Προς το παρόν οι αυξήσεις των ναύλων από την πρώτη ημέρα της σύγκρουσης παραμένουν σε ελεγχόμενα επίπεδα. Ο δείκτης ναυλαγοράς εμπορευματοκιβωτίων Shanghai Container Freight Index υποχώρησε 1,5% κατά την πρώτη ολόκληρη εβδομάδα της στρατιωτικής εισβολής της Ρωσίας, με τους ναύλους προς τη Βόρεια Ευρώπη και τη Μεσόγειο να υποχωρούν 1,8% και 1,2% , αντίστοιχα.
Παρόλ’ αυτά εκτιμάται πως:
«Οι θετικές συνέπειες ως αποτέλεσμα των μετατοπίσεων από τις ναυτιλιακές εμπορευματικές μεταφορές και τις υπερσιβηρικές σιδηροδρομικές μεταφορές δεν θα είναι επαρκείς για να αντισταθμίσουν τη βραχυπρόθεσμη απώλεια φορτίου, με περαιτέρω διάβρωση που αναμένεται τις επόμενες εβδομάδες».
To ξέσπασμα του πολέμου σήμανε μια απότομη άνοδο της τιμής του πετρελαίου, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδό του εδώ και πάνω από μια δεκαετία. Αυτή η αύξηση των τιμών ακολουθήθηκε από παρόμοια απότομη αύξηση στο κόστος των καυσίμων.
«Η τιμή των καυσίμων παρουσίαζε αυξητική τάση στην αρχή του έτους, αλλά είναι σαφές ότι μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η τιμή αυξήθηκε απότομα ως συνέπεια», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Sea-Intelligence, Άλαν Μέρφι.
Ενώ η έκβαση της στρατιωτικής δραστηριότητας και η μελλοντική τιμή του πετρελαίου είναι αδύνατο να προβλεφθεί, αν οι τιμές παραμείνουν στο τρέχον υψηλό επίπεδο, ο κλάδος της ναυτιλίας που μεταφέρει εμπορευματοκιβώτια θα εξέταζε το κόστος που θα αυξανόταν κατά 7 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως σύμφωνα με τις τρέχουσες καταναλωτικές συνήθειες, είπε ο κ. Μέρφι.
«Αυτό φυσικά θα ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τη διάρκεια του ταξιδιού και το μέγεθος των πλοίων που χρησιμοποιούνται στο εμπόριο», πρόσθεσε και κατέληξε: «Αλλά είναι σαφές ότι θα οδηγήσει σε σημαντικές επιβαρύνσεις των τιμών των καυσίμων».