Του ΧΡΗΣΤΟΥ Ν. ΚΩΝΣΤΑ
Η ανάγκη δημιουργίας υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων κάθε χρόνο στην Ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό, δεν προέκυψε από μία διαστροφική τεχνοκρατική εμμονή που σκοπό είχε να βασανίσει τους Έλληνες.
Η Ελλάδα, μετά τις αλλεπάλληλες διευθετήσεις του τεράστιου δημοσίου Χρέους της, έχει μία και μόνον μία υποχρέωση:
- Δεν έχει δικαίωμα να αυξήσει περαιτέρω το δημόσιο χρέος της. Οφείλει να πληρώνει τα τοκοχρεολύσια κάθε χρόνου χωρίς να προσφύγει σε νέο δανεισμό. Στο εξής κάθε έκδοση ομολόγων της Ελληνικής Δημοκρατίας οφείλει να αντικαθιστά τον υφιστάμενο διακρατικό δανεισμό ή τα δάνεια του ESM με χρήματα από τις αγορές.
Για τα επόμενα χρόνια, τα τοκοχρεολύσια υπολογίζονται σε 6-7 δις Ευρώ το χρόνο. Αυτό είναι το ποσό που η Ελλάδα οφείλει να πληρώνει χωρίς να καταφεύγει σε δανεισμό. Με τα σημερινά δεδομένα της Ελληνικής Οικονομίας αυτό αντιστοιχεί σε 3,5% του ΑΕΠ.
- Αν όμως με μια πραγματική αναπτυξιακή πολιτική, μ’ ένα σχέδιο πραγματικής προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ελληνικής Οικονομίας προσεγγίσουν τους αντίστοιχους ρυθμούς ανάπτυξης όλων των μεταμνημονιακών οικονομιών, το ίδιο ακριβώς ποσό, δηλαδή τα 6-7 δις Ευρώ το χρόνο θα αντιστοιχούν σε σαφώς μικρότερο ποσοστό του ΑΕΠ.
Αυτό λοιπόν που χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα, είναι η υιοθέτηση μιας πραγματικά αναπτυξιακής πολιτικής που να δείχνει στις αγορές και στους εταίρους ότι η χώρα άλλαξε σελίδα, άλλαξε νοοτροπία και εννοεί αυτά που λέει όσον αφορά την προσέλκυση επενδύσεων.
Στο προϋπολογισμό του 2020 που θα καταθέσει το Φθινόπωρο, η επόμενη κυβέρνηση της χώρας, το πρώτο σαφές μήνυμα θα δοθεί από μία θεαματική μείωση των φορολογικών συντελεστών και ένα εξαιρετικά φιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που θα πείσει τις αγορές και τους δανειστές ότι η μεγέθυνση του ΑΕΠ και η αύξηση της απασχόλησης είναι πρώτος και κύριος στόχος.
Μόνο η έναρξη των εργασιών, στο παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού μπορεί να ενισχύσει το ΑΕΠ της χώρας μέχρι και μία ποσοστιαία μονάδα ετησίως. Έχουν ήδη περάσει 7 χρόνια από το 2012, οπότε και επελέγη ο επενδυτής και η νέα κυβέρνηση έχει ως μοναδικό καθήκον να ρίξει τις μπουλντόζες στον συγκεκριμένο χώρο, χωρίς άλλες αβελτηρίες (έγκριση των πολεοδομικών μελετών του έργου μέσω κοινών υπουργικών αποφάσεων από τα υπουργεία Περιβάλλοντος και Οικονομικών, κλείσιμο των υπόλοιπων συμβατικών υποχρεώσεων κλπ)
Ακόμη και στον διαγωνισμό για την παραχώρηση της άδειας λειτουργίας του καζίνο η σημερινή Επιτροπή Παιγνίων (ΕΕΕΠ) έχε σκοπό να επιμηκύνει την ημερομηνία ολοκλήρωσης μόνο και μόνο για να μην συμβεί επί «Πρώτη Φορά Αριστερά Κυβέρνησης»…
Αντίστοιχα γρήγορες πρέπει να είναι οι πρωτοβουλίες στον χώρο της Ενέργειας. Κατόπιν «άνωθεν εντολών» ο διαγωνισμός για τα ΕΛΠΕ ναυάγησε, για να μην επωφεληθεί ο όμιλος Λάτση που κατείχε το 45,4%. Αυτομάτως επηρεάσθηκε και διαγωνισμός για ΔΕΠΑ αφού τα ΕΛΠΕ ελέγχουν το 35%. Στο θέμα της ΔΕΠΑ η νέα κυβέρνηση οφείλει να ξεφύγει από τα ιδεοληπτικά σχέδια της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας που μοναδικό στόχο είχαν -όχι την εξυπηρέτηση της οικονομίας ούτε την προσέλκυση επενδύσεων αλλά- τη διατήρηση των δικτύων φυσικού αερίου υπό κρατικό έλεγχο.
Αντίστοιχη πρέπει να είναι, η αποφασιστικότητα με την οποία θα διαχειριστεί η νέα κυβέρνηση τον μεγαλύτερο Έλληνα εργοδότη, τη ΔΕΗ. Στο πλαίσιο της διαρκούς αναβολής στη λήψη αποφάσεων, η σημερινή αποτυχημένη διοίκηση της ΔΕΗ, χωρίς την έγκριση της Κομισιόν, έδωσε νέα παράταση για την βολική ημερομηνία της 15ης Ιουλίου για τη υποβολή προσφορών στον διαγωνισμό για τις λιγνιτικές μονάδες Μεγαλόπολης και Φλώρινας.
Το πραγματικό μήνυμα προς τις αγορές όμως θα δοθεί όταν η νέα κυβέρνηση αποφασίσει να αξιοποιήσει δυναμικά και ουσιαστικά το μειοψηφικό ποσοστό του 17% της ΔΕΗ που βρίσκεται σήμερα θαμμένο στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ….
Αντίστοιχα δυναμική πρέπει να είναι η πολιτική αξιοποίησης των 10 μεγαλύτερων περιφερειακών λιμανιών της χώρας. Τα πετυχημένα παραδείγματα του ΟΛΠ και του ΟΛΘ δείχνουν τον δρόμο.
Με τέτοιου είδους πρωτοβουλίες, η συζήτηση για το 3,5% των πρωτογενών πλεονασμάτων πολύ σύντομα θα αποδειχθεί άχρηστη και ανούσια…