Στην έκδοση ομολόγων προχώρησαν, την προηγούμενη εβδομάδα, η Novo Nordisk και η Siemens, ανεβάζοντας σε πάνω από 1 τρισ. ευρώ τις πωλήσεις χρέους που διαχειρίστηκαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες από την αρχή του έτους.
«Το πάγωμα των εκδόσεων μετά την Ημέρα της Απελευθέρωσης (κατά Τραμπ) υπενθύμισε σε όλους ότι τα “παράθυρα” στις αγορές μπορεί να είναι παροδικά και τώρα είναι η κατάλληλη στιγμή για να αποκτήσετε πρόσβαση σε χρηματοδότηση σε ευρώ», δήλωσε η Φαμπιάνα ντελ Κάντο, συνεπικεφαλής Κεφαλαιαγορών EMEA στη Mitsubishi UFJ Financial Group.
Προφανώς, ένα «παράθυρο» σε περίοδο αβεβαιότητας στις διεθνείς αγορές, εν μέσω γεωπολιτικών αναδιατάξεων και με τα κόστη χρήματος σε υψηλά/προβληματικά επίπεδα, μπορεί ανά πάσα στιγμή να «κλείσει» απότομα, καθιστώντας απαγορευτική την έξοδο στις αγορές ενός κράτους, ενός επιχειρηματικού ομίλου.
Οι εκδόσεις στην αγορά κοινοπρακτικών ομολόγων της Ευρώπης έφτασαν στο επίπεδο-ορόσημο την Τρίτη, εννέα ημέρες ταχύτερα από το προηγούμενο ρεκόρ, που είχε σημειωθεί το 2024, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg. Στις εκδόσεις ομολόγων από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και τη Eurofima η υπερκάλυψη της προσφοράς ήταν από τις μεγαλύτερες που έχουν καταγραφεί ποτέ. Σε αυτήν τη συγκυρία, που η απόδοση του 10ετούς των ΗΠΑ φτάνει το 4,5% και του 30ετούς ξεπερνά το 5%, που στην Ιαπωνία αναζωπυρώνονται σενάρια για ενδεχόμενη κρίση χρέους και οι μεγάλες δυνάμεις συνεχίζουν να συσσωρεύουν χρυσό (σε φυσική μορφή), η έξοδος στις αγορές δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητη.
Σε αυτό το περιβάλλον, διεθνώς, ο ΟΔΔΗΧ αποφάσισε να μην προχωρήσει σε επανέκδοση ομολόγου, ακυρώνοντας τη σχετική διαδικασία. Ο λόγος; Με τα ταμειακά διαθέσιμα να παραμένουν στα 44 δισ. ευρώ και τα πρωτογενή πλεονάσματα να «αυγατίζουν», ο ΟΔΔΗΧ έχει την… πολυτέλεια να ακυρώνει εξόδους σε μια περίοδο στην οποία, στις αγορές, δεν προλαβαίνουν να καλύψουν την τεράστια ζήτηση των χωρών που πρέπει να εκδώσουν ομόλογα για να καλύψουν τις χρηματοδοτικές τους ανάγκες. Πολύ δε περισσότερο μετά τις αποφάσεις για το ReArmEU (που θα εκτοξεύσει τα δημοσιονομικά βάρη).
Πρακτικά, η διοίκηση του Οργανισμού ακύρωσε την επανέκδοση, καθώς, σε αυτήν τη φάση, δεν χρειαζόμαστε τα 200-250 εκατ. ευρώ. Το χρηματοδοτικό πρόγραμμα του 2025 έχει ουσιαστικά καλυφθεί, και ο στόχος πλέον είναι να συνεχιστούν οι πολύ καλές επιδόσεις όσον αφορά τον ρυθμό αποκλιμάκωσης του χρέους, οι οποίες, με τη σειρά τους, φέρνουν και τις αναβαθμίσεις από τις αγορές.
Εκ του αποτελέσματος, αποδεικνύεται ότι η διοίκηση έπραξε άριστα καλύπτοντας το ετήσιο πρόγραμμα από τον Φεβρουάριο («των φρονίμων τα παιδιά…»), αποφεύγοντας έτσι και τις αναταράξεις που πυροδότησε η επιβολή δασμών (στις αρχές Απριλίου).
H Ελλάδα έχει προγραμματίσει ακόμη πέντε επανεκδόσεις ομολόγων μέχρι το τέλος του έτους: τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, τον Σεπτέμβριο, τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο. Κάποιες θα πραγματοποιηθούν και κάποιες όχι, ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση στις διεθνείς αγορές συνδυαστικά με την πορεία των δημοσιονομικών της χώρας.
Έχοντας ήδη προπληρώσει τις δόσεις των διμερών δανείων του 2025 και του 2026, η ελληνική πλευρά θα επιδιώξει να περιορίσει και το ύψος του χρέους της γενικής κυβέρνησης, στοχεύοντας στον περιορισμό του σε λιγότερα των 360 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2026. Έτσι, το 2026, η αναλογία ως προς το ΑΕΠ θα είναι μικρότερη του 140%. Ίσως και να αυξηθούν οι πιθανότητες να διαψευστεί ο υπουργός Οικονομικών, ο οποίος προβλέπει ότι η Ελλάδα θα πάψει να είναι η χώρα με το μεγαλύτερο χρέος στην Ευρώπη το 2029. Θα μπορούσε να συμβεί δύο-τρία χρόνια νωρίτερα.
ΑΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK