Θεσμική ομιλία παρέθεσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, στην εκδήλωση «Επιχειρηματικά Βραβεία Χρήμα 2024», με θέμα «Πρόοδος, προκλήσεις και προτάσεις πολιτικής για την ελληνική οικονομία». Ακολουθεί ένα απόσπασμα της ομιλίας του:
«Παρά την αναμφίβολα θετική πορεία της οικονομίας έως τώρα και τις ευνοϊκές προοπτικές που διαγράφονται για το μέλλον, δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού. Η προσπάθεια οικονομικής ανάκαμψης από τη δεκαετή κρίση χρέους πρέπει να συνεχιστεί. Η προσπάθεια σύγκλισης με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η οποία έχει ξεκινήσει τα τελευταία πέντε χρόνια, απαιτεί ακόμη ισχυρότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Επιπλέον, η εξωτερική ζήτηση εκ μέρους των κυριότερων εμπορικών εταίρων παραμένει υποτονική. Το γεγονός αυτό αντανακλάται στην υποχώρηση των εξαγωγών αγαθών και εν μέρει στην επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Παράλληλα, η ελληνική οικονομία ενδέχεται να αντιμετωπίσει πρόσθετους κλυδωνισμούς από την ενίσχυση του εμπορικού προστατευτισμού στις ΗΠΑ. Παρότι οι άμεσες επιπτώσεις για την Ελλάδα από μια πιθανή επιβολή δασμών στις εξαγωγές της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναμένονται περιορισμένες, εξαιτίας του μικρού βαθμού εξαγωγικής της έκθεσης στις ΗΠΑ, εκτιμάται ότι θα υπάρξουν έμμεσες αρνητικές συνέπειες βραχυχρόνια. Η εξωτερική ζήτηση ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών θα μειωθεί, καθώς συναρτάται άμεσα από τον ρυθμό ανάπτυξης των εμπορικών της εταίρων στην Ευρώπη, που είναι ευάλωτος σε ένα γενικευμένο εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ. Η αναμενόμενη επιβράδυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας καθώς και η αύξηση της αβεβαιότητας και η συνακόλουθη χειροτέρευση των διεθνών χρηματοπιστωτικών συνθηκών ενδέχεται να κάμψουν τις ελληνικές εξαγωγές και τις επενδύσεις, αναστέλλοντας προσωρινά την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Επίσης, αρκετές εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες, κάποιες από τις οποίες προϋπήρχαν της κρίσης χρέους, παραμένουν. Για παράδειγμα, η έλλειψη ανταγωνισμού σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας, η οποία επιτείνει το παρατηρούμενο και διεθνώς πρόβλημα της ακρίβειας, το υψηλό δημόσιο χρέος, το μεγάλο επενδυτικό κενό, η χαμηλή αποταμίευση, η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα που επιδεινώνει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, καθώς και το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών και των νέων στο εργατικό δυναμικό και η γήρανση του πληθυσμού, που συμβάλλουν στη στενότητα της αγοράς εργασίας διαχρονικά, αποτελούν παράγοντες που περιορίζουν την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.
Σε αυτές τις εγχώριες αδυναμίες έρχονται να προστεθούν και παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η ένταση των γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων, ο γεωοικονομικός κατακερματισμός και η αναβίωση της τάσης προς τον εμπορικό προστατευτισμό, η κλιματική κρίση, η ενεργειακή ασφάλεια, η μετάβαση προς μια βιώσιμη και κυκλική οικονομία, καθώς και η επέλαση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών και ειδικότερα της Τεχνητής Νοημοσύνης».
AΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK