του Νίκου Φιοράντη
Η οικονομική επικαιρότητα, συνδυαστικά με τη διαρκώς εντεινόμενη ανησυχία των ήδη αλλά και μελλούμενων συνταξιούχων, αναπόδραστα οδηγεί στο παραπάνω “εύλογο” ερώτημα.
Μήπως η παγιωμένη πρακτική της σχολικής “παπαγαλίας”, παραμέτρου αξιολόγησης του εκπαιδευτικού συστήματος σε μεγάλο βαθμό ακόμη και σήμερα, υιοθετήθηκε σε κάθε μας κοινωνική πτυχή, αναμασώντας τα ίδια και τα ίδια χωρίς να κατανοούμε τι λέμε?
Ή μήπως τα λέμε για να τα πούμε, βολευόμενοι ίσως, ή και κρύβοντας την οικονομική γνωστική “γύμνια” συνυφασμένη με ιδιοτέλεια αβάσιμων σε οικονομικούς όρους διεκδικήσεων ακόμα και σήμερα?
Σε επίρρωση του προβληματισμού αυτού, ενδεικτική είναι η σταχυολόγηση όσων ακολουθούν, αναδεικνύοντας το αντικρουόμενο μίγμα των προσεγγίσεων και προσδοκιών μας:
Αφενός αναγνώριση ότι:
► Η οικονομία και το συνταξιοδοτικό δεν είναι ανεξάρτητα.
► Η σύνταξη πρέπει να βασίζεται στην ανταποδοτικότητα της αποταμίευσης του εργαζόμενου σε όλο τον εργασιακό του βίο.
► Τα μελλοντικά εισοδήματα του “οικονομικού συστήματος” και το εύρος των παροχών του, να είναι ικανά να στηρίξουν τις “μεταβιβάσεις” στους οικονομικά μη ενεργούς πολίτες.
► Επιβάλλεται η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και του μετασχηματισμού των δομών, από οικονομία βασισμένη στη κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων, σε ανταγωνιστική και εξωστρεφή, προσανατολισμένη σε επενδύσεις μακρόπνοης στρατηγικής.
Αφετέρου,
► Η ανεργία συνεχίζει να κινείται σε υψηλά επίπεδα ακόμη, κυρίως μεταξύ των νέων, πέραν των όποιων βελτιώσεων, ενώ παράλληλα το πιο παραγωγικό τμήμα του εργατικού δυναμικού μεταναστεύει, οι δε μισθοί συμπιέζονται.
► Η συζητούμενη αύξηση του κατώτατου μισθού, δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι “αγορανομικώς” καθοριζόμενη. Άλλως τι εγγυάται ότι οι επιχειρήσεις που θα πρέπει να ανταποκριθούν, μπορούν να παραμένουν ανταγωνιστικές?
► Οι μέθοδοι “δημιουργικής” πρόσληψης – απασχόλησης, αναδεικνύουν τη “καινοτόμο πατέντα” της προσέγγισης, κυρίως όμως την αναποτελεσματική αντιμετώπιση μείωσης της ανεργίας, η οποία θα έπρεπε να βασίζεται σε ξεκάθαρη μακρόπνοη στρατηγική.
► Ένα ιδιαίτερα επαχθές ασφαλιστικό σύστημα, μη βασιζόμενο, σε ανταποδοτική βάση.
► Η γνώμη πολλών ακόμη ότι, τα μνημόνια προκάλεσαν τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα και όχι οι άφρονες πολιτικές που προηγήθηκαν.
► Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης κινείται στα 335 δις € και της Κεντρικής Διοίκησης στα 357 δις €, αντιπροσωπεύοντας το 180% του ΑΕΠ., το 2018.
► Η δέσμευση δημιουργίας πλεονάσματος 3,5% έως το 2022 και 2% για τα επόμενα 38 χρόνια.
► Ένα δαιδαλώδες και πολύπλοκο φορολογικό σύστημα με υψηλούς φορολογικούς συντελεστές.
► Ένα γραφειοκρατικό περιβάλλον, παρά τις όποιες βελτιώσεις, δημιουργώντας άμεσα και έμμεσα προσκόμματα, στην ανάπτυξη και καινοτομία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Παρ΄ όλα αυτά,
▲ “Εμμονή” στη συνέχιση σπατάλης πόρων και δημιουργίας εμποδίων στην αύξηση της παραγωγικότητας και κατ΄ επέκταση, έμμεση συμβολή στη συνεχή μεταχρονολόγηση της αναμενόμενης ανάκαμψης, μέσω των επενδύσεων εγχώριων και ξένων, της οικονομίας με τη δημιουργία προοπτικών για το μέλλον.
Εφόσον οι ως άνω διαπιστώσεις αποτελούν κοινό τόπο, γιατί παρατηρείται αυτή η δυσκολία της σύλληψης της συνολικής εικόνας ?
- Τι μας εμποδίζει να κατανοήσουμε και να συμβάλλουμε όλοι στην αλλαγή αυτή της εικόνας και κυρίως των προοπτικών της οικονομίας και της χώρας γενικότερα?
- Πως είναι δυνατόν να συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι γίνεται «και η πίτα να παραμένει ολόκληρη και ο σκύλος να είναι χορτάτος»?
Τελικά φαίνεται ότι το σε όλους γνωστό διαχρονικό μότο “ξέρεις ποιος είμαι εγώ”, πρέπει να έπαιξε και να συνεχίζει να παίζει διασταλτικό και βαρύνοντα ρόλο άμεσα και έμμεσα, στη διαμόρφωση ενός κοινά αποδεκτού τόπου υπηρετούμενου από όλους ως κοινωνία.
Προσωπικά πλέον, σίγουρα το κατάλαβα και το εμπέδωσα… εκ των επιτυχιών μας ως κοινωνία συλλογικά… και ως οικονομούντες πολίτες μεμονωμένα…
▲ Ως αποτέλεσμα, το όποιο άγχος και αγωνία για την εξέλιξη και προοπτική του επιπέδου των συντάξεων για το οποίο πολλοί διερωτώνται παραμένει στη κρίση όλων μας.
Εσείς αλήθεια όχι τι λέτε… αλλά τι πραγματικά πιστεύετε ? Υπάρχει ελπίδα αν δεν το “πάρουμε αλλιώς”, αλλάζοντας σε όλα?
▲ Το ερώτημα λοιπόν βαρύ και ασήκωτο για τις πλάτες όλων ως οικονομούντα άτομα. “Έτσι τα βρήκαμε, ή έτσι πιστεύαμε, έτσι όμως θα τα αφήσουμε”?
{Ο κ. Νίκος Ι. Φιοράντης είναι Οικονομολόγος – Χρηματοοικονομικός Σύμβουλος & Δικαστικός Πραγματογνώμων.}