Γεμάτη εξελίξεις είναι η εκκίνηση του φετινού έτους, με ρυθμιστές τόσο εκτός όσο και εντός της ελληνικής αγοράς. Προφανώς, η εκλογή Τραμπ και οι σαρωτικές πρώτες ενέργειες της νέας διοίκησης έχουν προσδώσει δυναμική σε όλα τα επίπεδα, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό, από τα (γεω)πολιτικά μέχρι τα αμιγώς οικονομικά και, συνακόλουθα, τα επιχειρηματικά/επενδυτικά. 

Στο εσωτερικό, η αλληλουχία ουσιαστικών εξελίξεων είναι πρωτοφανής, σε σημείο που στους παλαιότερους θυμίζει μέρες του 2005-2007. Με οδηγό τους δύο κύριους κλάδους αιχμής, τον τραπεζικό και τον ευρύτερα εννοούμενο ενεργειακό, οι μέχρι στιγμής εξελίξεις προοιωνίζονται μια συνέχεια ανάλογη παλαιότερων –καλών– εποχών. 

Η επικείμενη απόκτηση του 70% της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Πειραιώς αναμένεται να αποτελέσει το πιο πρόσφατο deal με προστιθέμενη αξία όχι μόνο για τη συγκεκριμένη τράπεζα, αλλά ευρύτερα για τον κλάδο, που «επιστρέφει» στην ιδιωτική ασφαλιστική, στο bancassurance και τις συνέργειες που δημιουργούνται για τη συνέχεια. Κύριο όφελος η διεύρυνση της στενά εννοούμενης τραπεζικής, η πρόσβαση σε κλάδους και τομείς δραστηριοτήτων ικανούς να συντηρήσουν μια επαναλαμβανόμενη λειτουργική κερδοφορία, να ενισχύσουν την πιστωτική επέκταση, να παράξουν υπεραξία για τους μετόχους. Και μόνο το γεγονός ότι τα 850 εκατ. ευρώ διανομών σε μερίσματα το 2024 (κέρδη 2023) των τεσσάρων συστημικών ομίλων υπολογίζεται πως μπορεί να φτάσουν ακόμη και τα 2 δισ. είναι ενδεικτικό της μεγέθυνσης του κλάδου. 

Οι συζητήσεις ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ-Motor Oil για το ενδεχόμενο στρατηγικών συνεργειών, καταρχάς, από τη «λιανική ρεύματος», με πιθανές συμπράξεις και σε άλλους κλάδους, επιβεβαιώνουν τη θέση παραγόντων ότι ο ενεργειακός είναι ο δεύτερος πυλώνας εδραίας ανάπτυξης της εγχώριας επιχειρηματικότητας. 

Άσχετα από την έκβαση των επαφών των δύο ομίλων όσον αφορά ενδεχόμενη απόκτηση (;) της ΗΡΩΝ από την NRG, “talk of the town” αποτελεί η προσδοκία πως το 2025 θα είναι χρονιά καταλυτικών αλλαγών. Είχαν προηγηθεί η συμφωνία του CVC Capital με το ADI, με τη θυγατρική Pure Health να αποκτά το 60% του χαρτοφυλακίου κλινικών του Hellenic HealthCare Group, deal που, σύμφωνα με την «τιμολόγησή» του, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία premium αξίας και για το Ιατρικό Αθηνών. 

Παράλληλα, έχουμε και τις παρουσιάσεις σε ξένους διαχειριστές, με ενδεικτικές εκείνες της Piraeus Securities στο Παρίσι, του Capital Day της Attica Συμμετοχών στο Λονδίνο, roadshows με κοινό παρονομαστή την επιβεβαίωση πως ένα σημαντικό μέρος των εισηγμένων είναι “undervalue” σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. 

Τι σημαίνει αυτό; Πρακτικά, με την αποτίμηση των εισηγμένων να μην ξεπερνά καν τα 110 δισ. (σ.σ., για την ακρίβεια, τα 108,12 δισ., με τιμές Πέμπτης 6/1), η σχέση ως προς το ΑΕΠ είναι τουλάχιστον 40% υποτιμημένη με τον EuroStoxx. Θεωρητικά, η αποτίμηση των εισηγμένων για να έρθει σε επίπεδα ανάλογα του ευρωπαϊκού θα ήταν “fair value” στα 140 δισ., μέγεθος που, σύμφωνα με οίκους όπως λ.χ. η JPMC, θα μπορούσε να είναι αντίστοιχο αγοράς της κατηγορίας Developed Markets. Για να το προχωρήσω περισσότερο, σύμφωνα με την JPMC, στην προοπτική ένταξης του ΧΑ από τις ΕΜΕΑ σε DM, από τις 33 μετοχές (συμμετοχές στον FTSE Emerging Markets) οι 29 θα ήταν επιλέξιμες για τον FTSE Developed Markets. Τι θα σήμαινε αυτό, σε άμεσο χρόνο; Πάντα σύμφωνα με τη σχετική μελέτη του κορυφαίου επενδυτικο-τραπεζικού ομίλου στον κόσμο, εκροές 1,83 δισ. από index trackers των ΕΜ (παθητικούς διαχειριστές) και εισροές 1,75 δισ. από DM. Σε δεύτερο χρόνο, οι εισροές από hyper funds θα ήταν πολλαπλάσιες τόσο στην αγορά μετοχών (και εταιρικών ομολόγων) όσο και στην αγορά χρέους (κρατικών ομολόγων, εντόκων κ.λπ.) συν την εμβάθυνση της δευτερογενούς αγοράς του δημόσιου χρέους (ΟΔΔΗΧ).

AΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK