Λίγο πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση στη χώρα μας , την περίοδο 2004-2009 πολλές Τράπεζες πωλούσαν δανειακά προϊόντα σε ελβετικό φράγκο, ή προέτρεπαν τους πελάτες τους να τροποποιήσουν την ήδη υπάρχουσα δανειακή σύμβασή τους σε ελβετικό φράγκο, λόγω της τότε επωφελούς ισοτιμίας ελβετικού  με ευρώ.

Πράγματι περί τις 65.000 άνθρωποι πείστηκαν για το ¨επωφελές¨ δανειακό προϊόν και συνήψαν τις εν λόγω συμβάσεις σε ξένο νόμισμα. Την περίοδο της χαμηλής ισοτιμίας παρατηρήθηκε, πως τα εν λόγω δάνεια ήταν πράγματι επωφελή σχετικά με τα υπόλοιπα, και η δόση ήταν προνομιακή. Δεν γνώριζαν όμως ότι το μέλλον επιφύλασσε ραγδαίες μετατροπές.

Η ισοτιμία από τις αρχές του 2010 και έκτοτε εκτινάχθηκε στα ύψη και σχεδόν όλοι οι οφειλέτες σε ελβετικό φράγκο βρέθηκαν εγκλωβισμένοι σε αδιέξοδο, το οποίο αδιέξοδο συνεχίζεται έως και σήμερα. Ένα δάνειο το οποίο υπογράφηκε το έτος 2008 και η δόση του κυμαίνονταν στα 500€, μετά την αλλαγή της ισοτιμίας  το 2010 εκτοξεύτηκε σχεδόν στη διπλάσια δόση!!!

Η πλειοψηφία των οφειλετών σε δανειακό φράγκο κοκκίνισαν, και δημιουργήθηκε μια «νέα» κατηγορία κόκκινων οφειλετών : οι κόκκινοι οφειλέτες δανείου σε ελβετικό φράγκο, που έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά στοιχεία και διαφορετικού είδους αδυναμία ρύθμισης από τους λοιπούς κόκκινους οφειλέτες.

Δεν ήταν λίγες οι αγωγές που κατατέθηκαν ακύρωσης της δανειακής σύμβασης λόγω καταχρηστικών γενικών όρων συναλλαγών (ΓΟΣ). Όλες όμως οι προσπάθειες απέβησαν μη αποτελεσματικές για να δοθεί μια γενική λύση στο θέμα αυτό που ταλανίζει χιλιάδες πολίτες.

Πριν λίγες μέρες εκδόθηκε η υπ’ αριθμ 884/2018 απόφαση του Α1 Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, η οποία έδωσε ένα αέρα αισιοδοξίας , ότι θα δοθεί ίσως σύντομα λύση στο ζήτημα αυτό.

ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

Οφειλέτης είχε καταθέσει αγωγή, προκειμένου να ακυρωθεί δανειακή σύμβαση ελβετικού φράγκου, με την οποία αγωγή αιτούνταν την ακύρωση για τον εξής βασικό λόγο:

είναι άκυρος , ως καταχρηστικός ο όρος ότι η δανειακή σύμβαση σε ξένο νόμισμα γίνεται με τον όρο ότι η αποπληρωμή θα γίνει με βάση την εκάστοτε ισοτιμία ευρώ με ελβετικό φράγκο κατά το χρόνο πληρωμής της δόσης . Η καταχρηστικότητα αυτή βασίζεται στη βασική θέση ότι μία ισοτιμία σε μεταγενέστερο χρόνο συνιστά ένα μελλοντικό και αβέβαιο γεγονός, που δημιουργεί ανασφάλεια στις συναλλαγές, όπως και εκ των πραγμάτων απεδείχθη.

Πάγιο αίτημα της εν λόγω αγωγής ακύρωσης , αλλά και όλων των προγενεστέρων αγωγών, ήταν η αναγνώριση του όρου, ότι η αποπληρωμή θα γίνεται με βάση την ισοτιμία που ίσχυε κατά το χρόνο υπογραφής των εν λόγω συμβάσεων.

