Η «Νέα Συμφωνία για τους Καταναλωτές» στην ΕΕ κατέληξε σε μία χαμένη ευκαιρία των ΜμΕ για ένα απλουστευμένο και φιλικό ευρωπαϊκό νόμο.
Το παραπάνω τονίζεται σε ανακοίνωση της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας.
Υπενθυμίζεται ότι χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τη δέσμη μέτρων της σχετικά με τη «Νέα Συμφωνία για τους Καταναλωτές» – μια στοχοθετημένη αναθεώρηση του ευρωπαϊκού νόμου περί καταναλωτών.
Όπως σημειώνει η ΕΣΕΕ, η αναθεώρηση ακολουθεί τον νόμο περί ελέγχου των καταναλωτικών και εμπορικών πλαισίων και την παράλληλη αξιολόγηση της οδηγίας για τα δικαιώματα των καταναλωτών, με στόχο τον εντοπισμό υπερβολικών κανονιστικών επιβαρύνσεων, αλληλοεπικαλύψεων και ασυνεπειών που ενδέχεται να εμφανίστηκαν με την πάροδο του χρόνου.
Η ΕΣΕΕ δηλώνει ότι το αποτέλεσμα κατέληξε σε μια χαμένη ευκαιρία απλούστευσης του κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών και ότι υπερβολική έμφαση δίνεται στην επιβολή της νομοθεσίας, διότι, “παρόλο που κανείς δεν αμφισβητεί την αναγκαιότητα προστασίας των δικαιωμάτων των καταναλωτών, η πρόταση ασχολείται σχεδόν αποκλειστικά με την επιβολή και τις κυρώσεις και λόγω της πολυπλοκότητας του δικαίου των καταναλωτών, ο κίνδυνος των ΜμΕ που δεν έχουν νομική υπηρεσία και μπορεί να υποπέσουν σε απρόβλεπτες παραβάσεις είναι ιδιαίτερα υψηλός”.
Ως εκ τούτου, συνεχίζει η ΕΣΕΕ, είναι απογοητευτικό το γεγονός ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το αίτημά της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Βιοτεχνικών, Μικρών και Μεσαίων Επιχειρήσεων (UEAPME) να μειωθούν οι διατυπώσεις και να απλουστευθεί το κεκτημένο, χωρίς καν να μειωθεί το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών.
Η ίδια η Επιτροπή, όπως αναφέρει η ΕΣΕΕ, δικαιολόγησε τις προτάσεις παραπέμποντας σε πρόσφατες μεγάλης κλίμακας διασυνοριακές παραβιάσεις του κοινοτικού δικαίου για την προστασία των καταναλωτών, όπως το σκάνδαλο “Dieselgate” και τις μαζικές ακυρώσεις πτήσεων.
Δηλαδή, όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, για μια ακόμη φορά οι ΜμΕ θα πληρώσουν για την κακή συμπεριφορά ορισμένων μεγάλων παικτών, όπως συνέβη με τη νομοθεσία περί γεωλογικής παρεμπόδισης και το GDPR. Δηλαδή, Όπως δείχνουν διαφορετικές αναφορές, η μη συμμόρφωση είναι τις περισσότερες φορές για ορισμένους και συγκεκριμένους τομείς.
Επιπλέον εκτιμάται ότι, μολονότι στόχος της Επιτροπής είναι να αντιμετωπίσει τις εκτεταμένες παραβάσεις που πλήττουν τους καταναλωτές σε πολλά κράτη μέλη, τα προτεινόμενα κείμενα αφήνουν πολύ περιθώρια ερμηνείας και μπορούν να επηρεάσουν δυσανάλογα τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Η ΕΣΕΕ επίσης εξετάζει τη προτεινόμενη δυνατότητα των κρατών μελών να περιορίζουν τις πωλήσεις από πόρτα σε πόρτα. Δεν πρέπει να κατηγοριοποιούνται ως “άδικα” ή “παραπλανητικά” όλα αυτά μαζί. “Αφού επιτύχει ένα πλήρως εναρμονισμένο νομικό πλαίσιο στον τομέα των αποκαλούμενων αθέμιτων πρακτικών, η Επιτροπή επιθυμεί τώρα να γυρίσει το ρολόι προς τα πίσω και αυτό έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της εσωτερικής αγοράς και την αρχή της αναλογικότητας” όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η ΕΣΕΕ.
Επιπλέον, η πρόταση σχετικά με τις αγωγές παραλείψεως / τη συλλογική προσφυγή εγείρει πολλές ερωτήσεις. Ενώ η ΕΣΕΕ δεν είναι αντίθετη με την αρχή των συλλογικών δράσεων, όπως αναφέρει, η πρόταση δεν είναι ισορροπημένη υπέρ των καταναλωτών και λείπουν οι απαραίτητες διασφαλίσεις.
Εν ολίγοις, η ΕΣΕΕ χαιρετίζει το γεγονός ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη το αίτημα της UEAPME για την άρση δύο ειδικών υποχρεώσεων για τους εμπόρους όσον αφορά το δικαίωμα υπαναχώρησης των δεκατεσσάρων ημερών, το οποίο αποδείχθηκε ότι συνιστά δυσανάλογη επιβάρυνση. Οι έμποροι δεν θα είναι πλέον υποχρεωμένοι να αποδέχονται το δικαίωμα υπαναχώρησης όταν ο καταναλωτής έχει κάνει πραγματική χρήση ενός παραγγελθέντος αγαθού αντί να το δοκιμάζει μόνο. Επιπλέον, οι έμποροι επίσης δεν θα υποχρεωθούν να αποζημιώσουν τους καταναλωτές πριν λάβουν τα επιστρεφόμενα εμπορεύματα. Ωστόσο, θα μπορούσαν να γίνουν πολλά περισσότερα για την απλοποίηση και εντέλει την αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου πλαισίου.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΣΕΕ Βασίλη Κορκίδη, «δεν υπάρχει απλούστευση του κεκτημένου για την προστασία των καταναλωτών, ενώ αντίθετα δίνεται μεγάλη έμφαση στην επιβολή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Δεδομένου ότι η πολυπλοκότητα των κανόνων είναι ο βασικός λόγος για την ακούσια μη συμμόρφωση, η μόνη λύση ως φορέας των μικρομεσαίων είναι να επενδύσουμε στην πρόληψη και να ενημερώσουμε καλύτερα τους εμπόρους, για το σχέδιο νόμου αναφορικά με τη προστασία των καταναλωτών».