Η στοχευμένη ενίσχυση κλάδων που έχουν μείνει πίσω θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματική εκ μέρους της κυβέρνησης

του Ηλία Ζαχαράκη, Fast Finance

Το 2025 φαίνεται ότι μπορεί να επαναλάβει τις αποδόσεις του 2023. Μετά από μια περίοδο ανάπαυλας και προσαρμογής των τιμών, το 2024, η νέα χρονιά ξεκίνησε με ισχυρές επιδόσεις, θέτοντας ως πρώτο στόχο τις 1.650 μονάδες και ως δεύτερο τις 1.900. Τα οικονομικά αποτελέσματα δικαιολογούν το ράλι των μετοχών, καθώς κάθε τρίμηνο αποδεικνύεται καλύτερο από το προηγούμενο.

Ο τραπεζικός κλάδος έχει, πλέον, αποδεσμευτεί από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), με θεσμικούς επενδυτές να κατέχουν σημαντικές θέσεις. Η αγορά, μέρα με τη μέρα, προσελκύει νέα κεφάλαια, με τον επόμενο στόχο να μην είναι απλώς η διατήρηση της επενδυτικής βαθμίδας, αλλά η αναβάθμιση της χώρας στις ανεπτυγμένες αγορές. Τα μερίσματα είναι, πλέον, γενναιόδωρα, επιστρέφοντας ακόμη και στον δοκιμασμένο τραπεζικό τομέα, ενώ οι ελληνικές εταιρείες παραμένουν σημαντικά υποτιμημένες σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Η εμπιστοσύνη προς την ελληνική οικονομία ενισχύεται συνεχώς, καθώς η χώρα ξεπερνά τους στόχους της, διατηρώντας ρυθμούς ανάπτυξης κατά 2% υψηλότερους από εκείνους των υπολοίπων. Η επικείμενη μείωση των επιτοκίων αναμένεται να έχει θετική επίδραση, μειώνοντας το κόστος δανεισμού τόσο για τις εισηγμένες εταιρείες όσο και για την ευρύτερη οικονομία, ενισχύοντας έτσι την κερδοφορία. Παράλληλα, η χαλάρωση των επιτοκίων αναμένεται να ενθαρρύνει νέες επενδύσεις, καθώς τα υψηλά επιτόκια αποτελούσαν τροχοπέδη σε αναπτυξιακά σχέδια. Ο τραπεζικός κλάδος, από την πλευρά του, είναι έτοιμος να διευρύνει τις χορηγήσεις δανείων, οι οποίες θα αυξάνονται γεωμετρικά όσο η οικονομία βελτιώνεται.

Η άνοδος του χρηματιστηρίου είναι βέβαιο πως θα προσελκύσει και νέα εγχώρια κεφάλαια, τα οποία μέχρι πρότινος είτε απείχαν είτε δεν ενδιαφέρονταν για τις αγορές. Η αγορά ομολόγων συνεχίζει να απορροφά κεφάλαια, καθώς οι επενδυτές σπεύδουν να «κλειδώσουν» αποδόσεις σημαντικά υψηλότερες από εκείνες των τραπεζικών καταθέσεων και των εντόκων γραμματίων.

Το 2025 ξεκίνησε με μία ακόμη επιτυχημένη εισαγωγή, αυτήν της Alter Ego Media, σε έναν κλάδο που είχε σχεδόν ξεχαστεί χρηματιστηριακά. Το επενδυτικό ενδιαφέρον αναμένεται να αυξηθεί, καθώς φημολογείται ότι κι άλλες εταιρείες έχουν ήδη δρομολογήσει την είσοδό τους στο χρηματιστήριο. Παράλληλα, η πρώτη παράλληλη διαπραγμάτευση ελληνικής εταιρείας στο Χρηματιστήριο του Λονδίνου –αυτή του Ομίλου ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΣ– αναμένεται να πραγματοποιηθεί στις αρχές του καλοκαιριού. Τα επενδυτικά roadshows των ελληνικών εταιρειών συγκεντρώνουν έντονο ενδιαφέρον, ενώ παρατηρείται αυξημένη κινητικότητα σε προσυμφωνημένα πακέτα συναλλαγών στο ταμπλό του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Η φετινή χρονιά δείχνει πως και η μεσαία κεφαλαιοποίηση μπορεί, πλέον, να πρωταγωνιστήσει, καθώς η μεγάλη κεφαλαιοποίηση –αν και αδίκως– έχει αρχίσει να προβληματίζει, λόγω υψηλών αποτιμήσεων. Ο ενεργειακός κλάδος συνεχίζει να ξεχωρίζει, με τη ΔΕΗ να αναδεικνύεται σε νέο ηγέτη, με προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης. Ο κατασκευαστικός κλάδος, σαφώς διαφοροποιημένος από το παρελθόν, δείχνει έτοιμος να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο και στο επόμενο διάστημα. Η εισροή νέων κεφαλαίων αναμένεται να κατευθυνθεί σε τίτλους που θεωρούνται υποτιμημένοι, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Όμιλο Βιοχάλκο.

Η προσπάθεια για τον τερματισμό του πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω το θετικό κλίμα στις αγορές. Την ίδια στιγμή, ο εμπορικός πόλεμος που φαίνεται να προαναγγέλλει ο Ντόναλντ Τραμπ εναντίον όλων μοιάζει περισσότερο με διαπραγματευτική τακτική, που ενδέχεται να αποτελέσει αφορμή για συσπείρωση της –πολιτικά αποδυναμωμένης– Ευρώπης.

Το 2025 αναμένεται να φέρει στο προσκήνιο σημαντικά deals, τα οποία βρίσκονται σε στάδιο προετοιμασίας και αναμένουν την κατάλληλη στιγμή για να ανακοινωθούν. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια συνεχίζουν να προσελκύουν νέους επενδυτές, έτοιμους να διαθέσουν χρόνο και κεφάλαια, κάτι που μπορεί να κάνει τη διαφορά στην οικονομία.
Η στοχευμένη ενίσχυση κλάδων που έχουν μείνει πίσω θα μπορούσε να είναι πιο αποτελεσματική εκ μέρους της κυβέρνησης. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο αγροτικός τομέας, ο οποίος, διαπιστώνοντας τη σημαντική υστέρησή του, έχει ήδη προχωρήσει στην ανακοίνωση σημαντικών επιδοτήσεων.

Το ζήτημα είναι να εντοπιστούν οι αδυναμίες και να μειωθεί η γραφειοκρατία, που εξακολουθεί να ταλαιπωρεί τόσο τους επενδυτές όσο και τους φορολογουμένους. Εξίσου σημαντική είναι η άμεση αντιμετώπιση ζητημάτων που εμποδίζουν την ανάπτυξη, όπως οι καθυστερήσεις στις αδειοδοτήσεις από πολεοδομίες και δήμους. Το πρόβλημα αυτό ταλανίζει εδώ και μήνες την οικοδομή, οδηγώντας σε στασιμότητα το μεγαλύτερο μέρος των έργων, έως ότου βρεθεί λύση.

Από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