Ο ρόλος της τεχνολογίας και της Τεχνητής Νοημοσύνης στην ενίσχυση των antifraud τραπεζικών συστημάτων βρέθηκε στο επίκεντρο του διαλόγου, στο executive briefing event που διοργάνωσε η SAS, με τη συνεργασία και την υποστήριξη του ACFE Greece, την Πέμπτη 9 Μαρτίου, στο Μουσείο της Πόλης των Αθηνών. Σύμφωνα με τις εισηγήσεις των fraud experts και των τραπεζικών στελεχών που μοιράστηκαν γνώση και απόψεις στην εκδήλωση, οι τρέχουσες εξελίξεις στο κανονιστικό πλαίσιο δημιουργούν προκλήσεις για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες καλούνται να εισάγουν πρόσθετα μέτρα προστασίας του πελάτη, χωρίς αυτά να δυσχεραίνουν την εμπειρία των συναλλαγών σε πραγματικό χρόνο. Την εισαγωγή και τον συντονισμό της εκδήλωσης πραγματοποίησε η Εύη Δημητρούλια, President Emeritus του ACFE Greece.
Ανεξαρτήτως των επιταγών του κανονιστικού πλαισίου για την προστασία του τραπεζικού πελάτη, η πρόληψη της απάτης αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα για τις ελληνικές τράπεζες. Όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν οι Ιωάννα Καργιώτη, Head of Antifraud/ AML Unit της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος και ο Χρήστος Μπαρκάς, Head of Fraud Detection Services της Eurobank, απαντώντας στις ερωτήσεις του Κωνσταντίνου Ελευθεριάδη, Partner της Deloitte, η αντιμετώπιση των κρουσμάτων απάτης έχει άμεση αντίκτυπο τόσο στην φήμη των τραπεζικών ιδρυμάτων, όσο και στην εμπειρία του τραπεζικού πελάτη, καθώς η θέσπιση επιπρόσθετων και συνεχών ταυτοποιήσεων ή όριων στις ψηφιακές συναλλαγές, μπορούν να επηρεάσουν τη ροή της συναλλαγής.
Σύμφωνα με τα τραπεζικά στελέχη, το Machine Learning και η Τεχνητή Νοημοσύνη δίνουν τη δυνατότητα στις fraud ομάδες των τραπεζών να εντοπίζουν γρηγορότερα τα anomalies που δεν εμπίπτουν στη συναλλακτική συμπεριφορά του κάθε πελάτη, έτσι ώστε να προλαμβάνονται τα κρούσματα απάτης, ελαχιστοποιώντας παράλληλα τα false positives τα οποία επιβαρύνουν την εμπειρία πελάτη. Τόνισαν δε ότι απαιτείται μεγαλύτερη επένδυση στην πρόληψη και στο awareness των καταναλωτών, όσον αφορά και την «εκπαίδευσή» τους απέναντι στις μεθόδους των fraudsters.
Εκτενή αναφορά σε όλες τις ψηφιακές απειλές που αντιμετωπίζουν σήμερα οι τράπεζες, οι οποίες περιλαμβάνουν από επιθέσεις σε λογαριασμούς με υπεξαίρεση κωδικών (account takeover), προσποίηση (identity fraud), αυτοματοποιημένες πληρωμές από ψηφιακά bots (bot attacks), λογαριασμούς δικαιούχων που χρησιμοποιούνται ως βαποράκια για την διακίνηση χρημάτων από εγκληματική δραστηριότητα (mule accounts), αλλά και φαινόμενά εξαπάτησης του τραπεζικού πελάτη μέσω social engineering και εξουσιοδοτημένες πληρωμές Push Payments που ξεκινούν από τον πραγματικό πελάτη ο οποίος όμως εξαπατάται να πραγματοποιήσει μια πληρωμή προς ένα πρόσωπο που είναι στη ουσία fraudster πραγματοποίησε στην παρουσίασή του ο Marcin Nadolny, Head of EMEA Fraud, FinCrime & Data Science της SAS.
Ο Marcin Nadolny τόνισε ότι απαιτείται μια ολιστική θεώρηση των antifraud συστημάτων τεχνολογίας, ώστε αυτά να περιλαμβάνουν από τη θέσπιση δυναμικών κανόνων και την ανάπτυξη antifraud μοντέλων έως το monitoring, τα alerts και τη διερεύνηση των περιστατικών (investigation management), αλλά και το reporting προς τη Διοίκηση του οργανισμού τις εποπτικές αρχές, και εξήγησε το πώς η πλατφόρμα SAS Viya ενσωματώνει αυτές τις λειτουργικότητες.
Στη σημασία εισαγωγής αυτοματισμών στις διαδικασίες εντοπισμού και αντιμετώπισης κρουσμάτων απάτης σε ψηφιακές συναλλαγές εστίασε ο Wojciech Oświeciński, Antifraud Manager στην Πολωνική Velobank. Περιγράφοντας την εμπειρία του από τη χρήση των antifraud λύσεων της SAS, ο W. Oświeciński τόνισε ότι, μεταξύ άλλων, η ενιαία διαχείριση δεδομένων σε ένα σημείο επιτρέπει τη λήψη αυτοματοποιημένων αποφάσεων βάσει των δεδομένων και των επιπέδων κινδύνου ενώ η χρήση visual analytics για την αναπαράσταση των δεδομένων διευκολύνει τον εντοπισμό συσχετίσεων ανάμεσα σε συναλλασσόμενους και μοτίβων απάτης, με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση χρόνου και χρήματος για τα τραπεζικά ιδρύματα.