του Γιώργου Λαγαρία, Chief Economist, Forvis Mazars

Όταν ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε τους δασμούς του, τον Απρίλιο του 2025, οι αγορές κινήθηκαν απότομα καθοδικά. Σταδιακά, επανέκαμψαν, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος έδινε παρατάσεις. Και όταν, τελικά, αυτές έληξαν, και οι παγκόσμιοι δασμοί επανήλθαν, οι αγορές δεν αντέδρασαν και πάλι αρνητικά. Οι αμερικανικές μετοχές είναι σε ιστορικά υψηλά, οι ομολογιακές αγορές δείχνουν κάποια ανησυχία, αλλά εξακολουθούν να «χορεύουν» στους «ρυθμούς» μιας Fed που μειώνει επιτόκια. 

Γιατί; Δεν βλέπουν τα μακροπρόθεσμα ρίσκα από τις κινήσεις του Ντόναλντ Τραμπ; 

Η πολιτική και η γεωπολιτική έχουν, πλέον, προσπεράσει την οικονομία και την επιχειρηματικότητα σαν οδηγοί των επενδυτών. Κάθε μέρα, στον Economist, στους Financial Times και αλλού, οι επικεφαλίδες σχετίζονται με τους εμπορικούς πολέμους, την απώλεια της γεωπολιτικής ισχύος των ΗΠΑ, τον Τραμπ κ.λπ. 

Και, μετά, οι αναλυτές κοιτάζουν με απορία τις μετοχικές αγορές –και ώς ένα σημείο τις ομολογιακές– και βλέπουν ηρεμία –μια ηρεμία που δεν αντικατοπτρίζεται στις αποδόσεις. Είναι πολύ εύκολο να αποδοθούν όλα στο περίφημο TDS (Trump Derangement Syndrome), ένα κοροϊδευτικό μότο που έχουν οπαδοί του Αμερικανού προέδρου για όσους δεν «πιστεύουν» στις ηγετικές του ικανότητες. 

Σε αυτόν τον κόσμο, ο Τραμπ «γνωρίζει τα πάντα», σχεδόν μυστικιστικά, και οι αγορές το καταλαβαίνουν. Ή σε έναν αφορισμό ότι οι αγορές συνήθισαν τα κακά νέα όπως ένας βάτραχος που σιγοβράζει χωρίς να το καταλαβαίνει ή ότι νοιάζονται μόνο για το «φτηνό χρήμα σήμερα», χωρίς να ενδιαφέρονται για τα ρίσκα του «αύριο». 

Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ πιο πεζή. Οι διαχειριστές κεφαλαίων αντιμετωπίζουν έναν πολύπλοκο κόσμο: 

• πιο μακριά από το δολαριακό-αμερικανοκεντρικό μοντέλο με το οποίο μεγάλωσαν,

• με πιο εξαρτημένες κεντρικές τράπεζες,

• σε ύστερο κομμάτι του παγκόσμιου κύκλου χρέους,

• με μέρος του αμερικανικού κλάδου τεχνολογίας και ίσως άμυνας να εθνικοποιείται,

• και, βεβαίως, με τις παλινδρομήσεις του Αμερικανού προέδρου.

Για μια γενιά διαχειριστών που μεγάλωσε με τη Fed να μειώνει τα ρίσκα των επενδυτών –ουσιαστικά χειραγωγώντας τις αγορές ως ο μοναδικός παράγοντας που μέτραγε, για πάνω από μια δεκαετία– ο κόσμος είναι πιο πολύπλοκος. Και, ως εκ τούτου, λιγότερο προβλέψιμος. Όχι ότι δεν γίνονται προβλέψεις. Αλλά επειδή αυτές, πλέον, πραγματοποιούνται με πολύ χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης, είναι πολύ δύσκολο για τους επενδυτές να προστρέξουν όλοι να αυξήσουν ή να μειώσουν ρίσκο μόλις βγουν κάποια φρέσκα νέα, ακριβώς γιατί, πλέον, είναι λιγότερο προβλέψιμο τι αποτελεί «καλό» και τι «κακό» μακροπρόθεσμα.

Οι διαχειριστές διαφωνούν (άρα οι αγορές κινούνται σε διάφορες κατευθύνσεις και στον εξωτερικό παρατηρητή μπορεί να φαίνεται ότι δεν κινούνται) και είναι πιο προσεκτικοί στις τοποθετήσεις τους. Αντιδρούν στα νέα, όχι στη φήμη. Και γίνονται πιο προσεκτικοί στη διαχείριση ρίσκου. Δεν πρέπει να μπερδέψουμε μια προσεκτική αγορά με πολύ μεγαλύτερη διασπορά με μια αγορά που αγνοεί τα ρίσκα. Είναι εκεί και τα βλέπουμε. Αλλά κανείς δεν μπορεί να ξεπουλήσει προσεκτικά χτισμένες θέσεις μόνο βάσει γεωπολιτικών φόβων. Στο τέλος, μετράει η κερδοφορία των εταιρειών και η δυνατότητα των κρατών να ξεπληρώνουν τα χρέη τους στο νόμισμά τους.