του Αλέξανδρου Αγγελόπουλου*
Παρά τις επιπόλαιες προβλέψεις κάποιων, η πορεία της φετινής σεζόν δεν είναι ιδιαίτερα καλή, ούτε σε επίπεδο αφίξεων και, σίγουρα, ούτε σε επίπεδο διανυκτερεύσεων και εισπράξεων. Τα σημάδια ήταν εμφανή από την αρχή της σεζόν, όπου και τότε κρούαμε τον κώδωνα του κινδύνου για μια χρονιά με μειωμένους δείκτες.
Θεωρητικά, διανύουμε την υψηλής ζήτησης και τιμής περίοδο του καλοκαιριού. Πρακτικά, είμαστε ήδη στον Ιούλιο και βλέπουμε προσφορές της τάξεως του 25% έως και 30% για το υπόλοιπο του καλοκαιριού.
Ακόμη και οι δύσπιστοι –ή εξαιρετικά αισιόδοξοι– βλέπουν την άλλοτε «αγαπημένη» μονάδα μέτρησης, τις αφίξεις, να σημειώνει πτώση. Θα περιμένουμε, φυσικά, τα επίσημα στοιχεία, με την περιορισμένη κάποιες φορές αξιοπιστία τους, για να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα. Παράλληλα, τα συμβόλαια της επόμενης χρονιάς υπογράφονται με μειώσεις ή, στην καλύτερη περίπτωση, στα φετινά επίπεδα τιμών.
Νέα κυβέρνηση, οικονομία φιλοξενίας και airbnb
Μόνο θετική μπορεί να είναι η αλλαγή ηγεσίας στο Υπουργείο Τουρισμού, αν και το έργο που καλούμαστε να φέρουμε εις πέρας, υπουργείο και φορείς, είναι κρίσιμο και δύσκολο για να αναστρέψουμε τους περιορισμούς που έχει ο τουρισμός, όπως αναπτύχθηκε στην Ελλάδα, και να στραφούμε στη, λιγότερο περιοριστική, «φιλοξενία», που είναι αυτή που μας δίνει την ανταγωνιστικότητά μας ως χώρας.
Η νέα κυβέρνηση φαίνεται να αντιλαμβάνεται τον θετικό αντίκτυπο της οικονομίας της φιλοξενίας σε όλους τους τομείς και τους κλάδους της οικονομίας και γενικότερα στην κοινωνία. Αποτελεί άλλωστε την κατεξοχήν εξαγωγική δραστηριότητα της Ελλάδας. Με ικανοποίηση ακούσαμε ότι οι πυλώνες της στρατηγικής της νέας ηγεσίας του υπουργείου είναι η βελτίωση των υποδομών, η ανάπτυξη του θεματικού τουρισμού, η ενίσχυση της εκπαίδευσης και η αναβάθμιση της ποιότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών. Επίσης, σημαντικό ήταν το κάλεσμα για συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων, και ελπίζουμε σε μια ουσιαστική συνεργασία.
Στις προγραμματικές προτάσεις της νέας κυβέρνησης, στις οποίες επιτέλους αναγνωρίζεται η συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ της χώρας, με ικανοποίηση διαβάσαμε ότι αποτελεί προτεραιότητα η παροχή φορολογικών ελαφρύνσεων. Πιστεύουμε να τηρηθούν οι δεσμεύσεις, γιατί τα τελευταία χρόνια ο κλάδος έχει υποστεί μεγάλο πλήγμα από τη συνεχή φορολογία και τις εισφορές σε συνδυασμό με τον υψηλό δανεισμό στον οποίο αναγκάστηκαν να στραφούν οι περισσότερες επιχειρήσεις.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πλειονότητα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων της χώρας είναι δυναμικότητας κάτω των 50 δωματίων. Μικρομεσαίες επιχειρήσεις που στηρίζουν την οικονομία και την απασχόληση των περισσότερων περιφερειών της χώρας.
Οι πρώτες μέρες του νέου υπουργού και του υφυπουργού δείχνουν μια τεχνοκρατική προσέγγιση, αλλά και μια διάθεση να τηρηθούν οι μικρές αποστάσεις με τους επιχειρηματίες του κλάδου. Ο νέος υπουργός Τουρισμού, κ. Χάρης Θεοχάρης, εξέφρασε την πρόθεση της κυβέρνησης να επιβάλει κατά τόπους περιορισμούς στις βραχυχρόνιες μισθώσεις.
Στην Ελλάδα, σε αντίθεση με πολλές μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, δεν έχουν τεθεί ακόμη τα απαραίτητα όρια, με αποτέλεσμα να ανθεί μια σκιώδης οικονομία και το κράτος να έχει μεγάλα διαφυγόντα έσοδα από τη συστηματική φοροδιαφυγή που προκύπτει από πλατφόρμες διαμοιρασμού.
