Η γαλλική μπαγκέτα εντάχθηκε στον Κατάλογο Παγκόσμιας Κληρονομιάς των Ηνωμένων Εθνών. O Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών για την Εκπαίδευση, την Επιστήμη και τον Πολιτισμό (UNESCO), που εδρεύει στο Παρίσι, ψήφισε σήμερα υπέρ της ένταξής της στον κατάλογό του της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ο οποίος ήδη περιλαμβάνει περίπου 600 στοιχεία από πάνω από 130 χώρες.
Η ένταξη της γαλλικής μπαγκέτας ή των “250 γραμμαρίων μαγείας και τελειότητας” –όπως την έχει χαρακτηρίσει ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν— στον κατάλογο της UNESCO, “εξυμνεί τον γαλλικό τρόπο ζωής: η μπαγκέτα είναι ένα καθημερινό τελετουργικό, ένα βασικό στοιχείο του γεύματος, συνώνυμο με το μοίρασμα και την καλή διάθεση”, είπε η επικεφαλής της UNESCO Οντρέ Αζουλέ.
“Είναι σημαντικό αυτές οι δεξιότητες και οι κοινωνικές συνήθειες να υπάρχουν και στο μέλλον”.
Το μακρόστενο ψωμί με την τραγανιστή κρούστα αποτελεί σύμβολο της Γαλλίας σε όλο τον κόσμο και έχει υπάρξει κεντρικό στοιχείο της γαλλικής διατροφής για τουλάχιστον 100 χρόνια παρότι κάποιοι θεωρούν ότι η ιστορία του είναι παλαιότερη.
Σύμφωνα με ένα μύθο, οι αρτοποιοί του Ναπολέοντα Βοναπάρτη επινόησαν το μακρόστενο σχήμα του ψωμιού για να καταστήσουν ευκολότερο να το μεταφέρουν οι στρατιώτες του, ενώ ένας άλλος μύθος υποστηρίζει ότι αυτός που ουσιαστικά επινόησε την μπαγκέτα είναι ένας αυστριακός αρτοποιός ονόματι Ογκούστ Ζανγκ.
Και ένας τρίτος μύθος συνδέει την εμφάνιση της μπαγκέτας με την κατασκευή του παρισινού μετρό στα τέλη του 19ου αιώνα και με την ιδέα ότι οι μπαγκέτες ήταν ευκολότερο να τυλιχθούν και να μοιραστούν αποφεύγοντας έτσι τους καβγάδες ανάμεσα στους εργάτες στο μετρό και τη δυσκολία εξεύρεσης μαχαιριού.
Το όνομά της το έλαβε επισήμως το 1920 όταν ένας νέος νόμος θέσπισε το κατώτερο επιτρεπτό της βάρος (80 γραμμάρια) και το ανώτατο μήκος (40 εκατοστά).
Στις ημέρες μας η μπαγκέτα (“ραβδί”) πωλείται στην τιμή του ενός ευρώ περίπου το τεμάχιο.
Παρότι η κατανάλωση της μπαγκέτας έχει μειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες η Γαλλία εξακολουθεί να παρασκευάζει περίπου 16 εκατομμύρια τεμάχια ημερησίως, δηλαδή σχεδόν έξι δισεκατομμύρια μπαγκέτες τον χρόνο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της εταιρείας Fiducial για το 2019.
Η ζύμη της παρασκευάζεται μόνο με αλεύρι, νερό, αλάτι και μαγιά και πρέπει να “ξεκουραστεί” για περίπου 15 με 20 ώρες σε θερμοκρασία μεταξύ 4 και 6 βαθμών Κελσίου, σύμφωνα με την Ομοσπονδία Αρτοποιών Γαλλίας, η οποία αγωνίζεται για την προστασία του προϊόντος από τα αντίστοιχα βιομηχανοποιημένα.
Τα συστατικά είναι πάντα τα ίδια, αλλά ο κάθε αρτοποιός προσδίδει το προσωπικό του ύφος. Κάθε χρόνο διοργανώνονται εθνικοί διαγωνισμοί για την ανάδειξη της καλύτερης μπαγκέτας στη χώρα.
Η Γαλλία χάνει κάθε χρόνο από το 1970 περίπου 400 αρτοποιεία που παρασκευάζουν χειροποίητα προϊόντα— από 55.000 (ένα ανά 790 κατοίκους), σήμερα ανέρχονται σε 35.000 (ένα ανά 2.000).
Η μείωση αυτή οφείλεται στην εξάπλωση των βιομηχανοποιημένων φούρνων και στην παρουσία των σούπερ μάρκετ σε επαρχιακές περιοχές όπου οι αστοί καταφεύγουν όλο και συχνότερα για την αγορά ψωμιού από προζύμι ή μπέργκερ αντί για μπαγκέτες.
“Αρχικά η μπαγκέτα θεωρούνταν είδος πολυτελείας. Η εργατική τάξη έτρωγε χωριάτικο ψωμί που σε χόρταινε περισσότερο”, εξηγεί ο Λουάκ Μπιενασί του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Ιστορίας των Τροφίμων και Πολιτισμών, ο οποίος βοήθησε στην προετοιμασία του φακέλου που υποβλήθηκε στην UNESCO.
“Στη συνέχεια επεκτάθηκε η κατανάλωσή της και η μπαγκέτα κατέκτησε την επαρχία στα χρόνια του 60′ και του 70′”, προσθέτει.
Η Γαλλία υπέβαλε σχετικό αίτημα στην UNESCO στις αρχές του 2021 με τις μπαγκέτες να επιλέγονται τελικά έναντι των τσίγκινων σκεπών του Παρισιού και του φεστιβάλ οίνου του Αρμπουά.