- «Αρχίζουμε να κοιτάμε προσεκτικά τα οικιστικά ακίνητα υψηλών προδιαγραφών με έμφαση κυρίως στα νότια προάστια της Αθήνας χωρίς όμως να αποκλείονται και άλλες περιοχές».
Αυτό ανέφερε χθες, ο διευθύνων σύμβουλος της Prodea Investments AEEAΠ στο πλαίσιο της γενικής συνέλευσης, επισημαίνοντας ότι το οικιστικό, ιδιαίτερα και καλές κατοικίες στα ‘’καλά’’ σημεία θα έχουν ανάπτυξη προσεχώς.
- «Είναι ένας τομέας που θεωρούμε ότι θα αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο μόλις ξεκινήσει να λειτουργεί ξανά η Golden Visa και υπάρξει και η κινητικότητα με την προσέλκυση νέων αγοραστών από την Ελλάδα και το εξωτερικό λόγω και του νέου project του Ελληνικού».
Πέραν των οικιστικών ακινήτων η διοικητική ομάδα της μεγαλύτερης εγχώριας Επενδυτικής Ακινήτων, με μία αξία χαρτοφυλακίου άνω των 2,1 δισ. ευρώ, σκοπεύει να ακολουθήσει ‘’επιθετική πολιτική’’ στον τομέα των logistics όπου ήδη έχει προχωρήσει σε σημαντικές αγορές το τελευταίο διάστημα.
- «Δεν σταματήσαμε να επενδύουμε κατά τη διάρκεια της πανδημίας» ανέφερε ο κ. Καρυτινός, με την εταιρεία να έχει στο ‘’τραπέζι’’ νέες επενδύσεις και να εξετάζει ακίνητα και επενδυτικά projects που αντιστοιχούν σε μία αξία άνω των 400 εκατ. ευρώ. Ενδιαφέρον υπάρχει και σε έναν κλάδο που χτυπήθηκε ιδιαίτερα από την πανδημία, όπως τα τουριστικά ακίνητα, μέσω του νέου επενδυτικού φορέα που έχει συσταθεί από κοινού με την Ιnvel -τον βασικό της μέτοχο- και την Yoda του ομίλου Παπαλέκκα.
Στον τομέα των γραφείων το ‘’μέλλον’’ είναι τα πράσινα κτίρια όπου τα ενοίκια για ποιοτικούς χώρους εξελίσσονται πολύ ικανοποιητικά και όπως έχει φανεί μέχρι στιγμής η τηλε-εργασία δεν έχει επηρεάσει τη ζήτηση για τους λεγόμενους καλούς χώρους.
- «Η δική μας άποψη είναι ότι το παιχνίδι τα επόμενα χρόνια ειδικά στα γραφεία θα είναι στην ποιότητα και όχι στην ποσότητα των χωρών. Θεωρώ ότι τα επόμενα χρόνια αυτή θα είναι η τάση και ήδη οι χώροι υψηλής ποιότητας- ακόμη και τώρα όπου υπάρχει η τηλε-εργασία και δεν έχει φανεί πλήρως ο αντίκτυπος στην αγορά πανευρωπαϊκά- έχουν μεγάλη ζήτηση. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι αντίστροφο σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές αγορές, ότι δηλαδή είμαστε μία χώρα χαμηλής προσφοράς».