Ο ήπιος φετινός χειμώνας απαλύνει τις συνέπειες της ενεργειακής κρίσης. Τί γίνεται όμως του χρόνου; Η Κομισιόν παρουσιάζει πρώτες προτάσεις για την ενεργειακή θωράκιση της ΕΕ.
«Πέρσι ήταν μία δύσκολη χρονιά, επρόκειτο για την επιβίωσή μας», αναφέρει η Επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον. Αλλά ο απολογισμός κρίνεται θετικός και σήμερα η Ευρώπη είναι λιγότερο ευάλωτη. «Οι νέες υποδομές 41 γκιγκαβάτ ηλιακής ενέργειας και ένας αντίστοιχος αριθμός αιολικής ενέργειας που εγκαταστήσαμε μέσα στο 2022, μας επέτρεψαν να εξοικονομήσουμε 11 δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, αλλά φέτος οι επιδόσεις μας θα πρέπει να είναι ακόμη καλύτερες» τονίζει η Επίτροπος. Παράλληλα, εκθειάζει το ότι «τα κράτη-μέλη προχώρησαν σε εξοικονόμηση ενέργειας κατά 19%, ενώ αρχικός στόχος μας ήταν το 15%», ενώ κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον αγωγό Ελλάδας-Βουλγαρίας, ο οποίος «μας βοήθησε να διοχετεύσουμε αζέρικο φυσικό αέριο, λόγω ακριβώς των απωλειών που είχαμε από τη Ρωσία».
Από όσα ακούστηκαν στο Στρασβούργο, προκύπτουν οι εξής προτεραιότητες: Μέχρι τον Νοέμβριο οι αποθήκες φυσικού αερίου θα πρέπει να είναι πάλι γεμάτες κατά 90%. Σημαντικές συμφωνίες για υποκατάσταση των ρωσικών εισαγωγών φυσικού αερίου είναι εκείνες που έχουν υπογραφεί με το Ισραήλ και με την Αίγυπτο. Εντός της εβδομάδας αναμένονται ανακοινώσεις για την κοινή αγορά φυσικού αερίου από τα κράτη-μέλη. Ωστόσο, ύψιστη προτεραιότητα παραμένει η ενίσχυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πρέπει επίσης να αξιοποιηθεί το βιομεθάνιο και το δυναμικό των αντλιών θερμότητας (heat pumps). Η Κομισιόν ετοιμάζει τρεις νέες παρεμβάσεις-μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να αποσυνδεθεί η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος από εκείνη του φυσικού αερίου και να προστατευθεί καλύτερα ο καταναλωτής
«Προβλεψιμότητα» για όλους τους ενδιαφερόμενους
Σύμφωνα με την Επίτροπο Σίμσον, ένα από τα προβλήματα που παρουσιάστηκαν τον περασμένο χειμώνα ήταν ότι «αν και η ηλιακή και αιολική ενέργεια προσέφεραν περισσότερη ενέργεια από τον άνθρακα στο συνολικό μείγμα, αυτό δεν έγινε αισθητό σε επίπεδο τιμών για τον καταναλωτή. Αυτό το πρόβλημα θέλουμε να το λύσουμε, προάγοντας τις μακροχρόνιες συμβάσεις. Πρέπει να προσφέρονται κίνητρα για όσους αναλαμβάνουν έργα», διότι οι επενδυτές, «εάν γνωρίζουν ότι έχουν συμφωνημένες τιμές για τα επόμενα 5-10 χρόνια, τότε θα προσφέρουν και εκείνοι καλύτερες τιμές στον τελικό καταναλωτή».
Προβλεψιμότητα άλλου είδους αναζητεί ο καταναλωτής. Κατά τεκμήριο θέλει μία σύμβαση ηλεκτρικής ενέργειας «σταθερής τιμής», ώστε να προστατεύεται από τις αυξομειώσεις τιμών στις αγορές. Η Κομισιόν θέλει να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση. Σε άλλες περιπτώσεις ωστόσο, αναφέρει η Επίτροπος Σίμσον, ο καταναλωτής καλό είναι να επιλέγει «διαφορετικά συστήματα τιμολόγησης, διαφορετικές συμβάσεις», εάν ο ίδιος κρίνει ότι επωφελείται από το ευμετάβλητο των τιμών, για παράδειγμα στην επαναφόρτιση ηλεκτρικών οχημάτων.
Στο ίδιο μήκος κύματος η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μιλώντας στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP) στο περιθώριο της συνόδου του Ευρωκοινοβουλίου, κάνει λόγο για σημαντικές μεταρρυθμίσεις που «θα μειώνουν δραστικά την επίδραση της τιμής του φυσικού αερίου σε εκείνη του ηλεκτρικού ρεύματος», ώστε ο καταναλωτής «να επωφεληθεί από τις φθηνότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας». Μάλιστα εκφράζει την αισιοδοξία της ότι θα υπάρξει σχετική απόφαση πριν από τις ευρωεκλογές του 2024.
Αίνιγμα το πράσινο υδρογόνο
Μία νέα μεταβλητή στη δύσκολη εξίσωση του ιδανικού ενεργειακού μείγματος είναι το πράσινο υδρογόνο. Σε ερώτησή της η ευρωβουλευτής της Ν.Δ. Μαρία Σπυράκη έθεσε το ζήτημα του απαραίτητου ρυθμιστικού πλαισίου που εκκρεμεί ακόμη, με την Επίτροπο Ενέργειας να απαντά ότι «είναι ένας από τους τρόπους για να αντικαταστήσουμε το φυσικό αέριο» και να παραπέμπει στις δύο κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εξέδωσε η Κομισιόν τον Φεβρουάριο, βάσει οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Με αυτές, σε ένα πρώτο βήμα, ορίζεται τι ακριβώς σημαίνει «ανανεώσιμο υδρογόνο». Πολλά επιμέρους ζητήματα παραμένουν ακόμη υπό διερεύνηση. Η Επίτροπος ξεκαθαρίζει ότι «δεν μπορούμε να ικανοποιήσουμε όλες τις πλευρές», αλλά θεωρεί ότι δημιουργείται πλέον «ασφάλεια και προβλεψιμότητα» για τη βιομηχανία.
Πηγή: DW