Του Γιάννη Λεοντάρη
Σύσταση προς τα κράτη – μέλη να σταματήσουν να βάζουν εμπόδια στη διάδοση και τη λειτουργία των ψηφιακών μορφών κινητικότητας απήθυνε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με στόχο τα λιγότερα εμπόδια στις ψηφιακές εφαρμογές μετακινήσεων, την ενθάρρυνση χρήσης της τεχνολογίας για ευέλικτη τιμολόγηση και μείωση των κενών χιλιομέτρων στα ταξί, και την αποφυγή της θέσπισης ρητρών αποκλειστικότητας και ορίων στις άδειες.
Στο κείμενο της σύστασης αναγνωρίζεται πως οι εφαρμογές κλήσης μέσω smartphone έχουν αυξήσει την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του τρόπου παροχής υπηρεσιών ταξί.
Κατά συνέπεια, «το ρυθμιστικό πλαίσιο θα πρέπει να επιτρέπει την πλήρη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της ψηφιοποίησης και άλλων καινοτόμων τεχνολογιών, που θα οδηγήσουν σε περισσότερα κέρδη» για τους οδηγούς, μέσα από την καλύτερη αξιοποίηση του οχήματος, μικρότερους χρόνους αναμονής και μείωση των χιλιομέτρων που διανύονται χωρίς τη μεταφορά επιβάτη, όπως αναφέρεται.
Όπως ακόμα επισημαίνεται στη σύσταση, τα ισχύοντα νομικά πλαίσια που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη είναι σε βάρος των ψηφιακών εφαρμογών εύρεσης ταξί, δημιουργώντας άνισους όρους ανταγωνισμού.
Αυτό καθιστά δύσκολο για τις πλατφόρμες να εξυπηρετήσουν την αυξανόμενη ζήτηση για υπηρεσίες κινητικότητας. Ως εκ τούτου, είναι ζωτικής σημασίας να διασφαλιστεί ένα ευέλικτο νομοθετικό πλαίσιο για τις υπηρεσίες κινητικότητας με ταξί.
Η σύσταση επισημαίνει επίσης ορισμένα από τα εμπόδια που συγκεκριμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν, όπως το ανώτατο όριο αδειών, το μη ευέλικτο κόμιστρο ταξί, ο κανόνας της επιστροφής στο γκαράζ, οι κενές διαδρομές, οι ρήτρες αποκλειστικότητας, οι επαχθείς όροι εργασίας για τους οδηγούς και τα εμπόδια που επιτρέπουν τη δημιουργία κοινοπραξιών.
Ακόμα, στο κείμενο αναγνωρίζεται πως οι ψηφιακές πλατφόρμες αποτελούν καταλύτη για τη μείωση των ρύπων στις πόλεις και έχουν ρόλο συμπληρωματικό των δημόσιων Μέσων Μεταφοράς. Με αφετηρία τη μείωση των κενών χιλιομέτρων και την ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται στην προώθηση των Ζωνών Χαμηλών Ρύπων, επισημαίνεται πως ο τομέας των διαδρομών με ταξί μπορεί πραγματικά να ξεκλειδώσει τη βιώσιμη μετάβαση.
Η σύσταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς τα κράτη – μέλη αποτελεί ένα κρίσιμο βήμα προκειμένου να διασφαλιστεί πως οι κανόνες για την αστική κινητικότητα είναι συμβατοί με την ψηφιακή εποχή.
Στόχος της είναι οι κανόνες της ΕΕ να συμβάλλουν καθοριστικά στον εκσυγχρονισμό των ξεπερασμένων νόμων και στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις υπηρεσίες κινητικότητας, επιτρέποντας την πρόσβαση όλων των Ευρωπαίων πολιτών σε ασφαλείς και βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις έναντι των ΙΧ.
Γιατί «δείχνει» την Ελλάδα
Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες που «φωτογραφίζει» η σύσταση και πρωταγωνίστησε κατά τις συζητήσεις στις Βρυξέλλες ως παράδειγμα προβληματικής νομοθέτησης, που θέτει εμπόδια στον ανταγωνισμό.
- Η ελληνική νομοθεσία για τους ψηφιακούς διαμεσολαβητές (ν.4530/2018 – άρθρο 12) θέτει σημαντικά εμπόδια στις ψηφιακές εφαρμογές προς όφελος των παραδοσιακών μορφών κινητικότητας, εμποδίζοντας την ευελιξία στο κόμιστρο ή το δικαίωμα τους να επιλέγουν τους οδηγούς – συνεργάτες τους.
Επιπλέον, απαγορεύει μια σειρά από διατάξεις όπως η δυναμική τιμολόγηση με βάση τη ζήτηση και ο διαμοιρασμός μιας διαδρομής, εφόσον υπάρχει συγκατάθεση του επιβάτη, μια υπηρεσία που η σύσταση χαρακτηρίζει κομβική για τη μείωση των ρύπων και την κάλυψη της ολοένα και αυξανόμενης ζήτησης.
Σημειώνεται ότι ο εν λόγω νόμος παραμένει δίχως εφαρμοστικές διατάξεις 3.5 χρόνια μετά την ψήφιση του, ενώ η Ελλάδα είναι μία από τις ελάχιστες χώρες στην Ευρώπη που εξακολουθεί να κρατά «κλειστό» το επάγγελμα της λειτουργίας και εκμετάλλευσης ταξί (μεταξύ και άλλων επαγγελμάτων) παρά τις κατά καιρούς δεσμεύσεις των κυβερνήσεων ότι θα απελευθερώσουν τα «κλειστά» επαγγέλματα.