Το τίμημα της συνεχούς σταθερής ανάπτυξης και του χαμηλού έως μηδενικού κόστους χρήματος πληρώνει η Γερμανική οικονομία.
Οι τιμές των ακινήτων έχουν εκτιναχθεί σε πρωτοφανή ύψη παρασέρνοντας και τις τιμές των ενοικίων προκαλώντας σοβαρό πρόβλημα στέγασης στις μεγαλουπόλεις. Στο Μόναχο ή στο Αμβούργο, για να στεγαστεί ένας εργαζόμενος μεσαίων εισοδημάτων πρέπει να αναζητήσει λύσεις στα προάστια. Οι τιμές των ακινήτων είναι εξωπραγματικές: 435.000 ευρώ για 50 τετραγωνικά σε κεντρική τοποθεσία στο Μόναχο; Συνηθισμένη περίπτωση. 950.000 ευρώ για ένα εξοχικό στην ειδυλλιακή λίμνη Άμερζεε, νότια της βαυαρικής πρωτεύουσας; Αυτονόητο. Αλλά ακόμη και στο θρυλικό Κρόιτσμπεργκ, την άλλοτε εναλλακτική συνοικία του Βερολίνου, οι τιμές πώλησης των ακινήτων φτάνουν σε δυσθεώρητα ύψη, κάτι που επιβαρύνει αντιστοίχως και τους ενοικιαστές. Σε μία γειτονιά που πριν από 15-20 χρόνια προσέφερε φθηνή στέγη, θεωρείται πλέον συνηθισμένο ενοίκιο γύρω στα 1.800 ευρώ για ένα άνετο διαμέρισμα πέντε δωματίων.
Σύμφωνα με τελευταία στοιχεία για την αγορά ακινήτων στη Γερμανία, που αφορούν το τρίτο τρίμηνο του 2018 και δημοσιεύει χθες η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung του Μονάχου, οι τιμές των ακινήτων αυξήθηκαν κατά 12% μέσα σε έναν χρόνο. Το Μόναχο παραμένει η πιο ακριβή πόλη της Γερμανίας στην αγορά ακινήτων, ενώ αυξημένες τιμές καταγράφουν επίσης το Βερολίνο, το Αμβούργο, η Στουτγάρδη, η Φρανκφούρτη, το Ντίσελντορφ και η Κολωνία