Το ΕΒΕΠ επισημαίνει ότι τα στοιχεία της ΑΑΔΕ δείχνουν τις παλαιές και νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές να έχουν ανέλθει στα 104,37 δισ. ευρώ, έχοντας προστεθεί 4,44 δισ. ευρώ σε ένα χρόνο.
Σύμφωνα με τον πρόεδρος του ΕΒΕΠ, κ. Β. Κορκίδη “…για άλλη μία φορά τα επίσημα στοιχεία καταδεικνύουν το γεγονός, οι λίγοι να χρωστούν τα πολλά και οι πολλοί τα λίγα, τόσο στην εφορία, όσο και στις τράπεζες. Το ερώτημά μας είναι εάν τα νέα όρια για την πρώτη κατοικία θέτουν εκτός προστασίας αδύναμες κοινωνικά ομάδες και εάν διατηρούν το ύψος των δανείων, αντί να λειτουργούν ως “κόφτες” σε όσους τη δικαιούνται. Οι νέες ρυθμίσεις ληξιπρόθεσμων οφειλών και δανείων που δρομολογούνται, θα πρέπει να εστιάζουν στους αποδεδειγμένα, εισοδηματικά και φοροδοτικά αδύναμους οφειλέτες, προστατεύοντας παράλληλα τους συνεπείς φορολογούμενους και δανειολήπτες…”
Τα νέα ληξιπρόθεσμα χρέη που βεβαιώθηκαν εντός του 2018, έφτασαν τα 10,94 δισ. ευρώ, ενώ έμειναν απλήρωτα τα 9,15 δισ. ευρώ, αλλά με τις εισπράξεις από ληξιπρόθεσμα αυξημένες στα 5,55 δις ευρώ, από 5,1 δις ευρώ το 2017. Παράλληλα, τον Ιανουάριο του 2019 μειώθηκε ο αριθμός των οφειλετών από 4,2 εκ. σε 4,06 εκ., κυρίως, λόγω ένταξης σε διάφορες ρυθμίσεις, αλλά αυξήθηκε ο αριθμός των φορολογουμένων που έχουν υποστεί αναγκαστικά μέτρα είσπραξης και κατασχέσεις σε 1,16 εκ. Το θεωρητικά “εισπράξιμο ποσό” των 86,26 δισ. ευρώ που περιλαμβάνει χρέη ΔΕΚΟ και άλλων επιχειρήσεων, η Α.Α.Δ.Ε. θα επιχειρήσει να το εισπράξει από κατασχέσεις περιουσιακών στοιχείων και τραπεζικών λογαριασμών, αλλιώς θα το προσθέσει στη δεξαμενή των 18,11 δις ευρώ “ανεπίδεκτων είσπραξης”. Το 2019, αντιμέτωποι με τις κατασχέσεις της εφορίας βρίσκονται επιπλέον 674.190 φορολογούμενοι με ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία, που χάνουν κάθε μήνα τη μάχη πληρωμής φόρων. Το αποτέλεσμα της υπερφορολόγησης είναι 9 στα 10 φυσικά πρόσωπα να έχουν χρέη έως 5.000 ευρώ και 6 στις 10 επιχειρήσεις να έχουν βαρύ φορτίο οφειλών.
Η νέα ρύθμιση που σχεδιάζει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης πρέπει να δώσει οικονομική ανάσα σε περίπου 4 εκ. ΑΦΜ, που χρωστούν στην εφορία. Η πλειονότητα των οφειλετών, περίπου 3,85 εκ. έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία έως 10.000 ευρώ και χρωστούν συνολικά 3,31 δις ευρώ, εκ των οποίων σε ρύθμιση βρίσκονται περίπου 873,8 εκ. ευρώ, δηλαδή σχεδόν το 40%. Σύμφωνα με τα στοιχεία, από 5.000 έως 10.000 ευρώ οφείλονται από 1,4 εκ. φορολογούμενους με τα χρέη να ανέρχονται σε 1,18 δις ευρώ και σε ρύθμιση να βρίσκονται τα 320 εκ. ευρώ. Επίσης, αξιοσημείωτο είναι ότι, έως 3.000 ευρώ φόρο εισοδήματος, οφείλουν 1,19 εκ., με το χρέος στα 503 εκ. ευρώ, εκ των οποίων έχουν ρυθμιστεί τα 147,9 εκ. ευρώ. Από το σύνολο των 104,4 δις ευρώ, ληξιπρόθεσμων οφειλών στην εφορία το 2018, σε ρύθμιση έχουν υπαχθεί τα 3,6 δις ευρώ, δηλαδή μόλις το 3,4%, επιβεβαιώνοντας πως οι φορολογούμενοι αδυνατούν να ανταποκριθούν στη μηνιαία καταβολή των δόσεων με αποτέλεσμα να χάνουν τις ρυθμίσεις χρεών.
