Σε εξέλιξη βρίσκεται η διαδικασία για τη διάθεση του 10% του μετοχικού κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ενώ ολοκληρώνεται και αυτή η φάση αναδιάταξης του εγχώριου banking. 

Ούτως ή άλλως, το 2024 ήταν έτος-σταθμός για τον τραπεζικό κλάδο, καθώς μειώθηκαν δραστικά τα NPLs, συνεχίστηκε η αποεπένδυση του ΤΧΣ (Πειραιώς, Εθνική), διανεμήθηκαν κέρδη στους μετόχους/επενδυτές, αναβαθμίστηκε από οίκους αξιολόγησης (λ.χ. Moody’s), επιτεύχθηκαν ικανοποιητικά μεγέθη (εξαμήνου) –με τις διοικήσεις να αιτούνται μεγαλύτερες προβλέψεις έναντι μείωσης του DTC–, συγκροτήθηκε το σχήμα Attica Bank-Παγκρήτια, επανήλθε στο Χρηματιστήριο Αθηνών η Τράπεζα Κύπρου, ενώ άρχισαν να «ξαναβλέπουν» προς τις αγορές του εξωτερικού. 

Δεδομένης της αυξημένης ζήτησης για το 10% της ΕΤΕ, η επιτυχία του εγχειρήματος προεξοφλείται από την κοινότητα και θεωρείται κάτι σαν “deal done”, ενσωματώνεται, ήδη, και επενδυτικά/χρηματιστηριακά. Πλέον, το εγχώριο banking θα πρέπει να «αναστοχαστεί» τον ρόλο του, τη σπουδαιότητά του όσον αφορά την εύρυθμη λειτουργία της εγχώριας επιχειρηματικότητας, των επαγγελματιών που αναιτιολόγητα παραμένουν “non bankable”, και να ενισχύσει την πιστωτική επέκταση που δεν θα περιορίζεται στους μεγάλους ομίλους, τα projects και τις επενδύσεις μέσω κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης. 

Αναμφίβολα, το τραπεζικό σύστημα υποστηρίχθηκε παντί τρόπω όλα τα προηγούμενα χρόνια προκειμένου να καταστεί δυνατή η επαναφορά του. Με κόστος και βάρη που πλήρωσε το μεγάλο μέρος της κοινωνίας, πλέον έχει έρθει ο χρόνος της ανταπόδοσης. Χρονιά-σταθμός ήταν το 2024 τόσο για τις διοικήσεις και τα υψηλόβαθμα στελέχη όσο και για τους εργαζόμενους και, βεβαίως, για τους επενδυτές και μετόχους. Ζητούμενο παραμένει ο επανακαθορισμός των προτεραιοτήτων ενόψει της συνέχειας, της «επόμενης ημέρας», αρχής γενόμενης από το 2025. 

Στα οικονομικά στοιχεία εννεαμήνου, που θα ανακοινωθούν σύντομα, θα αποτυπώνεται η αποκατάσταση της κεφαλαιακής ευρωστίας των τραπεζών –κυρίως των συστημικών–, δηλαδή των κύριων χρηματοδοτών της επιχειρηματικότητας και της πραγματικής οικονομίας. 

Αποτελέσματα που θα δικαιολογούν, πέραν της επιβράβευσης διοικήσεων και μετόχων, τον κύριο ρόλο της λειτουργίας των τραπεζών. Εάν το 2024 ήταν χρονιά-ορόσημο στη διαδικασία επιστροφής προς την κανονικότητα, ας τεθούν, από τώρα, στην αρχή του τελευταίου τριμήνου του έτους, οι βάσεις, οι προϋποθέσεις επαναφοράς τους και στην πραγματική οικονομία και την κοινωνία, το 2025.

AΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK