Το 2022 σηματοδοτεί την συμπλήρωση 100 χρόνων στη λειτουργία μιας επιχείρησης απόλυτα συνδεδεμένης με την καθημερινότητα των Ελλήνων.
Μια συναρπαστική ανθρώπινη και επιχειρηματική ιστορία που ξεκίνησε το 1922 με τη Μικρασιατική καταστροφή και εντυπωσιάζει μέχρι σήμερα.
Το Μουσείο Μπενάκη και η εταιρεία Ε. Ι. Παπαδόπουλος Α.Ε. παρουσιάζουν την έκθεση με τίτλο «Παπαδοπούλου 100. Η ιστορία της Εταιρείας 1922-2022» στον εκθεσιακό χώρο του ισογείου του Μουσείου Μπενάκη / Πειραιώς 138.
Την έκθεση εγκαινίασε η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
«Πριν από 100 χρόνια ο πατέρας μας Ευάγγελος Παπαδόπουλος έφτασε στον Πειραιά».
Έτσι άρχισε τη σύντομη ομιλία της η Ιωάννα Παπαδοπούλου, πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της βιομηχανίας μπισκότων Παπαδοπούλου, προλογίζοντας την έκθεση
Μετά την καταστροφή του 1922, η Μαρία Παπαδοπούλου, πρόσφυγας από τη Μικρά Ασία, σύζυγος ενός μαραγκού, που ήξερε να φουρνίζει μπισκότα με μια νέα -τότε- γαλλική συνταγή στην Κωνσταντινούπολη, αποφασίζει να εγκατασταθεί στη Μασσαλία, με τα τρία της παιδιά, το Νίκο, τον Ευάγγελο και τον Θεόφιλο.
Το καράβι από την Κωνσταντινούπολη κάνει στάση στον Πειραιά και η Μαρία Παπαδοπούλου με τα τρία της παιδιά, κατεβαίνουν σε ένα καφενείο.
Παραγγέλνει έναν καφέ για την ίδια και μπισκότα για τα παιδιά.
“Τι είναι μπισκότα;” τη ρωτά ο ιδιοκτήτης.
Έτσι ξεκίνησε η εκπληκτική ιστορία.
Η οικογένεια Παπαδοπούλου αποφασίζει να μη συνεχίσει το ταξίδι. Θα μείνει στην ελληνική πρωτεύουσα και θα πουλάει μπισκότα.
Η αρχή δεν είναι εύκολη. Εγκαθίσταται σε έναν προσφυγικό καταυλισμό, κοντά στον Λυκαβητό. Εκεί ζύμωσαν το πρώτο Πτι-Μπερ της Ελλάδας.
Η Μαρία Παπαδοπούλου ζυμώνει τα μπισκότα, οι τρεις γιοι σφραγίζουν τη συσκευασία με μια ξύλινη σφραγίδα που γράφει “Αφοί Παπαδοπούλου, Ελλάς” και τα διανέμουν.
Αρχικά πόρτα-πόρτα και στη συνέχεια σε καταστήματα.
Η μητέρα προμηθεύεται πρώτες ύλες, όπως σόδα και αμμωνία, από το φαρμακείο Μαρινόπουλου στο κέντρο της Αθήνας και τα πουλάει στο κατάστημα Βασιλόπουλου, στην οδό Βουλής.
Σίγουρα, οι τρεις αυτές επιχειρηματικές οικογένειες δεν φαντάζονταν πως, έναν αιώνα μετά, θα είχαν κοινό τόπο στα… ράφια