του Δημήτρη Τζάνα, Συμβούλου Διοίκησης, Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ
Η κρίση των πυραύλων της Κούβας ήταν μια αντιπαράθεση διάρκειας 13 ημερών, που έγινε τον Οκτώβριο του 1962 μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, λόγω των σοβιετικών βαλλιστικών πυραύλων που αναπτύχθηκαν στην Κούβα. Η ιστορική της σημασία έγκειται στο γεγονός πως έφερε τις δύο υπερδυνάμεις της εποχής πολύ κοντά σε έναν πυρηνικό πόλεμο.
Με την παρέμβαση του τότε ΓΓ του ΟΗΕ, Ου Θαντ, στον Τζον Κένεντι και στον Νικίτα Χρουστσόφ, στις 28 Οκτωβρίου, ανακοινώθηκε ότι η εγκατάσταση των πυραύλων στην Κούβα θα σταματούσε, ενώ οι ήδη εγκατεστημένοι πύραυλοι θα επέστρεφαν στη Σοβιετική Ένωση. Σε αντάλλαγμα, ο Κένεντι δεσμεύτηκε πως οι ΗΠΑ δεν θα εισέβαλλαν στην Κούβα, ενώ παράλληλα αποδέχθηκε μυστικά την απομάκρυνση των αμερικανικών πυραύλων που βρίσκονταν σε τουρκικό έδαφος.
Τηρουμένων των αναλογιών, η κατάσταση στη Μ. Ανατολή συνιστά μια ασύμμετρη απειλή, που είναι πιθανό να αποσταθεροποιήσει όλη την περιοχή, σε συνέχεια των συνεπειών μιας χερσαίας εισβολής στη Γάζα, με ανυπολόγιστες ανθρώπινες απώλειες, ιδιαίτερα αμάχων, και το ξεδίπλωμα μιας νέας ενεργειακής κρίσης, καθώς ο ενεργειακός μετασχηματισμός του πλανήτη αργεί ακόμη. Και είναι σε όλους γνωστές οι επιπτώσεις στην τιμή του πετρελαίου όποτε ξεσπάει πόλεμος στη Μέση Ανατολή: τετραπλασιασμός μετά τον πόλεμο του 1973, +240% μετά την κρίση του Περσικού Κόλπου το 1990 και +45% στον πόλεμο στο Ιράκ το 2003.
Οι ΗΠΑ αντιλαμβάνονται τα παραπάνω, με τον πρόεδρο Μπάιντεν να ετοιμάζεται να επισκεφτεί το Ισραήλ σε αναζήτηση λύσεων που να μην περιλαμβάνουν την κλιμάκωση των εχθροπραξιών, αφού οι δυσμενείς παρενέργειες στην οικονομία θα βλάψουν, μεταξύ άλλων, την υποψηφιότητά του στις προεδρικές εκλογές του επόμενου έτους. Στο σενάριο της επιτυχούς έκβασης των ειρηνευτικών πρωτοβουλιών τόσο του Αμερικανού προέδρου όσο και άλλων, τα αρνητικά σενάρια για τις αγορές θα απομακρυνθούν.
Επί του παρόντος, οι αγορές, ως «από μηχανής θεός», διευκολύνουν με τον τρόπο τους την αντιμετώπιση των δυσχερειών: επαναφέρουν τα αμερικανικά ομόλογα αλλά και τους άλλους κρατικούς τίτλους στις επενδυτικές επιλογές τους, βοηθώντας στη σταθεροποίηση των αποδόσεων, καθώς θεωρούν ότι συνιστούν «ασφαλή καταφύγια». Διευκολύνονται έτσι οι Κεντρικές Τράπεζες σε πιο ευέλικτες πολιτικές σε σχέση με την αμετακίνητη προσήλωσή τους στην ανάγκη για υποχώρηση του πληθωρισμού στην περιοχή του 2%.
Σε κάθε περίπτωση, οι αγορές προσπέρασαν τις εφησυχαστικές δηλώσεις της Τζάνετ Γέλεν από τη Σύνοδο του ΔΝΤ στο Μαρακές και «άκουσαν» τον Τζέιμι Ντίμον της JP Morgan, που θεωρεί ότι βιώνουμε την πιο επικίνδυνη περίοδο εδώ και δεκαετίες. Δικαιολογημένα, αφού η τριμηνιαία κερδοφορία ύψους 13,2 δισ. δολ. της τράπεζάς του σημαίνει ότι έχει πολλά να χάσει αν η κρίση στη Μέση Ανατολή μεταδώσει την οικονομική κρίση στις ΗΠΑ και στον πλανήτη…
Με τα παραπάνω δεδομένα, οι αγορές διατηρούν μια αξιοθαύμαστη ψυχραιμία. Το ελληνικό χρηματιστήριο πέτυχε να καταγράψει μια ανοδική εβδομάδα μετά από 6 συνεχόμενες πτωτικές και με τις 1.111 μονάδες του Γενικού Δείκτη να αποδεικνύονται ισχυρή στήριξη, χωρίς ωστόσο να πετύχει την επάνοδο και πάνω από τις 1.200 μονάδες στη συνέχεια.
Μετά την αναβάθμιση από την Standard & Poor’s (20 Οκτωβρίου), θα χρειαστεί και εκείνη από την Fitch την 1η Δεκεμβρίου, δύο δηλαδή από τους μεγάλους επενδυτικούς οίκους, ώστε τα ελληνικά ομόλογα να περιληφθούν στους δείκτες Bloombeg Barclays κ.ά., για να προσβλέπουμε σε τοποθετήσεις από ξένους θεσμικούς επενδυτές.
Το ελληνικό αφήγημα, πάντως, συνεχίζει να έχει ελκυστικά στοιχεία, με το πρωτογενές πλεόνασμα να σημειώνει επίδοση-ρεκόρ 6 δισ. ευρώ στο εννεάμηνο και να διαμορφώνεται στο 1,1% του ΑΕΠ στο τέλος του έτους, σε συνέχεια των δαπανών που θα διενεργηθούν στο τελευταίο τρίμηνο για αποζημιώσεις από τις καταστροφές.
Την ίδια ώρα, συνεχίζονται οι αναβαθμίσεις των τιμών των τραπεζικών μετοχών, καθώς εκτιμάται ότι δεν θα διαταραχθεί η αυξημένη κερδοφορία στο δεύτερο εξάμηνο, λόγω κυρίως του υψηλού επιτοκιακού περιθωρίου, που συνεχίζει να καταγράφεται.
Από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