Οι τοπικές κοινότητες στη Βόρεια Ελλάδα και την Πελοπόννησο που εξαρτώνται παραδοσιακά από την εξόρυξη άνθρακα και λιγνίτη, τη βαριά βιομηχανία και την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, αναμένεται να επωφεληθούν από νέες επενδύσεις ύψους έως 325 εκατ. ευρώ και βέλτιστες πρακτικές τεχνικού χαρακτήρα που υποστηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, καθώς και από επιχορηγήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η νέα πρωτοβουλία έχει σχεδιαστεί ειδικά για να υποστηρίξει το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης της ελληνικής κυβέρνησης.
Η νέα συμφωνία θα «ξεκλειδώσει» επενδύσεις στους τομείς της βιώσιμης ενέργειας, της πράσινης κινητικότητας, της κοινωνικής στέγασης, της ανάπτυξης δεξιοτήτων και της κατάρτισης και του περιβάλλοντος
Επιπρόσθετα, αναμένεται να ενισχύσει τα επόμενα έτη την απασχόληση στη Δυτική Μακεδονία, ειδικά στις περιοχές της Κοζάνης και της Φλώρινας, καθώς και στη Μεγαλόπολη στην Πελοπόννησο.
Η συμφωνία υπογράφηκε σήμερα στην Αθήνα από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα και τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Werner Hoyer, παρουσία του Christian Kettel Thomsen, αντιπροέδρου της ΕΤΕπ, υπεύθυνου για την Ελλάδα και την ενέργεια και του Προέδρου της Συντονιστικής Επιτροπής του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, Κωστή Μουσουρούλη, .
«Η Ελλάδα ήταν μία από τις πρώτες χώρες που υποστήριξε τους αναθεωρημένους στόχους της Ε.Ε. για μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% έως το 2030 σε σχέση με το 1990. Πριν από δύο χρόνια ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ανακοίνωσε στη Σύνοδο Κορυφής του ΟΗΕ για το Κλίμα, την εμβληματική μεταρρύθμιση της απολιγνιτοποίησης με την απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028, η οποία αποτελεί τον ταχύτερο τρόπο μείωσης εκπομπών C02 στο πλαίσιο της επίτευξης των στόχων για το 2030. Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι μια τόσο μεγάλη αλλαγή αναπόφευκτα θα αποτελέσει σοβαρή πρόκληση για τις τοπικές οικονομίες στη Δυτική Μακεδονία και την Πελοπόννησο, οι οποίες είναι τώρα σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένες από τον λιγνίτη, αλλά και για το ηλεκτρικό δίκτυο της χώρας. Για τον λόγο αυτόν, εμπειρογνώμονες από την Κυβέρνηση και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων εργάζονται σκληρά προκειμένου να προωθήσουν στοχευμένες επενδύσεις στο πλαίσιο του Πανευρωπαϊκού Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης. Η νέα συνεργασία μεταξύ της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στη μετάβαση σε μια νέα, βιώσιμη οικονομία, όχι μόνο για τις λιγνιτικές περιοχές αλλά για ολόκληρη τη χώρα. Θα προετοιμάσει το έδαφος για νέες επενδύσεις στους κλάδους της ενέργειας, του περιβάλλοντος, των μεταφορών και των ακινήτων. Θα συμβάλλει επίσης στην ανάπτυξη δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την αναβάθμιση των υποδομών και του περιβάλλοντος στις βιομηχανικές περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Πελοποννήσου. Θα εξασφαλίσει επίσης ότι η Ελλάδα θα επωφεληθεί από τη νέα χρηματοδότηση στο πλαίσιο του Πανευρωπαϊκού Μηχανισμού Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, μόλις αυτή εγκριθεί», δήλωσε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας.
Ο Επικεφαλής της Συντονιστικής Επιτροπής του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, Κωστής Μουσουρούλης, δήλωσε: «Με την αμετάκλητη δέσμευση της ΕΤΕπ να αναλάβει ρόλο βασικού εταίρου χρηματοδότησης και τεχνικής υποστήριξης αναπτυξιακών έργων στρατηγικού χαρακτήρα στις υπό μετάβαση ελληνικές περιοχές, κάνουμε ένα ακόμη αποφασιστικό βήμα προς την υλοποίηση του μεγαλύτερου σχεδίου οικονομικής διαφοροποίησης και βιώσιμης τοπικής ανάπτυξης που οργανώθηκε ποτέ στη χώρα. Ένα ποσοστό του κόστους των έργων εκείνων που θα δανειοδοτηθούν από την ΕΤΈπ θα επιχορηγείται απευθείας από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε., ενισχύοντας περαιτέρω την ήδη εξασφαλισμένη για το Πρόγραμμα Δίκαιης Μετάβασης δημόσια χρηματοδότηση ύψους 1,6 δισ. ευρώ. Είμαστε έτοιμοι να υποβάλουμε το Πρόγραμμα αυτό προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με στόχο την οικονομική διαφοροποίηση των εξαρτημένων από τον άνθρακα ηπειρωτικών και νησιωτικών περιοχών της χώρας. Επιπλέον, στο πρόσφατα εγκεκριμένο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης εντάχθηκαν μεγάλα έργα αποκατάστασης των εδαφών στα πεδία εξόρυξης λιγνίτη και θα χρηματοδοτηθούν με 300 εκατ. Ευρώ. Ταυτόχρονα, διασφαλίσαμε τη δυνατότητα παροχής ισχυρών επενδυτικών κινήτρων αυξημένων κατά 15%-25% σε σχέση με ό,τι ισχύει σήμερα, τα οποία θα κινητοποιήσουν τεράστια ιδιωτικά κεφάλαια σε όλες τις περιοχές σε μετάβαση.
