Του Δημήτρη Μαλλά
Την περασμένη εβδομάδα, η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε ένα πλάνο δράσεων και ενεργειών προκειμένου να εξελιχθεί σε ένα fintech hub. Για την ακρίβεια, ο στόχος είναι να εξελιχθεί στο μεγαλύτερο fintech hub σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά, το ερώτημα είναι κατά πόσον μπορεί να το πετύχει.
Η πραγματικότητα είναι πως η ΕΕ το χρειάζεται περισσότερο από ποτέ άλλοτε, δεδομένου ότι έχει μείνει πίσω σε πολλούς άλλους κρίσιμους τομείς των ψηφιακών τεχνολογιών. Αν καταφέρει να επαναλάβει αυτό που πέτυχε με το GSM και την κινητή τηλεφωνία τη δεκαετία του ’90, τότε ενδεχομένως να μπορέσει να έχει σημαίνοντα ρόλο στην παγκόσμια οικονομική σκηνή και να παραμείνει ανταγωνιστική. Ιδίως από τη στιγμή που το fintech είναι από τα πιο «καυτά» ζητήματα σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το σημείο εκκίνησης είναι αρκετά καλό: οι ευρωπαϊκές τράπεζες, ιδίως οι βρετανικές και οι ισπανικές, επενδύουν πολλά στο fintech οικοσύστημα. Βερολίνο και Λονδίνο θεωρούνται ως δύο από τις σημαντικότερες πόλεις του παγκόσμιου fintech οικοσυστήματος. Και επιπλέον υπάρχουν ουκ ολίγες fintech startups στην Ευρώπη που βρίσκονται μέσα στα top ονόματα του χώρου.
Από την άλλη πλευρά, το Brexit είναι πιθανό να επηρεάσει σημαντικά τη σχέση που έχει αρχίσει να δημιουργείται μεταξύ του fintech και της ΕΕ.
Και το κυριότερο πρόβλημα δεν είναι άλλο από το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο παραμένει κατακερματισμένο.
Ο συντονισμός των ρυθμιστικών αρχών όλων των κρατών – μελών είναι σημείο – κλειδί και είναι ενδεχομένως το μεγαλύτερο εμπόδιο που θα κληθεί να ξεπεράσει η ΕΕ αν θέλει να γίνει σημαντικός «παίκτης» στο χώρο του fintech.
Το παρελθόν έχει δείξει ότι η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία δεν αφήνει πολλά περιθώρια για επιτάχυνση των διαδικασιών.
Και σε μία εποχή όπου τα πάντα κινούνται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, η όποια επιβράδυνση μπορεί να αποτελέσει σημαντική τροχοπέδη. Και να έχει ως αποτέλεσμα η Ευρώπη να χάσει ένα πολύ σημαντικό τρένο…