Οι πολίτες σε όλον τον κόσμο εμπιστεύονται πολύ περισσότερο τις επιχειρήσεις παρά τους πολιτικούς τους ηγέτες, σύμφωνα με έρευνα που αποτυπώνει μια εικόνα αβεβαιότητας και απαισιοδοξίας την παραμονή του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός.
Το ετήσιο Βαρόμετρο Edelman Trust δείχνει ότι μόνο ένας στους πέντε ανθρώπους πιστεύει ότι το οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό σύστημα λειτουργεί υπέρ τους, ενώ σχεδόν το 60% πιστεύει ότι οι εμπορικές συγκρούσεις πλήττουν τις εταιρίες τους και θέτουν σε κίνδυνο τις θέσεις εργασίας τους.
Η αίσθηση απαισιοδοξίας είναι ισχυρότερη στις ανεπτυγμένες αγορές, όπου στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ιαπωνία, όπου το 84% της ευρύτερης κοινής γνώμης – εξαιρουμένης της «ενημερωμένης κοινής γνώμης» που είναι απόφοιτοι ανώτερης εκπαίδευσης, με εισόδημα άνω του μέσου όρου και παρακολουθούν τακτικά την ειδησεογραφία – δεν θεωρεί ότι θα είναι σε καλύτερη κατάσταση στα επόμενα πέντε χρόνια.
Ακολουθούν η Γαλλία με ποσοστό 79%, η Γερμανία με 74% και η Βρετανία με 72%. Τα ποσοστά αυτά απέχουν πολύ από τον μέσο όρο του 49% στις 27 χώρες που εξετάστηκαν στην έρευνα.
Ενώ επικρατεί μικρή βεβαιότητα για το ότι οι πολιτικοί θα διορθώσουν τα προβλήματα, οι άνθρωποι αυτοί στρέφονται στις επιχειρήσεις, με το 75% να υποστηρίζουν ότι εμπιστεύονται τον «εργοδότη» τους, συγκριτικά με 48% για τις κυβερνήσεις και 47% για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
«Οι διευθύνοντες σύμβουλοι πρέπει τώρα να έχουν πιο ορατό ρόλο, να επιδεικνύουν προσωπική δέσμευση, να σπεύδουν να καλύψουν το κενό διότι έχουμε κενό ηγεσίας στον κόσμο», δήλωσε στο Reuters ο Ρίτσαρντ Έντελμαν, επικεφαλής της εταιρίας επικοινωνίας και μάρκετινγκ, που διενήργησε την έρευνα.
Η αισιοδοξία είναι μεγαλύτερη στις ΗΠΑ, όπου σχεδόν το ήμισυ της κοινής γνώμης πιστεύει ότι θα είναι σε καλύτερη κατάσταση τα επόμενα πέντε χρόνια. Το αντίστοιχο ποσοστό για την «ενημερωμένη κοινή γνώμη», με ανώτερη μόρφωση και υψηλότερα εισοδήματα ανέρχεται στο 62%.
«Η χρηματιστηριακή αγορά ήταν πολύ καλή, η απορρύθμιση και οι χαμηλότεροι φόροι για τους οικονομικά ισχυρούς – είναι αρκετά καλά εάν είσαι στην ελίτ», δήλωσε ο Έντελμαν για τα ευρήματα αναφορικά με τις ΗΠΑ.
Η έρευνα, που βασίστηκε στις απαντήσεις 33.000 και πλέον ανθρώπων και διενεργήθηκε από τις 19 Οκτωβρίου έως τις 16 Νοεμβρίου, δημοσιοποιείται την παραμονή της συνάντησης στο Νταβός. Φέτος στις ελβετικές Άλπεις θα συγκεντρωθούν περίπου 3.000 υψηλόβαθμα στελέχη από τον επιχειρηματικό κόσμο και παγκόσμιοι ηγέτες εν μέσω ανησυχίας για τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνα, το Brexit και την επιβράδυνση της παγκόσμιας ανάπτυξης.
