Δημήτρης Μαλλάς
Τα πρώτα δείγματα για τη δημιουργία ενός ελληνικού startup οικοσυστήματος έκαναν την εμφάνιση τους στις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας. Startups, υπό την έννοια νέων, καινοτόμων επιχειρήσεων που δημιουργούσαν καινούρια επιχειρηματικά μοντέλα, είχαμε δει και παλαιότερα στη χώρα μας, αλλά ο όρος ξεκίνησε να χρησιμοποιείται πριν από περίπου 10 χρόνια και στην Ελλάδα και το οικοσύστημα έκανε τα πρώτα βήματα του μερικά χρόνια αργότερα όταν υπήρξαν τα πρώτα co-working spaces, οι πρώτοι incubators για να φθάσουμε αργότερα και στα πρώτα venture capital funds που επένδυσαν αποκλειστικά σε καινοτόμες επιχειρήσεις.
Από την αρχή, ένα από τα σημαντικότερα ζητούμενα ήταν να υπάρξουν παραδείγματα προς μίμηση. Δηλαδή, startups τα οποία ξεκίνησαν την πορεία τους από την Ελλάδα, απέκτησαν σημαντική εξωστρέφεια και πουλήθηκαν. Και υπήρξαν ορισμένες τέτοιες περιπτώσεις. Οι περισσότεροι σκέπτονται το Taxibeat (νυν Beat), αλλά νωρίτερα υπήρξε η περίπτωση της Bugsense αλλά και αρκετές εταιρείες στο χώρο της μικροηλεκτρονικής που δεν ήταν τόσο γνωστές στο ευρύ κοινό. Η άποψη του υπογράφοντος είναι ότι θα έπρεπε να είχαμε περισσότερες αντίστοιχες περιπτώσεις καθώς θα υπήρχε μεγαλύτερη ώθηση στην startup επιχειρηματικότητα. Υπάρχει, βέβαια, και η άποψη ότι αφού υπήρξαν και 8-10 τέτοιες περιπτώσεις, καλά είναι δεδομένων των συνθηκών που επικρατούσαν στην Ελλάδα. Η απάντηση σε αυτή την τοποθέτηση είναι πάντως ότι η οικονομική κρίση θα έπρεπε να είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μεγαλύτερου αριθμού startups από αυτά που δημιουργήθηκαν την τρέχουσα δεκαετία στην Ελλάδα.
Ένα ζήτημα που έχει αρχίσει να προκύπτει τώρα είναι κατά πόσον η Ελλάδα μπορεί να δημιουργήσει ένα unicorn. Για όσους δεν γνωρίζουν τον όρο, ως unicorn χαρακτηρίζονται startups, η αποτίμηση των οποίων μέσα σε ένα εύλογο αλλά σύντομο χρονικό διάστημα φθάνει και ξεπερνά το 1 δισ. δολάρια.
Η άποψη που υπάρχει είναι από τη στιγμή που έχουν δημιουργηθεί unicorns σε άλλες χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης, γιατί όχι και στην Ελλάδα. Μία άποψη που είναι προφανές ότι έχει βάση. Και ενδεχομένως να υπάρχουν και ορισμένες εταιρείες που θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα για να εξελιχθούν σύντομα σε unicorn, όπως είναι, για παράδειγμα, η Blueground ή η Workable. Βέβαια, υπάρχει ένα ζήτημα που σχετίζεται με το κατά πόσον αρκετές από τις σχετικές υποψηφίους θα συνεχίζουν να δηλώνουν ότι είναι ελληνικές εταιρείες όταν θα πλησιάζει η ώρα να εξελιχθούν σε unicorns. Γιατί έχουμε δει πολλές περιπτώσεις ελληνικών startups που δεν μετέφεραν απλά την έδρα τους εκτός Ελλάδας αλλά έχουν σταματήσει να αυτοχαρακτηρίζονται ως ελληνικές, παρά το γεγονός ότι ξεκίνησαν από εδώ. Οι λόγοι που το κάνουν είναι αρκετοί, αλλά είναι ένα θέμα αν θα πρέπει να τις χαρακτηρίσουμε ως ελληνικά unicrons όταν η αποτίμηση τους θα ξεπεράσει το 1 δισ. δολάρια.
Η αλήθεια είναι πως το ελληνικό startup οικοσύστημα χρειάζεται ένα unicorn. Για την ακρίβεια, χρειάζεται να έχει εταιρείες που αποτελούν σημεία αναφοράς, τα οποία θα δίνουν πραγματική ώθηση στην εγχώρια οικονομία και θα διαφημίζουν την ελληνική καινοτομία. Είναι εφικτό να δούμε ένα ελληνικό unicοrn; Πιστεύω πως ναι, αλλά θα χρειαστεί λίγο παραπάνω υπομονή. Και το κυριότερο να δούμε startups, οι ιδρυτές των οποίων δεν θα σταματούν να δηλώνουν ότι είναι ελληνικές εταιρείες -ή έστω και ελληνικές- όταν «μετακομίσουν» εκτός Ελλάδας. Ιδίως από τη στιγμή που διατηρούν εδώ μεγάλο κομμάτι των τμημάτων έρευνας και ανάπτυξης και θα θέλουν να αξιοποιήσουν εγχώριο ταλέντο αλλά και να πάρουν χρηματοδότηση από ελληνικά venture capital funds.