Αύξηση κατά 1 δισ. ευρώ ή 3,3% (από 29,8 δισ. ευρώ σε 30,8 δισ. ευρώ) σημείωσε το β’ τρίμηνο εφέτος σε σύγκριση με το β’ τρίμηνο πέρυσι, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά. Παράλληλα, η τελική καταναλωτική δαπάνη τους αυξήθηκε κατά 200 εκατ. ευρώ ή 0,6% (από 31,7 δισ. ευρώ σε 31,9 δισ. ευρώ). Ενώ βελτιώθηκε και το ποσοστό αποταμίευσης, που ορίζεται ως η ακαθάριστη αποταμίευση προς το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα, σε -3,5% από -6,2% το β’ τρίμηνο του 2017.
Αυτά προκύπτουν από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων, σύμφωνα επίσης με τα οποία:
Οι ιδιωτικές επενδύσεις (ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου του τομέα των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών), ανήλθαν στο ποσό των 2,7 δισ. ευρώ. Ενώ, το ποσοστό των επενδύσεων του τομέα που ορίζεται ως οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, ήταν 18,4% έναντι 22,9% το πέρυσι.
Ο τομέας της Γενικής Κυβέρνησης παρουσίασε καθαρή λήψη δανείων 0,2 δισ. ευρώ, ενώ το δεύτερο τρίμηνο του 2017 η καθαρή χορήγηση δανείων ήταν 0,1 δισ. ευρώ.
Στο εξωτερικό ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών καταγράφηκε πλεόνασμα 0,2 δισ. ευρώ, έναντι ελλείμματος 0,3 δισ. ευρώ το β’ τρίμηνο του 2017. Επιπρόσθετα, στο εξωτερικό ισοζύγιο πρωτογενών εισοδημάτων, τρεχουσών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων καταγράφηκε έλλειμμα 0,4 δισ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 0,2 δισ. ευρώ το β’ τρίμηνο πέρυσι. Ως αποτέλεσμα, η συνολική οικονομία παρουσίασε καθαρή λήψη δανείων 0,2 δισ. ευρώ, ενώ το β’ τρίμηνο πέρυσι η καθαρή λήψη δανείων ανέρχονταν σε 0,1 δισ. ευρώ.