«Παραβίαση της εμπιστοσύνης»
Η απαισιοδοξία στην Ιαπωνία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και τη Βρετανία αντανακλά μια σειρά από παράγοντες.
«Πιστεύω ότι η Ιαπωνία ποτέ δεν ανέκαμψε πραγματικά από τη Φουκουσίμα, υπήρξε τέτοια παραβίαση της εμπιστοσύνης όταν αυτό συνέβη», δήλωσε ο Έντελμαν, αναφερόμενος στην προχειρότητα με την οποία χειρίστηκαν οι αρχές το πυρηνικό ατύχημα στη Φουκουσίμα το 2011.
Οι ενδείξεις για επιβράδυνση της παγκόσμιας ζήτησης και η απότομη ανατίμηση του γεν έχουν σκιάσει τις προοπτικές για την οικονομία της Ιαπωνίας, που βασίζεται στις εξαγωγές, και η κυβέρνηση σχεδιάζει αυξήσεις φόρων για να καλύψει το διογκούμενο κόστος της ιατρικής περίθαλψης του γηράσκοντος πληθυσμού της.
«Το πρόβλημα για τις τρεις (ευρωπαϊκές) χώρες … είναι ότι δεδομένης της πραγματικότητας ενός πιθανόν εξασθενημένου οικονομικού μέλλοντος, υπάρχει εκ των προτέρων βαθιά οργή», δήλωσε ο Έντελμαν.
Στη Γαλλία, αυτό που ξεκίνησε ως επανάσταση από χαμηλόμισθους εργάτες που διαμαρτύρονταν κατά των φόρων στα καύσιμα και της συρρίκνωσης του εισοδήματος των νοικοκυριών μετασχηματίστηκε σε επίθεση κατά του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και των μεταρρυθμίσεών του, οι οποίες οι διαδηλωτές θεωρούν ότι ευνοούν τους οικονομικά ισχυρούς.
Και στη Βρετανία, η κρίση του Brexit εντάθηκε την περασμένη εβδομάδα αφού η διετής προσπάθεια της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι να προχωρήσει σε ένα φιλικό διαζύγιο με την ΕΕ συνετρίβη στο κοινοβούλιο, στη μεγαλύτερη ήττα για έναν ηγέτη της χώρας στη σύγχρονη ιστορία.
Σύμφωνα με την έρευνα, ενώ μόνο το 49% του ευρύτερου πληθυσμού εμπιστεύεται θεσμούς όπως οι κυβερνήσεις, το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 65% μεταξύ των καλά ενημερωμένων πολιτών, με ανώτερη μόρφωση και υψηλό εισόδημα – η μεγαλύτερη διαφορά από τότε που ξεκίνησε η έρευνα πριν από 19 χρόνια.
Παρά την εκτεταμένη δυσπιστία απέναντι στα μέσα ενημέρωσης, η αβεβαιότητα για το μέλλον έχει οδηγήσει σε άλμα την ‘κατανάλωση’ και την ανταλλαγή ειδήσεων και πληροφοριών από τους πολίτες, σημειώνοντας αύξηση 22 ποσοστιαίων μονάδων σε ένα χρόνο στο 72%.
Πάνω όμως από το 70% δήλωσαν ότι ανησυχούν ότι οι ψευδείς πληροφορίες ή οι ψευδείς ειδήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως όπλο.
Στις ΗΠΑ, όπου ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει κατ’ επανάληψη αποκηρύξει τα μέσα ενημέρωσης ως κομιστές ψευδών ειδήσεων, καταγράφεται μεγάλη διακύμανση στην εμπιστοσύνη στα μίντια ανάλογα με τις πολιτικές πεποιθήσεις. Αυτοί που αυτοχαρακτηρίζονται ψηφοφόροι των Ρεπουμπλικάνων εμπιστεύονται τα μέσα ενημέρωσης σε ποσοστό μόνο 33% ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους ψηφοφόρους των Δημοκρατικών ανέρχεται στο 69%.