Απόλυτη προστασία από τα τεκμήρια θα έχουν και για τα εισοδήματα του 2017 που θα δηλωθούν φέτος οι φορολογούμενοι με χαμηλά εισοδήματα από περιστασιακή απασχόληση. Πρόκειται για ανέργους, φοιτητές, νοικοκυρές οι οποίοι με την διάταξη αυτή θα εξακολουθήσουν να είναι αφορολόγητοι.
Η σχετική ρύθμιση που ίσχυε για τα εισοδήματα του 2016 επεκτείνεται και για το 2017 με βάση διάταξη που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο «Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2015/2366/ΕΕ για τις υπηρεσίες πληρωμών και άλλες διατάξεις» που κατέθεσε στη Βουλή το υπουργείο Οικονομικών.
Οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι θα φορολογηθούν με βάση την κλίμακα τα των μισθωτών-συνταξιούχων που προβλέπει έκπτωση φόρου από 1.900 έως 2.100 ευρώ ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση και εφόσον πληρούνται τα εξής κριτήρια: το πραγματικό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ ενώ δεν ασκούν επιχειρηματική ή ατομική αγροτική δραστηριότητα.
Αναλυτικά στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου για την συγκεκριμένη διάταξη προβλέπονται τα εξής:
«Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 2, παρατείνεται η υφιστάμενη όμοια ρύθμιση των ετών 2014, 2015 και 2016 και για το φορολογικό έτος 2017, σύμφωνα με την οποία για τα εισοδήματα που αποκτούν οι περιστασιακά ή ευκαιριακά απασχολούμενοι (άνεργοι, νοικοκυρές, φοιτητές, συμμετέχοντες σε προγράμματα εργασιακής εμπειρίας κ.λπ.) και εφόσον αυτοί δεν είναι επιτηδευματίες, δηλαδή δεν έχουν κάνει έναρξη εργασιών, έχει εφαρμογή, για λόγους φορολογικής δικαιοσύνης, η ενιαία κλίμακα των μισθωτών/συνταξιούχων/επιχειρηματικής δραστηριότητας, υπολογιζόμενου του ποσού της μείωσης φόρου των 1.900 έως 2.100 ευρώ, εφόσον το πραγματικό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ και το τεκμαρτό τους εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των 9.500 ευρώ. Όταν το πραγματικό εισόδημα των φορολογουμένων υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ, το υπερβάλλον ποσό φορολογείται με την προαναφερθείσα ενιαία κλίμακα μη εφαρμοζόμενων των μειώσεων του άρθρου 16 του ν. 4172/2013. Περαιτέρω, κατά τα φορολογικά έτη 2015 και 2016 πολλοί φορολογούμενοι δήλωσαν μόνο μικρά ποσά εισοδημάτων από μισθωτή εργασία (π.χ. 60 ευρώ) καθώς και μικρά εισοδήματα από κεφάλαιο (π.χ. 62 ευρώ τόκοι). Επειδή, οι περιπτώσεις αυτές δεν εντάχθηκαν στη διάταξη της παρ.35Α του άρθρου 72 του ν.4172/2013, με συνέπεια η προστιθέμενη διαφορά τεκμηρίων σε αυτές τις περιπτώσεις να φορολογηθεί με την κλίμακα της επιχειρηματικής δραστηριότητας προτείνεται η τροποποίηση της διάταξης προς άρση των αδικιών αυτών δηλαδή, φορολογούμενοι με πολύ μικρότερα εισοδήματα να φορολογούνται δυσμενέστερα από άλλους με πολύ μεγαλύτερα εισοδήματα».
Στις υπόλοιπες διατάξεις του νομοσχεδίου περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
-Κάθε τρίμηνο θα υποβάλλεται η δήλωση για το τέλος της πλαστικής σακούλας. Για πρώτη φορά θα υποβληθεί στις 30 Απριλίου.
-Δεν θεωρείται εισόδημα και απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος η ωφέλεια που αποκτούν τα φυσικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις από τη διαγραφή μέρους ή του συνόλου του χρέους προς τις τράπεζες.
-Υπάλληλοι που μεταφέρονται ή μετατάσσονται από το υπουργείο Οικονομικών στην ΑΑΔΕ διατηρούν το σύνολο των αποδοχών τους και την προσωπική διαφορά.
-Αναπροσαρμόζεται στα 8.315 ευρώ μηνιαίως το ανώτατο όριο των πάσης φύσεως αποδοχών για τον Γενικό Διευθυντή και τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Για την συγκεκριμένη διάταξη στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ορίζεται ότι « Εξαιρούνται από το ανώτατο όριο για τις πάσης φύσεως αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές ή σύνταξη που ισχύσουν για τους υπαλλήλους του δημοσίου τομέα (αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου ύψους 4.631 ευρώ μηνιαίως) και οι δημόσιοι λειτουργοί ή υπάλληλοι του δημοσίου τομέα που αναλαμβάνουν τη θέση του Γενικού Διευθυντή και του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (Ο.Δ.Δ.Η.Χ). Για τους εν λόγω υπαλλήλους εφαρμόζεται εφεξής το ανώτατο όριο που ισχύει για τους δικαστικούς λειτουργούς και το κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους ( Ν.Σ.Κ) που ανέρχεται σε 8.315 ευρώ μηνιαίως ( αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές του Προέδρου του Αρείου Πάγου). Η ρύθμιση αυτή ισχύει από 1.12.2017».