Στη διατήρηση των σημερινών επιπέδων των αποδόσεων που εξασφαλίζει από το χαρτοφυλάκιο ακινήτων της σε επίπεδα πάνω από το 7,5 % στοχεύει η Briq Properties του Θόδωρου Φέσσα.
Η Briq Properties -δημιουργήθηκε από το χαρτοφυλάκιο ακινήτων του ομίλου Quest- παράγει εισόδημα τόσο για τους παλιούς μετόχους της Quest, όσο και για τους νέους μετόχους που έχουν επενδύσει σε αυτήν και σαφώς μπορεί να μεγαλώσει, σύμφωνα με τον κ. Φέσσα, ο οποίος τοποθετεί την κίνηση αυτή σε δεύτερο χρόνο, αφήνοντας ανοικτό για αργότερα το ενδεχόμενο αύξησης κεφαλαίου ή ακόμη και συγχώνευσης με κάτι μεγαλύτερο.
Αυτή την στιγμή πάντως η εταιρεία διαθέτει προς επένδυση σε αγορές ακινήτων μέσα στο 2018 κεφάλαια περί τα 13 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων και των κεφαλαίων από το ομολογιακό δάνειο των 10 εκατ. ευρώ από την Alpha Bank, για το οποίο οι διαδικασίες είναι στο τελικό στάδιο των υπογραφών.
«Γενικότερα, ο χώρος του ακινήτου στην Ελλάδα αυτή την περίοδο έχει ενδιαφέρον. Οι τάσεις στην αγορά είναι μικτές, δεδομένου ότι υπάρχουν παλιότερα ακίνητα, τα οποία προσφέρονται στην αγορά σε χαμηλές τιμές και είναι καλύτερα να αγοράσει κανείς ένα έτοιμο κτίριο, παρά ένα οικόπεδο και να κτίσει από την αρχή».
Τα παραπάνω ανέφερε από το βήμα της γενικής συνέλευσης χθές ο πρόεδρος της Briq Properties κ. Θεόδωρος Φέσσας, προσθέτοντας ότι το αρνητικό στην αγορά είναι ότι υπάρχει μεγάλο απόθεμα ακινήτων, κυρίως στις τράπεζες, λόγω των κόκκινων δανείων. Τα μεγάλα funds διαθέτουν μεγάλη δύναμη πυρός, και ως εκ τούτου, έχουν τη δυνατότητα να «ξεσκαρτάρουν» πιο εύκολα ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο. «Ετσι εξηγείται και η καθοδική πίεση στις τιμές (σ.σ. κυρίως για τα επαγγελματικά ακίνητα β’ επιλογής στις δευτερεύουσες αγορές)».
Όπως ανέφερε η κ. Άννα Αποστολίδου, διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρείας, το χαρτοφυλάκιο της εταιρείας, που είχε το 2017 τον πρώτο, πλήρη χρόνο λειτουργίας, περιλαμβάνει 9 ακίνητα και πλέον το 15,7% των ενοικίων προέρχεται από τρίτους και το υπόλοιπο από τον όμιλο Quest (84,3%). Η αξία του χαρτοφυλακίου αντιστοιχεί στα 26,3 εκατ. ευρώ, ή 819 ευρώ ανά τ.μ. με ένα ποσοστό πληρότητας στο 99,8%, ενώ στο 7,7% φθάνει η ετήσια απόδοση.
Ως προς τις νέες επενδύσεις της εταιρείας όπως ανέφερε η ίδια «Η Ελλάδα είναι μία αρκετά μικρή αγορά, οπότε είναι δύσκολο να εστιάσουμε σε μία συγκεκριμένη κατηγορία επαγγελματικών ακινήτων. Μας ενδιαφέρουν κυρίως τα γραφεία και τα logistics, ενώ ο κλάδος των εμπορικών καταστημάτων θεωρούμε ότι δεν είναι ένας τομέας όπου μπορούμε να επεκταθούμε σε μεγάλο βαθμό. Γραφεία και αποθηκευτικοί χώροι είναι λοιπόν οι κύριοι τομείς επένδυσης.
Στόχος είναι να αυξηθούμε σε μέγεθος, με αποδόσεις αντίστοιχες της μικτής απόδοσης που έχει το χαρτοφυλάκιό μας, έστω κι αν συνολικά στην αγορά αυτή την στιγμή υπάρχει μία πίεση των αποδόσεων και μία αύξηση των τιμών των ακινήτων προς τα πάνω, δεδομένου ότι υπάρχει αυξημένο ενδιαφέρον τόσο από το εσωτερικό όσο και το εξωτερικό και όχι μόνο από τις ΑΕΕΑΠ. Διαπιστώνουμε ότι υπάρχει ενδιαφέρον και από funds του εξωτερικού που ακολουθούν λίγο πιο επιθετική πολιτική, οδηγώντας και σε αύξηση των τιμών.
Αυτό που βλέπουμε εμείς είναι ότι εντός του επόμενου 12μηνου θα υπάρχει μία πίεση των τιμών για τα ακίνητα δεύτερης επιλογής δεδομένου του μεγάλου στοκ και παράλληλα, αύξηση για τα λεγόμενα καλά ακίνητα».