Τα ελληνικά προϊόντα επιδεικνύουν, σύμφωνα με τους αναλυτές της ΕΤΕ, ισχυρές άμυνες εν μέσω μιας δυσχερούς συγκυρίας, αυξάνοντας τα μερίδια τους στην πλειοψηφία των μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών.

Στην εξαιρετική ανθεκτικότητα που εμφανίζουν οι ελληνικές εξαγωγές στις εξωγενείς συσταλτικές πιέσεις που δέχονται, αναφέρεται η τελευταία ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας.

Συγκεκριμένα, ενώ η πρώτη ανάγνωση των δεδομένων φανερώνει σημάδια επιβράδυνσης της δυναμικής των ελληνικών εξαγωγών, η ανάλυση σε βάθος που διενεργείται στο νέο τεύχος της σειράς μελετών «Τάσεις του Επιχειρείν» της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της ΕΤΕ καταλήγει σε ένα συμπέρασμα που εντυπωσιάζει:

Τα ελληνικά προϊόντα επιδεικνύουν ισχυρές άμυνες εν μέσω μιας δυσχερούς συγκυρίας, αυξάνοντας τα μερίδια τους στην πλειοψηφία των μεγάλων ευρωπαϊκών αγορών. Με την ανταγωνιστικότητά τους άθικτη και τις παραγγελίες τους ψηλά, οι Έλληνες εξαγωγείς εμφανίζονται σε θέση να αξιοποιήσουν τη σταδιακή ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας για να ανεβάσουν πάλι ρυθμούς προσεγγίζοντας την επόμενη χρονιά τη μεσοπρόθεσμη δυναμική τους.

Αναλυτικότερα, οριακή άνοδο (+0,4%) σημείωσαν οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών (εκτός ενέργειας) σε αποπληθωρισμένους όρους το τρίμηνο Φεβρουαρίου-Απριλίου 2023, ρίχνοντας ταχύτητα μετά από μια διετία αλματώδους ανάπτυξης (με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 10%). Η επιβράδυνση ήταν αρκετά γενικευμένη, με την πλειοψηφία των κλάδων και των βασικών προορισμών να σημειώνουν αναιμικές επιδόσεις.

Ειδικότερα:

Σε κλαδικό επίπεδο, οι ισχυρότερες περιοριστικές επιδράσεις προέρχονται από τα μέταλλα (κυρίως το χαλκό) και τα φάρμακα, με ετήσια πτώση εξαγωγών της τάξης του 6-8%. Μόνο ισχυρό θετικό αντίβαρο ήταν η ανοδική τάση των τροφίμων (+15%), η οποία εν πολλοίς στηρίχθηκε στο διπλασιασμό των εξαγωγών ελαιόλαδου, λόγω ευνοϊκής συγκυρίας για την Ελλάδα στη μεσογειακή αγορά.

Σε επίπεδο προορισμών, χαμηλές επιδόσεις σημειώθηκαν σε βασικές αγορές της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής (οι οποίες αθροιστικά καλύπτουν σχεδόν τα ¾ των ελληνικών εξαγωγών), υπό την επίδραση της αδύναμης ζήτησης στις αγορές τους.

Εξαίρεση αποτελεί η ανοδική πορεία των ελληνικών προϊόντων στις αγορές των Βαλκανίων (+6% ετησίως), και κυρίως προς Βουλγαρία όπου η Ελλάδα (πέρα από τις κρίσιμες ροές φυσικού αερίου) ενισχύει την πράσινη μετάβαση της οικονομίας της μέσω σημαντικών εξαγωγών ειδών φωτισμού χαμηλής ενεργειακής κατανάλωσης (LED).

Εμβαθύνοντας στην ευρωπαϊκή αγορά, διαπιστώνουμε ότι οι συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας αποτυπώνονται στις συνολικές εισαγωγές της, οι οποίες παρέμειναν στάσιμες το τελευταίο τρίμηνο (από άνοδο 18% το προηγούμενο εννεάμηνο). Στα πλαίσια αυτού του αναιμικού περιβάλλοντος (με την ΕΕ αγορά να απορροφά τα ⅔ των ελληνικών εξαγωγών), τα ελληνικά προϊόντα εκπλήσσουν θετικά με την υψηλή ανταγωνιστικότητά τους, πετυχαίνοντας να ενισχύσουν το μερίδιο τους στην ΕΕ κατά 5% το τελευταίο τρίμηνο (σε 0,40%, από 0,38% το προηγούμενο εννεάμηνο). Συγκεκριμένα, η λεπτομερής ανάλυση ανά κλάδο και ανά χώρα αποτύπωσε αυξημένη διείσδυσή των ελληνικών προϊόντων στα 2/3 των περιπτώσεων, επιβεβαιώνοντας την ευρύτητα της ενισχυμένης ανταγωνιστικότητας για τη χώρα μας. Στο σημείο αυτό σημειώνουμε ότι το συγκυριακά έντονα ανοδικό ελαιόλαδο έχει αφαιρεθεί από τη συγκεκριμένη ανάλυση μεριδίων για την αποφυγή μεροληπτικού σφάλματος στα αποτελέσματά μας.

Ειδικότερα, υψηλότερη αύξηση μεριδίου εντοπίζεται στα τρόφιμα (πέρα από την αλματώδη άνοδο του ελαιολάδου) και τα φάρμακα, ενώ σε επίπεδο προορισμών θετικά ξεχωρίζουν η Κύπρος, η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι άνω ενδείξεις αυξημένης ανταγωνιστικότητας συνάδουν με την «αίσθηση» των ίδιων των Ελλήνων εξαγωγέων, όπως αυτή αποτυπώθηκε σε πρόσφατη έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (με το σχετικό δείκτη να καταγράφει την υψηλότερη θετική απόκλιση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο κατά την τελευταία 20ετία).

Κοιτάζοντας μπροστά, θετικά είναι τα σημάδια για σταδιακή βελτίωση των επιδόσεων των ελληνικών εξαγωγών, καθώς:

  • Ανοδικούς ρυθμούς έδειξαν τα πρώτα στοιχεία για τις εξαγωγές Μαΐου (+2,8% ετησίως).
  • Σημαντική αναμένεται η ενίσχυση των ελληνικών εξαγωγών από την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής ζήτησης, καθώς βάσει των εκτιμήσεών μας τα ¾ της μεταβλητότητας των ελληνικών εξαγωγών κατά την τελευταία 20ετία ερμηνεύονται από τις διακυμάνσεις του ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
  • Ισχυρά αισιόδοξες είναι οι προσδοκίες των ελληνικών επιχειρήσεων για τις εξαγωγικές παραγγελίες (με το σχετικό δείκτη να υπερβαίνει κατά 7 μονάδες τον ευρωπαϊκό μέσο όρο).

Συνεκτιμώντας όλα τα παραπάνω, οι ελληνικές εξαγωγές αναμένεται να προσεγγίσουν ρυθμούς ανόδου της τάξης του 2,5% το 2023 και να επιστρέψουν στη μεσοπρόθεσμη τάση του 5% το 2024, αυξάνοντας έτσι την εξωστρέφεια της χώρας και στηρίζοντας ενεργά την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.