Η Ευρώπη ηγείται της παγκόσμιας προσπάθειας για ένα βιώσιμο μέλλον, με την Ελλάδα από την Ελλάδα».
«Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ως τράπεζα της ΕΕ για το κλίμα, είναι προσηλωμένη στην αύξηση της οικονομικής υποστήριξης και της στήριξης σε θέματα βέλτιστων πρακτικών για δημόσιες επενδύσεις υψηλού αντικτύπου σε περιοχές στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη της Ευρώπης οι οποίες επηρεάζονται περισσότερο από την ενεργειακή μετάβαση. Η Ελλάδα έχει κάνει τολμηρά βήματα για τον τερματισμό της παραγωγής λιγνίτη και η συμφωνία που υπεγράφη σήμερα θα επιτρέψει ακόμη στενότερη συνεργασία μεταξύ των Ελλήνων εταίρων μας από τον δημόσιο τομέα και της ειδικής Ομάδας Επενδύσεων της ΕΤΕπ για την Ελλάδα. Έτσι, θα επιταχυνθούν οι προσπάθειες εντοπισμού, υλοποίησης και χρηματοδότησης βιώσιμων επενδύσεων σε βιομηχανικές περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας και της Πελοποννήσου μέσα στα επόμενα χρόνια. Αυτή η συμφωνία θα εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα επωφεληθεί από στοχευμένη χρηματοδότηση στο πλαίσιο του πανευρωπαϊκού Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης και θα μεγιστοποιήσει τον αντίκτυπο του Σχεδίου Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης της Ελλάδας», τόνισε ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων Werner Hoyer.
«Ξεκλείδωμα» τοπικών επενδύσεων για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας
Η νέα συμφωνία θα ωφελήσει άμεσα τις τοπικές κοινότητες οι οποίες πλήττονται περισσότερο από τον σταδιακό τερματισμό εξόρυξης λιγνίτη και άνθρακα που χρησιμοποιούνται ευρέως για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και τη βαριά βιομηχανία στην περιοχή αυτή.
Σύμφωνα με την ελληνική κυβέρνηση, η Δυτική Μακεδονία και η Μεγαλόπολη της Πελοποννήσου είναι οι περιοχές που επηρεάζονται περισσότερο από την ενεργειακή μετάβαση και βρίσκονται αντιμέτωπες με μεγάλο κοινωνικό και οικονομικό κόστος.
Η λειτουργία του Μηχανισμού Δίκαιης Μετάβασης, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Νοέμβριο του 2020, έχει ήδη ξεκινήσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η πρώτη χρηματοδότηση για τοπικά έργα αναμένεται να εγκριθεί για το 2021 και το 2022.
Διασφάλιση ότι η Ελλάδα επωφελείται από τον πανευρωπαϊκό Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης
Ο Μηχανισμός Δίκαιης Μετάβασης θα στηρίξει τις δημόσιες επενδύσεις σε «περιοχές έντασης άνθρακα» στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ θα υποστηρίξει επίσης τη μετάβαση προς μια κλιματικά ουδέτερη οικονομία. Ο συνολικός ευρωπαϊκός μηχανισμός θα περιλαμβάνει δάνεια έως 10 δισ. ευρώ από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και 1,5 δισ. ευρώ σε μορφή επιχορηγήσεων από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, για την ενεργοποίηση νέων επενδύσεων ύψους μεταξύ 25 και 30 δισ. ευρώ.
Τα έργα που θα υποστηριχθούν από τον Μηχανισμό Δίκαιης Μετάβασης περιλαμβάνουν υποδομές στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών, σε δίκτυα τηλεθέρμανσης, δημόσιες μεταφορές, μέτρα ενεργειακής απόδοσης, κοινωνικές υποδομές και άλλα έργα που μπορούν να ωφελήσουν άμεσα τις τοπικές κοινότητες στις περιοχές που πλήττονται, με την αντιστάθμιση του κοινωνικού και οικονομικού κόστους της μετάβασης προς μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη έως το 2050.
Η υποστήριξη της ενεργειακής μετάβασης αποτελεί βασική στόχευση της επίσκεψης ανώτατων στελεχών της ΕΤΕπ
Η νέα συμφωνία υπογράφηκε κατά τη διάρκεια τριήμερης επίσκεψης εργασίας στην Ελλάδα από τον Werner Hoyer, Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, τον Christian Kettel Thomsen Αντιπρόεδρο της ΕΤΕπ, υπεύθυνο για την Ελλάδα, και τον Alain Godard, Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων.
Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ανήκει απευθείας στα 27 κράτη-μέλη της ΕΕ. Το 2020, ο Όμιλος ΕΤΕπ παρείχε νέα υποστήριξη ύψους 2,8 δισ. ευρώ για ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις υψηλού αντικτύπου στην Ελλάδα, η οποία αντιστοιχεί στη δεύτερη μεγαλύτερη κατά κεφαλή συμμετοχή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η εντατική συνεργασία σε δράσεις για το κλίμα μεταξύ της ΕΤΕπ και της ελληνικής κυβέρνησης εκτείνεται σε πολλούς τομείς και καλύπτει διάφορες καινοτόμες τεχνολογίες, μεταξύ τους την ανάπτυξη των υποδομών της χώρας που θα επιτρέψουν την αυξημένη χρήση ιδιωτικών ηλεκτρικών οχημάτων στην Ελλάδα, την απαλλαγή από τον άνθρακα των νησιών, η οποία είναι καθοριστική για την προώθηση του τοπικού βιώσιμου τουρισμού, την αντικατάσταση του στόλου λεωφορείων στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη με λεωφορεία μηδενικών εκπομπών και την ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας της Ελλάδας.