Της Ελενας Ερμείδου
Σημεία σταθεροποίησης στην οικονομία και συγκρατημένες τάσεις ανάπτυξης για την παγκόσμια οικονομία διαβλέπουν οι κ.κ. : Luis de Guindos, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Χρήστος Σταϊκούρας Υπουργός Οικονομίας και Γιάννης Στουρνάρας Διοικητής της Τράπεζα της Ελλάδος. Στις προτεραιότητες της ΕΕ, ΕΚΤ, Ελλάδας η διαχείριση των κινδύνων κλιματικής αλλαγής, τα γεωπολιτικά, η αντιμετώπιση των ανισοτήτων με την έκδοση νέων χρηματοοικονομικών εργαλείων. Αγκάθι για την οικονομία της Ελλάδας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, φρενάροντας την πιστωτική επέκταση.
Σημεία σταθεροποίησης, αλλά και ψήγματα κινδύνων διαβλέπει η ΕΚΤ για την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές κεφαλαίων. Η συνολική ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής οικονομίας φρέναρε από τους χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της Γαλλικής και Ιταλικής οικονομίας κλείνοντας στο πρώτο τρίμηνο του 2019 στο 0,3% και στο τέταρτο σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις στο 0,1%. Μία μικρή επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης αναμένεται κατά το δεύτερο και τρίτο τρίμηνο του 2020 με την στήριξη της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ο δείκτης που μετρά τον πληθωρισμό τον Ιανουάριου στο 1%.
Στην Ελλάδα η οικονομία ανακάμπτει φτάνοντας στο μέσο όρο της Ευρώπης. Στην ανάκαμψη συνέβαλλε η δημοσιονομική πολιτική η οποία έχει ξεκινήσει να αποφέρει οφέλη. Στα πολύ αδύνατα σημεία της ελληνικής οικονομίας τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διευκρίνισε ο Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε σήμερα το πρωί με θέμα για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας και της οικονομίας της Ελλάδας από το ΙΟΒΕ και Konrad Adenauer Stiftung (KAS) στην Ελλάδα και την Κύπρο.
Η Ελλάδα έχει ανακτήσει την αυτοπεποίθηση της δήλωσε ο υπ. Οικονομίας συμμετέχοντας ισότιμα πλέον στα διεθνή φόρα και συμβαδίζοντας με τις Ευρωπαϊκές προτεραιότητες και τα θέματα που απασχολούν το Eurogroup Ecofin, και ΕΕ. Είναι ευθυγραμμισμένη με τις προτεραιότητες της Ευρωπαϊκής κοινότητας όπως είναι οι κίνδυνοι που απορρέουν από τον ο χαμηλός πληθωρισμός, από το δημογραφικό, τα γεωπολιτικά, την κλιματική αλλαγή. Στοχεύει στην ολοκλήρωση των συζητήσεων για το ρόλο της νομισματικής και ενίσχυση της δημοσιονομικής πολιτικής, τις πολιτικές για επενδύσεις και την ενίσχυση της ασφάλειας των τραπεζικών καταθέσεων με εγγυήσεις, όπου ακόμα δεν έχει σχεδιαστεί ο επιμερισμός του ρίσκου.
Η Κυβέρνηση θέτει σε πρώτη προτεραιότητα το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και τον σχεδιασμό και έκδοση χρηματοοικονομικών εργαλείων διαχείρισης κινδύνων κλιματικής αλλαγής όπου βρίσκεται σε συζητήσεις με τον ΟΟΣΑ. Μεταξύ των άλλων προτεραιοτήτων η βιώσιμη κινητικότητα και η μετάβαση σε ένα νέο σύστημα μεταφορών, ο τομέας τροφίμων, η προστασία της βιοποικιλότητας. Ωστόσο δεν θα πρέπει επεσήμανε ο Χρ. Σταϊκούρας να περάσει σε δεύτερη προτεραιότητα μία συζήτηση για πιθανή τροποποίηση των δημοσιονομικών.
Ευθυγραμμισμένος με τις ομιλίες των δύο πρώτων ομιλητών ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος έκανα μεταξύ άλλων μία σύντομη αναφορά στην επιβράδυνση του ρυθμού της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και στα σημάδια ανάκαμψης που διαφαίνονται αναδεικνύοντας τις προειδοποιήσεις του ΔΝΤ για συγκρατημένη ανάπτυξη οι οποίες όμως εκτιμήσεις, μιλώντας για τα γεωπολιτικά δεν έχουν υπολογίσει την εμφάνιση του Κορονωιού και τα αποτελέσματα που θα επιφέρει στην οικονομία.
Αναφέρθηκε στην ανάγκη αλλαγής δημοσιονομικής πολιτικής εξηγώντας ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανάπτυξη.
Δήλωσε σύμφωνος με τις προτεραιότητες της Ευρώπης και της ΕΚΤ που είναι η κλιματική αλλαγή και τα γεωπολιτικά ωστόσο έκρουσε ένα καμπανάκι κινδύνου για την εισαγωγή και άλλων προτεραιοτήτων στην ατζέντα για την ανάπτυξη της οικονομίας.
Μιλώντας για την Ελλάδα εμφανίστηκε αισιόδοξος μετά τις ανακοινώσεις των δύο οίκων αξιολόγησης για την αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας κατά μία μονάδα και την έκδοση του 15ετούς ομολόγου. Συμφώνησε σε ό,τι αφορά το δυσανάλογο με τα μην εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ελλάδα διευκρινίζοντας ότι φτάνουν στο 42% του συνολικού χαρτοφυλακίου δανείων, στα 71 δισεκατομμύρια περίπου και διαβεβαιώνοντας ότι το ποσοστό αυτό μέχρι το τέλος του 2021 θα πέσει στο 21% το οποίο όμως είναι πέντε φορές υψηλότερο από το μέσο όρο της ΕΕ.