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης απέρριψε τους εν λόγω ισχυρισμούς. Ακολούθως ο οφειλέτης άσκησε αναίρεση και η υπόθεση οδηγήθηκε στον Άρειο Πάγο, όπου με το αιτιολογικό της πρόσφατης εκδοθείσας απόφασής του αναφέρει συνοπτικά τα εξής:

Το Πολυμελές Πρωτοδικείο εσφαλμένως ερμήνευσε την Κοινοτική Οδηγία 93/13 της ΕΕ, η οποία Οδηγία αναφέρεται στην Προστασία των Δικαιωμάτων των καταναλωτών. Σύμφωνα λοιπόν με την εν λόγω Οδηγία εισάγεται η υποχρέωση από το έναν συμβαλλόμενο (εν προκειμένω την Τράπεζα) να ενημερώνει τον καταναλωτή με πάσα λεπτομέρεια για όλες τις παραμέτρους της δανειακής σύμβασης, όπως εν προκειμένω και για τον κίνδυνο μιας μελλοντικής αλλαγής ισοτιμίας. Η υποχρέωση δε αυτή γεννάται προσυμβατικά. Σύμφωνα μάλιστα με τον νόμο 2251/1994 «οι όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για απροσδιόριστο αριθμό μελλοντικών συμβάσεων (ΓΟΣ) ΔΕΝ δεσμεύουν τον καταναλωτή , αν κατά την κατάρτισή της σύμβασης δεν υποδείχθηκε από τον αντισυμβαλλόμενο η ύπαρξή τους». Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 291 ΑΚ ο οφειλέτης σε ξένο νόμισμα έχει δικαίωμα να πληρώσει σε εγχώριο νόμισμᨻ

Με βάση το ανωτέρω συνοπτικά αναφερόμενο στο παρόν άρθρο αιτιολογικό ο Άρειος Πάγος εξέδωσε ΟΜΟΦΩΝΑ την υπ’ αριθμ.884/2018 απόφασή του, με την οποία παραπέμπει την υπόθεση στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου , ούτως ώστε με βάση τα στοιχεία που σημειώθηκαν στο αιτιολογικό , να κριθεί η αναίρεση που ασκήθηκε και να δοθεί μια απάντηση και πιθανά μια λύση στο φλέγον ζήτημα.

Το ζήτημα των δανείων σε ελβετικό φράγκο είναι ένα χρόνιο κοινωνικό πρόβλημα, καθότι χιλιάδες ανθρώπων εγκλωβίστηκαν και έφτασαν στο σημείο να κοκκινίσουν , δίχως να αποτελούν κακοπληρωτές «εκ πεποιθήσεως».

Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί το εξής νομικό ζήτημα που ανακύπτει επιπλέον : Πολλοί από τους οφειλές σε ελβετικό φράγκο, μη δυνάμενοι να ασκήσουν αγωγή ακύρωσης της σύμβασης, λόγω του μη υπάρχοντος νομολογιακού ¨υλικού¨ προκειμένου να βασίσουν την αγωγή τους, έσπευσαν να ρυθμίσουν τις οφειλές τους με το νομικό πλαίσιο του Νόμου Κατσέλη ν. 3869/2010. Όσοι όμως καταθέτουν αίτηση στο νόμο, αναγνωρίζουν εκ των πραγμάτων το ύψος της οφειλής τους.

Σε περίπτωση που μελλοντικά δοθεί το πράσινο φως για τη γόνιμη διεκδίκηση, μέσω αγωγών ακυρώσεων δανειακών συμβάσεων, λόγω καταχρηστικών όρων, ερώτημα γεννάται για το πως δύναται ο οφειλέτης που έχει αναγνωρίσει το ύψος της οφειλής του μέσω της υπαγωγής του στο νόμο Κατσέλη να ζητήσει την ακύρωση αυτής μελλοντικά;;; Είναι ένα ζήτημα που πρέπει να εξεταστεί από τους νομικούς κύκλους και να δοθεί σφαιρικά μια λύση στο ζήτημα.

Είναι αναγκαίο όσο ποτέ , είτε μέσω της δικαστικής οδού , είτε μέσω μιας πολιτικής απόφασης να δοθεί λύση άμεσα στην ανοιχτή πληγή που λέγεται «δάνεια σε ελβετικό φράγκο» . Θα δοθεί ανάσα σε χιλιάδες νοικοκυριά και συνάμα θα μειωθούν τα ποσοστά του ιδιωτικού χρέους.