Αναφορικά με το νέο θεσμικό πλαίσιο για την προστασία της πρώτης κατοικίας που θα αποτελέσει τη διάδοχη κατάσταση του νόμου Κατσέλη, οριστικοποιήθηκε η συμφωνία κυβέρνησης και τραπεζών. Οι δύο πλευρές κατέληξαν σε ένα σχέδιο το οποίο προβλέπει ότι το ανώτατο όριο της αντικειμενικής αξίας, όπου θα προστατεύεται η πρώτη κατοικία, θα ανέρχεται σε 250.000 ευρώ. Το όριο θα συνδυάζεται υποχρεωτικά και με το ύψος του δανεισμού, το οποίο ορίζεται σε 130.000 ευρώ, ενώ θα προβλέπεται και “κούρεμα” του δανείου, υπό τη προϋπόθεση το ανεξόφλητο ποσό του δανείου να υπερβαίνει το 120% της αξίας της πρώτης κατοικίας. Το νέο πλαίσιο θα περιλαμβάνει και τα επιχειρηματικά δάνεια που προσκρούουν σε εγγυήσεις πρώτης κατοικίας. Τα εισοδηματικά κριτήρια που πρέπει να πληρούν οι δανειολήπτες είναι, για ένα άτομο ετήσιο εισόδημα μέχρι 12.500 ευρώ, για ζευγάρι 21.000 ευρώ και επιπλέον 5.000 ευρώ για κάθε παιδί. Όλα τα οικονομικά και περιουσιακά στοιχεία του δανειολήπτη, θα υποβάλλονται σε μια πλατφόρμα, που με αντικειμενικά κριτήρια, θα αποφασίζει την υπαγωγή ή όχι κάποιου στο νέο πλαίσιο, ενώ θα είναι δυνατή και η παρακολούθηση του συνολικού δανεισμού σε όλες τις τράπεζες. Οι τράπεζες επιθυμούν την αναδρομική ισχύ του νέου νόμου για εκκρεμείς περιπτώσεις, ενώ όσοι επιθυμούν θα μπορούν να μεταπηδήσουν στο νέο πλαίσιο.
Οι αιτήσεις για ένταξη στον νόμο Κατσέλη έφτασαν συνολικά τις 220.000, εκ των οποίων οι 135.000 προσφυγές, εκκρεμούν. Από τις 85.000 που εκδικάστηκαν, οι 52.433 ολοκληρώθηκαν με 42.000 δημοσιευμένες αποφάσεις και οι υπόλοιπες έχουν ματαιωθεί ή συμβιβαστεί. Οι νέες αιτήσεις ανέρχονται σε 12.500 και συνεχίζονται με αυξητικούς ρυθμούς, αφού από τα 62,1 δις ευρώ στεγαστικά δάνεια τα 27,4 δις ευρώ είναι “κόκκινα”. Από αυτά, τα 11,9 δις ευρώ ή το 43% έχουν ήδη καταγγελθεί και βρίσκονται υπό καθεστώς δικαστικής προστασίας, ενώ τα υπόλοιπα 15,5 δις ευρώ ή το 57% είναι σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών. Οι τράπεζες εξέτασαν όλα τα σενάρια και κατέληξαν πως τα νέα όρια είναι ανάλογα του προηγούμενου νόμου. Η κοινή πρόταση θα διαβιβαστεί στους εποπτικούς θεσμούς για έγκριση, ώστε να νομοθετηθεί μέχρι τέλος Φεβρουαρίου.