Το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών δημοσίευσε χθες μελέτη προσπαθώντας να υπολογίσει την πολλαπλασιαστική επίδραση που θα έχει στην οικονομία η αύξηση των δημοσίων δαπανών, στα πλαίσια της κυβερνητικής προσπάθειας να μετριάσει τις οδυνηρές επιπτώσεις της πανδημίας CoViD-19.
Για κάθε 1 εκατ. ευρώ πρόσθετης καταναλωτικής δαπάνης, το ΑΕΠ της χώρας αυξάνεται κατά 1,487 εκατ. ευρώ. Προκαλείται αύξηση της απασχόλησης κατά περίπου 33.542 εργαζομένους. Στα αρνητικά, προκαλείται επιβάρυνση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών κατά περίπου 359.000 ευρώ.
Η αύξηση της κρατικής καταναλωτικής δαπάνης κατά 5 δισ. ευρώ, αντιστοιχεί στο 2,7% του ΑΕΠ και προκαλεί:
- Αύξηση του ΑΕΠ κατά περίπου 3,97 ποσοστιαίες μονάδες,
- Αύξηση της συνολικής απασχόλησης στην οικονομία κατά περίπου 167.620 θέσεις εργασίας ή κατά περίπου 3,90 ποσοστιαίες μονάδες,
- Αύξηση του ελλείμματος του Ισοζυγίου Αγαθών και Υπηρεσιών κατά περίπου 1,8 δισ. ευρώ.
Σε προηγούμενη ανάλυση το ΚΕΠΕ υπολόγιζε ότι μια μείωση των τουριστικών εισπράξεων κατά 1 δισ. προκαλεί μείωση του ΑΕΠ κατά 0,57%, μείωση της απασχόλησης κατά 0,61% και αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών κατά 675,52 εκατ.
Συμπέρασμα:
Οι μοναδιαίες πολλαπλασιαστικές επιδράσεις των κρατικών δαπανών στην ελληνική οικονομία είναι ισχυρότερες από αυτές του τουριστικού τομέα.
Στο μέτρο που θα εξασφαλιστεί ο απαραίτητος δημοσιονομικός χώρος που απαιτείται για την άσκηση επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής και, ταυτόχρονα, θα ασκηθούν οι κατάλληλες αναδιανεμητικές πολιτικές, είναι εφικτό να αντισταθμιστεί σημαντικό μέρος των αρνητικών επιπτώσεων στην ελληνική οικονομία.
Από την άλλη πλευρά, οι αρνητικές επιπτώσεις στον εξωτερικό τομέα της χώρας δεν θα πρέπει να υποτιμηθούν, ενώ είναι εύλογο να αναμένονται αρνητικές επιπτώσεις τόσο στις εξαγωγές όσο και στην επενδυτική δραστηριότητα