Αυτό που ζητάμε ως κλάδος, αναγνωρίζοντας την παγκόσμια τάση, είναι φυσικά ο σεβασμός στις τοπικές κοινωνίες και η ίση αντιμετώπιση με τις υπόλοιπες επιχειρήσεις του κλάδου.
Οικονομία της φιλοξενίας
Για να εμβαθύνουμε λίγο στην οικονομία της φιλοξενίας και να τονίσουμε την ανάγκη αναβίωσης του όρου και των παραμέτρων της, αρκεί να σκεφτούμε απλά. Η έννοια της φιλοξενίας, που αποτελεί προνόμιο και ορολογία αυτής της χώρας, αναδεικνύει και το εύρος και τη βαρύτητα του κλάδου.
Ο κλάδος της φιλοξενίας στηρίζει το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, και η συνεργασία του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα είναι αναγκαία, αφού το τελικό προϊόν της φιλοξενίας δεν υφίσταται χωρίς τα 400+ επαγγέλματα που συνθέτουν το τελικό προϊόν, αυτό της ταξιδιωτικής εμπειρίας, αλλά και χωρίς την αποδοχή από πλευράς Πολιτείας του σύνθετου χαρακτήρα της.
Η οικονομία της φιλοξενίας αποτελεί αυτήν τη στιγμή το μεγαλύτερο επιχειρηματικό οικοσύστημα στην Ελλάδα και οι περισσότερες τοπικές οικονομίες στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό σε αυτήν. Επαγγέλματα που καταρχάς μοιάζουν ασύνδετα με την παροχή των υπηρεσιών τουρισμού αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της αλυσίδας, και δεν είναι τυχαίο το ότι η συνολική οικονομία πολλών περιφερειών της χώρας εξαρτάται άμεσα ή έμμεσα από τον τουρισμό σε επίπεδα της τάξεως του 80%.
Η καταγεγραμμένη συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ της χώρας αγγίζει το 20% και με κατάλληλες πολιτικές αυτή η συμβολή μπορεί να μεγιστοποιηθεί. Και παρότι η οικονομία της φιλοξενίας αποτελεί την κύρια εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας, λίγη σημασία έχει δοθεί σε αυτήν τα τελευταία χρόνια, εν μέσω μάλιστα μιας περιόδου κατά την οποία η Ευρώπη βιώνει βαθιά οικονομική και πολιτική κρίση και η Ελλάδα περιορίστηκε σε ρόλο οικονομίας δεύτερης και τρίτης ταχύτητας, με έντονα σημάδια εσωστρέφειας.
Επενδύσεις
Όσον αφορά τις επενδύσεις στη χώρα μας, πολλά είναι τα ξενοδοχεία που βρίσκονται σε δεινή οικονομική θέση και εξετάζουν λύσεις μέσα από τον συνδυασμό του αυξημένου ενδιαφέροντος από ξένους επενδυτές και της ανάγκης των τραπεζών να βρουν μια λύση σε χρόνια προβλήματα.
Πιστεύω πως δεν αποκλείεται τα επόμενα χρόνια να έχουμε αναδιάρθρωση του επιχειρηματικού χάρτη στον δικό μας κλάδο. Το θέμα είναι ότι ο ορίζοντας των περισσότερων ξένων funds που «κοιτούν» τον κλάδο της ξενοδοχίας είναι βραχυπρόθεσμος όταν οι επενδύσεις σε ακίνητα είναι μακράς απόσβεσης και απόδοσης. Είναι μάλιστα εξόχως ανησυχητικό το γεγονός ότι τέτοιες λύσεις θα οδηγήσουν σε μεταφορά του προβλήματος στο μέλλον, χωρίς να έχουν ληφθεί υπόψη οι υπό διαμόρφωση συγκυρίες.
Εμείς έχουμε δώσει μεγάλο βάρος στην Πελοπόννησο, που φαίνεται ότι είναι ένας προορισμός που έχει πολλά ακόμη να δώσει, και εξετάζουμε εναλλακτικά μοντέλα χρηματοδότησης που να αφήνουν προστιθέμενη αξία στον προορισμό. Η επανάληψη του μοντέλου της κορεσμένης Ρόδου θα ήταν καταστροφική, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και εκεί δεν υπάρχουν ξενοδόχοι-«μοντέλο».
Θεωρώντας ότι το 2020 είναι ενδεχομένως μια χρόνια που θα έχει τις ίδιες δυσκολίες, φροντίζουμε πάντα να φτιάχνουμε τις άμυνές μας και με μετριοπάθεια να κάνουμε βήματα προσαρμογής στις νέες τάσεις και απαιτήσεις του κοινού που υποδεχόμαστε.
*Ο κ. Αλέξανδρος Αγγελόπουλος είναι διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου Aldemar Resorts