Η ταυτότητα ενός πάμπλουτου Βρετανού επιχειρηματία, που είχε προσφύγει στη δικαιοσύνη για να μείνει ανώνυμος, μετά τις καταγγελίες σε βάρος του για σεξουαλική παρενόχληση, αποκαλύφθηκε τελικά από έναν βουλευτή, μετά το σκάνδαλο που ξέσπασε, προκαλώντας σοκ σε ολόκληρη τη χώρα.

Ο βουλευτής των Εργατικών Πίτερ Χέιν, μιλώντας στη Βουλή των Λόρδων, αποκάλυψε ότι ο εν λόγω ύποπτος είναι ο Φίλιπ Γκριν, ο δισεκατομμυριούχος ιδιοκτήτης μιας αυτοκρατορίας καταστημάτων χονδρεμπορίου και ειδών ένδυσης, μεταξύ των οποίων και το Top Shop.

Ο Χέιν διευκρίνισε ότι τον προσέγγισε ένα πρόσωπο που εμπλέκεται στην υπόθεση και ο ίδιος εκτίμησε ότι ήταν «καθήκον» του, αλλά και «προς το δημόσιο συμφέρον» να αποκαλύψει την ταυτότητα του Γκριν. Τόνισε μάλιστα ότι ο επιχειρηματίας «δαπάνησε σημαντικά ποσά για να κρύψει την αλήθεια για τις πράξεις του, τις επαναλαμβανόμενες σεξουαλικές παρενοχλήσεις και τη ρατσιστική συμπεριφορά του».

Ο Γκριν είχε προσφύγει στα δικαστήρια και πέτυχε να απαγορευτεί η δημοσιοποίηση του ονόματός του από τη συντηρητική εφημερίδα Daily Telegraph. Το γεγονός αυτό προκάλεσε αγανάκτηση στη Βρετανία, καθώς πολλοί ήταν εκείνοι που έκριναν ότι δίνεται με τον τρόπο αυτό η «άδεια» στους πλούσιους να γλιτώνουν από τα σκάνδαλα.

«Το βρετανικό σκάνδαλο #MeToo που δεν επιτρέπεται να αποκαλυφθεί» έγραφε χθες στο πρωτοσέλιδό της η εφημερίδα. Σημείωσε επίσης ότι, μετά από έρευνες οκτώ μηνών, με δικαστική απόφαση της απαγορεύτηκε να αποκαλύψει τις κατηγορίες που είχαν διατυπώσει σε βάρος του επιχειρηματία πολλοί εργαζόμενοι.

Το Εφετείο, όπου προσέφυγε με στρατιά δικηγόρων ο Γκριν, ανέστειλε προσωρινά τη δημοσίευση του ρεπορτάζ, εν αναμονή της δίκης. Στο σκεπτικό του αναφερόταν ότι οι πληροφορίες προέρχονταν κυρίως από τις εμπιστευτικές συμφωνίες που είχαν υπογράψει πέντε υπάλληλοι με τον επιχειρηματία.

Σύμφωνα με την Telegraph, που υπάκουσε και δεν δημοσιοποίησε το όνομά του, ο Γκριν δαπάνησε περίπου 500.000 λίρες για να εκπροσωπηθεί από μια ομάδα τουλάχιστον επτά δικηγόρων, του λονδρέζικου γραφείου Schillings. Πελάτης του ίδιου δικηγορικού γραφείου είναι και ο Πορτογάλος ποδοσφαιριστής Κριστιάνο Ρονάλντο που πρόσφατα κατηγορήθηκε για βιασμό…

«Φαίνεται ότι οι νόμοι μας επιτρέπουν στους πλούσιους και τους ισχυρούς να κάνουν ό,τι θέλουν αρκεί να πληρώνουν για να το αποσιωπούμε», δήλωσε οργισμένη η βουλευτίνα των Εργατικών Τζες Φίλιπς χθες.

«Εντολή μη δημοσίευσης για τους πλούσιους» έγραψε σήμερα η ταμπλόιντ The Sun.

Μετά το σάλο, ο Πίτερ Χέιν αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να σιωπήσει πλέον και χρησιμοποίησε το «βουλευτικό προνόμιό» του: με βάση τη βρετανική νομοθεσία, τα μέλη του κοινοβουλίου μπορούν να μιλούν ελεύθερα, ενώ τα σχόλιά τους, όποια και αν είναι αυτά, επιτρέπεται να μεταδίδονται από τα μέσα ενημέρωσης.

