Την ισχυρή άνοδο της νέας επιχειρηματικότητας, για δεύτερη συνεχή χρονιά και τη βελτίωση των προσδοκιών για την οικονομία και το επιχειρείν καταγράφει η Ετήσια Έκθεση για την Επιχειρηματικότητα 2019-2020, που παρουσιάστηκε σήμερα από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Πιο συγκεκριμένα, το 2019 το 8,2% του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών της χώρας (περίπου 536 χιλ. άτομα) βρισκόταν στα αρχικά στάδια έναρξης μιας επιχείρησης, συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης, από 6,4% το 2018. Είναι μία από τις υψηλότερες διαχρονικά επιδόσεις στον δείκτη.
Μάλιστα, η αύξηση αυτή προέρχεται σχεδόν αποκλειστικά από την άνοδο της γυναικείας απασχόλησης, η οποία όμως φαίνεται να προκύπτει κυρίως από κίνητρα βιοπορισμού. Παράλληλα, περιορίζεται στο 2% του πληθυσμού (130 χιλ. άτομα), το ποσοστό των ατόμων που διέκοψε την επιχειρηματική του δραστηριότητα (έναντι 2,8% το 2017).
Από το σύνολο των ευρημάτων, διαφαίνεται πως κατά το 2019 η άμβλυνση των αβεβαιοτήτων και η αναπτυξιακή δυναμική της περυσινής χρονιάς, ενίσχυσαν τη νέα επιχειρηματικότητα, πριν, βέβαια από τη έλευση της πανδημικής κρίσης που άλλαξε άρδην τα δεδομένα της οικονομίας. Επίσης διαπιστώνεται ότι η αύξηση της επιχειρηματικότητας τροφοδοτείται και από νέους επιχειρηματίες, παρόλο που, όπως κάθε χρόνο, εξακολουθούν να υπερτερούν αριθμητικά οι «επίδοξοι» οι οποίοι δεν είναι βέβαιο ότι πράγματι θα προχωρήσουν τελικά στην έναρξη μιας επιχείρησης. Άλλωστε, έχει μεγαλύτερη σημασία σε μια οικονομία η ενίσχυση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της νέας επιχειρηματικότητας, ώστε να βελτιώνονται οι προοπτικές βιωσιμότητας και το πολλαπλασιαστικό τους αποτέλεσμα, και όχι απλώς η αλγεβρική αύξηση των νέων εγχειρημάτων.
Σε αυτό το πλαίσιο, καταγράφεται μεν βελτίωση της εικόνας, ωστόσο τα αποτελέσματα δεν είναι ακόμα ικανοποιητικά: αν και ένα 32% των επιχειρηματιών αρχικών σταδίων σκοπεύει να «κάνει τη διαφορά» με την υλοποίηση του νέου εγχειρήματος, βασικό κίνητρο για την έναρξη μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας παραμένει η δημιουργία μεγαλύτερου εισοδήματος και ο βιοπορισμός. Επίσης, επιδεινώνονται οι όροι εξωστρέφειας των εγχειρημάτων καθώς η πλειονότητά τους είναι εμπορικές δραστηριότητες (χονδρικό / λιανικό εμπόριο) που απευθύνονται αποκλειστικά στην εγχώρια αγορά.
Ωστόσο, διαφαίνεται ενίσχυση του μέσου μεγέθους των νέων εγχειρημάτων κατά την έναρξη λειτουργίας, καθώς μόλις το 15% των εγχειρημάτων (από 23,4% το 2018) προσφέρει απασχόληση αποκλειστικά στους ιδρυτές του. Ταυτόχρονα, βελτιώνονται σημαντικά και οι προσδοκίες απασχόλησης στο μέλλον, καθώς το 95% εκτιμούν ότι την επόμενη πενταετία θα δημιουργήσουν τουλάχιστον μια θέση εργασίας.
Η έκθεση δημοσιεύεται για 17η συνεχή χρονιά στο πλαίσιο της συμμετοχής του ΙΟΒΕ στο διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα Global Entrepreneurship Monitor (GEM).
