Σύμφωνα με την έρευνα “The Future of Heavy Industry – Focus on Metals Manufacturing” της KPMG
Η έρευνα “The Future of Heavy Industry – Focus on Metals Manufacturing” που πραγματοποιήθηκε από την KPMG στην Ελλάδα, διερευνά τη δομή, το μέγεθος και την ανάπτυξη της ελληνικής μεταλλουργίας εστιάζοντας σε χρηματοοικονομικά ζητήματα και τις τάσεις του κλάδου. Παρουσιάζοντας μια επισκόπηση των βασικών παιχτών της αγοράς, των χρηματοοικονομικών τους στοιχείων και των βασικών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν αυτήν την περίοδο, αναδεικνύει τις μελλοντικές προοπτικές της μεταλλουργίας, τις τάσεις, τις ευκαιρίες, αλλά και τις κινητήριες δυνάμεις της «έξυπνης μετάβασης» του τομέα.
Την τελευταία δεκαετία, η βαριά βιομηχανία και ειδικότερα ο τομέας των Βασικών Μετάλλων έχει υποστεί σημαντικό “disruption” στη χώρα μας και παγκοσμίως. Ωστόσο, παρά τις όποιες αντιξοότητες και εν μέσω της πανδημίας, ο συγκεκριμένος βιομηχανικός κλάδος ακολουθεί σταθερή τροχιά ανάπτυξης και μετασχηματισμού.
Βασικά ευρήματα της έρευνας:
- Ο κύκλος εργασιών του κλάδου των Βασικών Μετάλλων (χαλκός, αλουμίνιο, σίδηρος και χάλυβας) δείχνει σημαντική αύξηση, με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) 6.2% από το 2013 έως το 2019, κυρίως λόγω των αυξημένων εξαγωγών και σημαντικών έργων υποδομής.
- Ο κλάδος των Βασικών Μετάλλων αποτελεί σημαντικό εργοδότη στην ελληνική οικονομία, καθώς το 2021 ο κλάδος απασχόλησε άμεσα περισσότερα από 20 000 άτομα, δηλαδή 0.5% του συνολικού εργατικού δυναμικού της Ελλάδας.
- Οι τιμές των πρώτων υλών (απομέταλλα (scrap) & μεταλλεύματα) αυξήθηκαν απότομα εν μέσω πανδημίας. Από την έναρξη του COVID-19 έως και τον Ιούνιο του 2021, οι τιμές αλουμινίου, χαλκού, σιδήρου και απομετάλλων χάλυβα αυξήθηκαν κατά 44%, 79%, 137% και 75.6% αντίστοιχα.
- Η βιομηχανία έχει σημειώσει αξιοσημείωτη ανάπτυξη, με άνοδο 28% στα έσοδα από το 2015 έως το 2019.
- Τα “disruptions” στην εφοδιαστική αλυσίδα λόγω της πανδημίας, οι περιβαλλοντικές ανησυχίες, τα φιλόδοξα έργα υποδομής και οι εμπορικές πολιτικές, συνεχίζουν να αυξάνουν τις τιμές των μετάλλων.
Ο Αλέξανδρος Βελδέκης, Γενικός Διευθυντής, Ελεγκτικές Υπηρεσίες, KPMG στην Ελλάδα με αφορμή τα αποτελέσματα της έρευνας σχολίασε, «Η βιομηχανία των μετάλλων ως κλάδος της Ελληνικής βιομηχανίας παραμένει ένας από τους κινητήριους μοχλούς της εθνικής οικονομίας. Επίσης, κατέχει υψηλή θέση στον Ευρωπαϊκό χάρτη. Η πορεία της τα τελευταία χρόνια υποδηλώνει πως έχει ανταπεξέλθει στις αλλεπάλληλες κρίσεις και δυσκολίες και βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης. Η επόμενη μέρα φανερώνει σημαντικές προκλήσεις όπως το αυξανόμενο ενεργειακό κόστος, την περιορισμένη προσφορά πρώτων υλών, τον περιορισμό εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού και τις δεσμεύσεις για τήρηση της πράσινης ατζέντας. Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων προϋποθέτει πως οι βιομηχανίες μετάλλων θα παραμείνουν ευέλικτες, ανθεκτικές και πολυμήχανες με γνώμονα την εξεύρεση εναλλακτικών πηγών ενέργειας και την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών και αυτοματισμών που συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και την βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων τους. Σημειώνεται, πως ο κλάδος αυτός έχει ξεκινήσει να κάνει επιτυχημένα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση επενδύοντας σημαντικά κεφάλαια».
Σύμφωνα με την έρευνα, η επόμενη ημέρα για τη βιομηχανία των Βασικών Μετάλλων τοποθετεί στο επίκεντρο τις πρωτοβουλίες ESG (Environment, Society, Government), την απανθρακοποίηση και την εφαρμογή της πράσινης ατζέντας.
Τα “disruptions” που έχουν προκληθεί από την πανδημία οδήγησαν την εγχώρια βιομηχανία στο να εξετάσει τρόπους ενίσχυσης των διαδικασιών αυτοματοποίησης μέσω των επενδύσεων σε πρακτικές παραγωγής και τη στήριξη της ανάπτυξης ψηφιακών δυνατοτήτων που μετασχηματίζουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι μονάδες παραγωγής. Οι εγκαταστάσεις εμπλουτίζονται με ρομποτικές εφαρμογές και αυτοματισμούς για την ενίσχυση της παραγωγικότητας και τη διασφάλιση της σταθερής ποιότητας των προϊόντων. Παράλληλα όμως, δίνεται έμφαση και στην ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού.
Επιπλέον, η συγκυρία της πανδημίας έχει οδηγήσει σε απότομη αύξηση, τόσο στην τιμή των πρώτων υλών, όσο και στο κόστος της ενέργειας. Επομένως, καθώς οι πρώτες ύλες και η κατανάλωση ενέργειας αποτελούν τα μεγαλύτερα κόστη, οι εταιρείες δυσκολεύονται να διατηρήσουν την κερδοφορία και αδιάκοπη λειτουργία τους. Αντιμετωπίζουν ακόμη δυσκολίες στην πρόσβαση στις πρώτες ύλες, δανειακές υποχρεώσεις και ελλείψεις στη διαθεσιμότητα εργατικού δυναμικού, καθώς και μεταφορικών μέσων.
Εντός της επόμενης δεκαετίας, τα έργα μεγάλης κλίμακας, αξίας άνω των ΕΥΡΩ 21.5 δισ. που σχεδιάζονται, θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη και τις πωλήσεις του τομέα. Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων της βιομηχανικής παραγωγής έχει ανακάμψει και έχει ξεπεράσει τα προ- πανδημίας επίπεδα, αλλά η λειτουργική δυνατότητα περιορίζεται ακόμα στο 77%. Οι Έλληνες κατασκευαστές μετάλλων θα πρέπει να δουν το γεγονός αυτό ως ευκαιρία και να στηρίξουν περαιτέρω την παραγωγή εστιάζοντας στις εξαγωγές.
Μπορείτε να βρείτε την έρευνα εδώ.