Σε ανακοίνωσή του, ο Γκριν διέψευσε ότι παραβίασε το νόμο και είπε ότι οι εταιρείες του έχουν ερευνήσει πλήρως τις καταγγελίες των εργαζομένων, ενώ αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες περί σεξουαλικής παρενόχλησης ή ρατσιστικής συμπεριφοράς εκ μέρους του.

Υποστήριξε επίσης ότι ο όμιλος Arcadia κάποιες φορές προβαίνει σε εμπιστευτικούς διακανονισμούς με υπαλλήλους που διατυπώνουν παράπονα, μια τακτική που ακολουθούν πολλές άλλες επιχειρήσεις.

Ο 66χρονος Γκριν αγόρασε τον όμιλο πολυκαταστημάτων Bhs το 2000 και τον Arcadia το 2002. Ο επιχειρηματίας, που έχει χρισθεί ιππότης από τη βασίλισσα Ελισάβετ, ήταν κάποτε γνωστός ως «ο βασιλιάς του εμπορικού δρόμου», όμως η φήμη του αμαυρώθηκε από την κατάρρευση της BHS, αφού πούλησε την αλυσίδα για 1 λίρα το 2015, σε έναν επιχειρηματία που είχε πτωχεύσει, «πετώντας» στο δρόμο χιλιάδες εργαζομένους.

Του αφαίρεσαν τον τίτλο του ιππότη

Ο Βρετανός επιχειρηματίας, στα 65 του χρόνια, κατάφερε να γίνει ένας από τους πιο μισητούς δισεκατομμυριούχους στη χώρα του μετά την απόφασή του να κλείσει την ιστορική αλυσίδα καταστημάτων Bhs, ενώ το 2016 το βρετανικό κοινοβούλιο τον χαρακτήρισε «απαράδεκτο εκπρόσωπο του καπιταλισμού».

Μάλιστα τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ψήφισε, για πρώτη φορά στα χρονικά, να του αφαιρεθεί ο τίτλος του «ιππότη».
Η περιουσία του Γκριν μαζί με εκείνη της συζύγου του λαίδης Τίνα Γκριν υπολογίζεται ότι ξεπερνάει σήμερα τα 3,8 δισ. λίρες, ή 5,3 δισ. δολάρια.

Είναι πρόεδρος του ομίλου Arcadia, ενός κολοσσού στο λιανεμπόριο, ο οποίος έχει στην ιδιοκτησία του τις αλυσίδες Topshop, Topman, Wallis, Evans, Burton, Miss Selfridge, Dorothy Perkins και Outfit. Στον όμιλο ανήκε επίσης η γνωστή αλυσίδα Bhs (British Home Stores), την οποία αγόρασε το 2000 αντί 200 εκατ. λιρών και την πούλησε για μία λίρα το 2015.

Όταν τα «έσπαγε» στη Μύκονο

Ο Βρετανός δισεκατομμυριούχος, ο οποίος οδήγησε στην ανεργία 11.000 υπαλλήλους μετά την πτώχευση της εταιρείας Bhs, είχε εντοπιστεί λίγο καιρό μετά να σπάει πιάτα στο εστιατόριο Caprice στη Μύκονο, έχοντας στο πλευρό του την Κρις Τζένερ και το σχεδιαστή μόδας Τόμι Χίλφιγκερ.

Αυτόπτης μάρτυρας είχε αναφέρει στην Daily Mirror ότι ο Γκριν και η παρέα του έκανε κομμάτια δύο δίσκους γεμάτους πιάτα.

«Εμένα μου φάνηκαν περίπου 200 τα πιάτα. Το μαγαζί άτυπα χρεώνει περίπου 15-20 ευρώ το πιάτο και οι περισσότεροι σπάνε 4-5 στο τέλος για να κάνουν κέφι», είχε υποστηρίξει.

Μάλιστα, τα βρετανικά ταμπλόιντ είχαν τότε καταγράψει τον Βρετανό δισεκατομμυριούχο στο κοσμοπολίτικο Nammos να διασκεδάζει με την ψυχή του, αδιαφορώντας για τους χιλιάδες ανθρώπους που έστειλε στην ανεργία εν μία νυκτί.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