, επειδή είναι μειωμένης εξασφάλισης για τους επενδυτές.
Η Εθνική είχε εκδώσει το 2019 ομόλογο Tier 2 με απόδοση 8,25%, το οποίο λήγει το 2029, με δυνατότητα να αποσυρθεί το καλοκαίρι του 2024. Η μικρή διαφορά με την απόδοση του νέου ομολόγου οφείλεται στο γεγονός ότι σήμερα οι αποδόσεις είναι πολύ υψηλότερες απ’ ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια και το γενικότερο οικονομικό περιβάλλον δυσκολότερο από τότε, σημειώνει η IFR. Με άλλα λόγια, αν δεν είχε βελτιωθεί η κατάσταση της Εθνικής και δεν είχαν μεσολαβήσει οι αναβαθμίσεις θα έπρεπε να πληρώσει πολύ υψηλότερη απόδοση από το 8%.
Η ισχυρότερη θέση της Εθνικής, προσθέτει η IFR, φαίνεται καλύτερο από το reset spread της νέας έκδοσης – δηλαδή το spread που θα ισχύσει όταν επανακαθορισθεί η απόδοσή της. Στην περίπτωση του ομολόγου του 2029 το reset spread ήταν 846 μονάδες βάσης (8,46 ποσοστιαίες μονάδες), ενώ στη νέα έκδοση ήταν περίπου το μισό (465 μ.β.).
«Η έκδοση εξέπληξε πράγματι θετικά – δεν περιμέναμε να έχουμε αυτό το είδος του βιβλίου μετά τη σχετικά ισχυρή αναθεώρηση (σ.σ.: τη μείωση της απόδοσης στο 8%), δήλωσε στέλεχος μίας από τις ανάδοχες τράπεζες. «Είχαμε ανταπόκριση των επενδυτών που είπαν ουσιαστικά ότι εκτιμούν την πολύ ισχυρή πρόοδο που έχουν κάνει η χώρα και οι τράπεζες τα λίγα τελευταία χρόνια», πρόσθεσε.