Μπορεί να ζούμε σε περίεργους καιρούς, ωστόσο αποδεικνύεται ότι μπορούμε να αισιοδοξούμε χάρη στο ταλέντο των Ελλήνων καλλιτεχνών και την αναγνώρισή του με την πάροδο του χρόνου.
Θετικά μόνο μπορούν να χαρακτηριστούν τα μηνύματα για την ελληνική αγορά τέχνης, όπως προκύπτουν από τα αποτελέσματα της πρόσφατης δημοπρασίας Νεοελληνικής Ζωγραφικής και Φιλελληνικών Αντικειμένων, που πραγματοποίησε η Vergos Auctions.
Αναλυτικά, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του οίκου δημοπρασιών «Βέργος», στην ιστορικά υψηλότερη τιμή για την ελληνική αγορά τέχνης (370.680 ευρώ) και ανάμεσα στις πέντε υψηλότερες σε παγκόσμιο επίπεδο κατοχυρώθηκε το έργο «Η Αποθέωση της Ομορφιάς», του 1940, του δημιουργού Κωνσταντίνου Παρθένη, το οποίο προοριζόταν αρχικά για τη διακόσμηση αίθουσας του δημαρχείου της Αθήνας.
Το έντονο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για το μοντέρνο «Λευκό εικονοστάσιο» του Στήβεν Αντωνάκου είχε ως αποτέλεσμα ακόμη μία πρωτιά για τον μεγαλύτερο αμιγώς ελληνικό οίκο δημοπρασιών. Το έργο πωλήθηκε στην υψηλότερη τιμή που έχει επιτευχθεί για τον καλλιτέχνη στην πορεία του μέχρι σήμερα, αγγίζοντας τα 28.274 ευρώ (αρχική τιμή εκτίμησης 10.000-15.000 ευρώ).
Αρκετά ακόμη έργα ξεπέρασαν τις αρχικές τιμές εκτίμησης στην ενότητα της Νεοελληνικής Ζωγραφικής, με το σύνολο των πωληθέντων λαχνών της κατηγορίας να ανέρχεται στο 75%. Ξεχωρίζουν η «Σύνθεση» του Γιάννη Γαΐτη, έργο το οποίο κατοχυρώθηκε στο ποσό των 25.704 ευρώ, τιμή υπερτριπλάσια της αρχικής (6.000-8.000 ευρώ) και το έργο «Infinity Fields» από τη σειρά της Λευκάδας του Θεόδωρου Στάμου. το οποίο πωλήθηκε 28.274 ευρώ, με αρχική τιμή εκτίμησης 12.000-16.000 ευρώ.
Τέλος, στην κατηγορία Ιστορικών και Φιλελληνικών Αντικειμένων, το έργο Nicolacki Mitropoulos arborant l’étendart de la Croix à Sâlona, le jour de Pâques 1821 του Louis Dupre αποτέλεσε, επίσης, πόλο έλξης για τους συμμετέχοντες στη δημοπρασία, με την τελική τιμή να φθάνει τις 9.786 ευρώ ενώ η αρχική εκτίμησης κυμάνθηκε από 1.000 έως 1.500 ευρώ.
Λίγα λόγια για τον Κωνσταντίνο Παρθένη
Ο Κωνσταντίνος Παρθένης ήταν διακεκριμένος Έλληνας ζωγράφος, που με το έργο του έφερε σημαντική αλλαγή στα εικαστικά δρώμενα της Ελλάδας στις αρχές του 20ού αιώνα.
Αν και θεωρείται από τους θεμελιωτές της ελληνικής ζωγραφικής του 20ού αιώνα, έγινε δεκτός από τους λίγους, ενώ κάποιοι συνάδελφοί του και ακαδημαϊκοί της εποχής τον πολέμησαν και τον υπέσκαψαν με κάθε τρόπο. Αρχικά, οι σπουδές του στη Βιέννη και η μουσική του παιδεία τον έφεραν κοντά στον γερμανικό συμβολισμό και στον πρώιμο γερμανικό εξπρεσιονισμό ενώ οι κριτικοί τέχνης τον κατέταξαν ως νεωτεριστή, μοντερνιστή και «σεσεσιονιστή» (από το «Sezession» που σημαίνει «απόσχιση»).
Αργότερα, η επαφή του με τον μεταϊμπρεσιονισμό στο Παρίσι και η βαθιά γνώση της βυζαντινής αγιογραφίας τον ώθησαν προς την διαμόρφωση ενός τελείως προσωπικού ύφους, όπου μέσα σε λαμπερά και εξαϋλωμένα χρώματα παρουσιάζεται μια εξιδανικευμένη Ελλάδα. Στα έργα του, τα οποία διαπνέονται από ιδεαλισμό και αρμονία, κυριαρχούν οι φιγούρες και τα τοπία, ενώ το σχέδιο και το χρώμα συμπλέουν, απαλλαγμένα από το βάρος της ύλης, αποτυπώνοντας μία σχέση καθαρά ψυχική.