Όπως δήλωσε ο καθηγητής Νίκος Βέττας, Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, η μέτρηση των τάσεων και χαρακτηριστικών της επιχειρηματικότητας με ακρίβεια και με συστηματικότητα, ώστε να υπάρχει συγκρισιμότητα διαχρονικά και ανάμεσα σε διαφορετικές χώρες, είναι σημαντική για τον σχεδιασμό κατάλληλων πολιτικών. Από τα δεδομένα προκύπτει σαφής βελτίωση του πλαισίου της επιχειρηματικότητας κατά τον χρόνο πριν την έλευση της πανδημίας και της νέας οικονομικής κρίσης, που ενθάρρυνε νέα εγχειρήματα. Είναι εύλογο πως το πλαίσιο αυτό έχει πλέον αλλάξει με τις τρέχουσες εξελίξεις, το ζητούμενο όμως είναι η επαναφορά της οικονομίας σε αναπτυξιακή δυναμική που, αφενός, θα μειώσει τις αβεβαιότητες και θα βελτιώσει τις προσδοκίες και, αφετέρου, θα διαμορφώσει όρους ποιοτικής αναβάθμισης της επιχειρηματικότητας, ώστε οι επιχειρήσεις που δημιουργούνται αν είναι περισσότερο καινοτόμες και συνολικά παραγωγικές.
Την έκθεση παρουσίασε ο Επιστημονικός Υπεύθυνος του Παρατηρητηρίου Επιχειρηματικότητας ΙΟΒΕ, κ. Άγγελος Τσακανίκας, Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ. Όπως επισήμανε στα κυριότερά σημεία της έκθεσης, θα πρέπει να σημειωθούν:
Οι ακόλουθες θετικές εξελίξεις:
- Οι περισσότεροι νέοι επιχειρηματίες που πράγματι ξεκίνησαν το εγχείρημά τους σε σχέση με πέρυσι, καθώς και ο μικρότερος αριθμός όσων ανέστειλαν την επιχειρηματική τους δραστηριότητα.
- Η αντίληψη για μεγαλύτερη ευκολία στην έναρξη μιας επιχείρησης.
- Η υψηλότερη συνεισφορά άτυπων επενδυτών στη χρηματοδότηση νέων εγχειρημάτων, με το ρόλο των μελών της οικογένειας να περιορίζεται ελαφρά.
- Η ενίσχυση εγχειρημάτων μεταποίησης και υπηρεσιών προς επιχειρήσεις, σε σχέση με τα εγχειρήματα που απευθύνονται στον τελικό καταναλωτή.
- Οι υψηλότερες προσδοκίες για επιχειρηματικές ευκαιρίες στη χώρα στο επόμενο διάστημα αλλά και η βελτίωση στην αυτοπεποίθηση για την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με τη σημαντική εξασθένιση του φόβου αποτυχίας.
- Η βελτίωση στη γυναικεία επιχειρηματικότητα.
- Η ενίσχυση του μέσου μεγέθους στην έναρξη του νέου εγχειρήματος, αλλά και σε όρους μεγέθυνσης, με καλύτερες προσδοκίες για νέες θέσεις εργασίας σε βάθος χρόνου
Στις αρνητικές εξελίξεις θα πρέπει να σημειωθούν:
- Η σχετική υποχώρηση συμμετοχής στην επιχειρηματικότητα ατόμων με υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο
- Ο βιοπορισμός ως βασικό κίνητρο για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα
- Η σημαντική υποχώρηση της εξωστρέφειας των νέων εγχειρημάτων
- Η περιορισμένη καινοτομικότητα προϊόντων και διαδικασιών
- Οι μέτριες επιδόσεις στα ποιοτικά χαρακτηριστικά της επιχειρηματικότητας σε όρους τεχνολογικής αναβάθμισης
- Η αμφίθυμη εικόνα της επιχειρηματικότητας στην κοινωνία ως επιλογή επαγγελματικής σταδιοδρομίας.