του Δημήτρη Βασιλείου*
Πριν λίγες ημέρες (λίγο πριν την μεγάλη πυρκαγιά στο Μάτι) ετοιμαζόμουν να ταξιδέψω στη Σαντορίνη για δουλειά – μετά από 30 χρόνια.
Την παραμονή του ταξιδιού ακούω στο ραδιόφωνο ότι ο Δήμαρχος κατήγγειλε δημόσια επίθεση «φουσκωτών» στον μόνο υπάλληλο της Πολεοδομίας. Η εξήγηση που δόθηκε ήταν ότι επιχειρηματίες τον έδειραν γιατί προσπαθούσε να μπλοκάρει (στα δικαστήρια) μια «μεγάλη» τουριστική επένδυση. Και έτσι αποφάσισε ο Δήμαρχος να κλείσει και την Πολεοδομία του Δήμου για διαμαρτυρία.
Σκέφτηκα ότι αν η Σαντορίνη, παρά την εξάρτησή της από τον τουρισμό, αποφάσισε να συμπεριφερθεί ως “Γαλατικό Χωριό” στους “μεγαλοξενοδόχους” που επιβουλεύονται το αγνό πλην τίμιο περιβάλλον της, εγώ θα ήμουν ο πρώτος που θα υποστήριζα τη λογική της “φέρουσας ικανότητας”, δηλαδή το πόσο τουρισμό αντέχει ο τόπος – και, αν χρειαστεί, να γκρεμίσουμε και καμιά 100 ξενοδοχεία…
Εγώ θα μείνω χωρίς πελάτες αλλά αφού οι άνθρωποι αποφάσισαν να θυσιαστούν, σκέφτηκα, χαλάλι. Αρκεί να έχουμε ένα περιβαλλοντικό στολίδι στη μέση του Αιγαίου. Και να είμαι «εθνικά υπερήφανος» – όπως με το Δημοψήφισμα του 2015 ας πούμε.
Κι ύστερα “ήρθαν οι μέλισσες” – γιατί την άλλη μέρα βρέθηκα στο νησί. Επειδή στα θέματα του τουρισμού έχω επαγγελματική άποψη, το αν ένα μέρος έχει ξεπεράσει ή όχι τη φέρουσα ικανότητά του το αντιμετωπίζω επιστημονικά και όχι καφενόβια.
Άρα ΔΕΝ έχω τεκμηριωμένη άποψη αν η Σαντορίνη “σηκώνει” άλλα 100 ξενοδοχεία ή πρέπει να γκρεμίσουμε 200. Και εξ’ όσων γνωρίζω τέτοια μελέτη ΔΕΝ υπάρχει.
Ξέρω όμως ότι «τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους πισινούς». Σε κανένα τόπο από όσους έχω ταξιδέψει τελευταία για δουλειά, και έχω προσδοκίες λόγω φήμης, δεν ένιωσα τόση απογοήτευση όσο στη Σαντορίνη. Τέτοια εικόνα προχειρότητας, εγκατάλειψης, συμφόρησης και αυθαιρεσίας, ομολογώ ότι δεν την περίμενα.
Επισκέφθηκα ξενοδοχεία που ξένοι πληρώνουν εκατοντάδες ή χιλιάδες ευρώ τη βραδιά για να μείνουν (από Ιαπωνία, Κορέα, Αμερική, Αυστραλία), αλλά κυκλοφορώντας στο νησί νομίζεις ότι είσαι σε δευτεροκλασάτο χωριουδάκι της ελληνικής επαρχίας : σκουπίδια, κυκλοφοριακό χάος, στενοί και κακότεχνοι δρόμοι απόβλητα στα καλντερίμια, στάθμευση όπου-να-ναι, απουσία κάθε χωροταξικού σχεδιασμού και γενικά ένα μέρος που αν το έκρινα μόνο από την ύπαιθρό του δεν θα πήγαινα να μείνω ούτε δωρεάν – ευτυχώς υπάρχει το ηλιοβασίλεμα (για λιμάνι και γαϊδουράκια δεν λέω τίποτε …).
Και επειδή στο θέμα της “αυθεντικότητας” (όχι μόνο τροφίμων και τουρισμού που δραστηριοποιούμαι) έχω την τεχνογνωσία να πω μισή κουβέντα παραπάνω, θα κάνω μόνο μια παρατήρηση :
- όταν θες σαν τόπος (πχ Σαντορίνη ή Ελλάδα) να ζητάς «προστασία» επειδή οι «κακοί (ξένοι)» επιβουλεύονται την «αγνότητά» σου, ελάχιστη υποχρέωσή σου είναι να κάνεις σωστά ΠΡΩΤΑ το δικό σου μέρος της “δουλειάς”.
Αλλιώς το ελάχιστο που θα πάθεις είναι να μην σε πιστεύει κανείς και να βρίσκεσαι με ένα “Μνημόνιο” στην πλάτη. Ειδικά μάλιστα αν αληθεύουν οι φήμες ότι έχεις και ένα τεράστιο αποθεματικό στο “σεντούκι” και δεν έχεις καν πρόβλημα χρημάτων, φτάνεις στο σημείο η γκρίνια σου να γίνεται έως και ύποπτη. Και να “την πάθεις” σαν το τσοπανόπουλο – που στο τέλος είχε κάτι προβληματάκια με το λύκο και καμμιά στήριξη από κανέναν.
[- Tην ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η Ελληνική Προστασία της Φύσης απέσυρε ΟΛΕΣ τις Γαλάζιες Σημαίες από ΟΛΗ τη Ζάκυνθο λόγω σειράς περιβαλλοντικών παραβάσεων στο νησί – και μπράβο της, τουλάχιστον για το κουράγιο της και την ειλικρίνειά της.]
** ο Δημήτρης Βασιλείου είναι Επιχειρηματίας Τροφίμων και Γαστροτουρισμού, με πτυχίο Μηχανολόγου Μηχανικού και Μεταπτυχιακού σε Διοίκηση Επιχειρήσεων.
Είναι δημιουργός της “Authentic Greece”, καινοτόμου εταιρίας που αξιοποιεί τα Επώνυμα Τοπικά Τρόφιμα ως εργαλείο Marketing Ξενοδοχείων και Προορισμών.