Το σχέδιο «Ενοίκιο Έναντι Δόσης» του Υπουργείου Οικονομικών είναι ακόμα μία πρωτοβουλία με στόχο τη συνολική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και την προστασία της πρώτης κατοικίας και των οικονομικά ευάλωτων νοικοκυριών που αδυνατούν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, για τις οποίες έχουν ως εξασφάλιση την πρώτη κατοικία.
«Χαιρετίζουμε το σχέδιο το οποίο αποτελεί μια ευνοϊκή διευθέτηση εξασφαλίζοντας στέγαση σε ευάλωτα νοικοκυριά. Καλούμε όσους έχουν δάνεια με την Ελληνική Τράπεζα που πληρούν τα κριτήρια ή θέλουν να επιβεβαιώσουν κατά πόσο μπορούν να επωφεληθούν από το σχέδιο, να επικοινωνήσουν το συντομότερο με την ΚΕΔΙΠΕΣ για περισσότερες πληροφορίες και για να υποβάλλουν τη σχετική αίτηση», τονίζει ο μεταβατικός Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής της Ελληνικής Τράπεζας Αντώνης Ρούβας.
Σύμφωνα με το σχέδιο, η Κύρια Κατοικία θα μεταβιβάζεται στην ΚΕΔΙΠΕΣ, με την ταυτόχρονη εξόφληση του δάνειου το οποίο εξασφαλίζεται από την Κύρια Κατοικία και οι δανειολήπτες θα διατηρούν την χρήση της Κύριας Κατοικίας τους. Επί της ουσίας, οι δικαιούχοι δανειολήπτες που θα επιλέξουν να ενταχθούν στο σχέδιο θα μπορούν να παραμείνουν στην κύρια τους κατοικία, αλλά το καθεστώς τους θα μετατραπεί από ιδιοκτήτη σε «ενοικιαστή», διατηρώντας το δικαίωμα επαναγοράς της κατοικίας με την πάροδο πέντε ετών σε τιμή η οποία θα αναγράφεται στην Συμφωνία ενοικίασης και θα γνωστοποιείται στον δανειολήπτη.
Δικαιούχοι για ένταξη στο σχέδιο «Ενοίκιο Έναντι Δόσης» είναι οι εξής κατηγορίες δανειοληπτών:
(α) Λήπτες κοινωνικών παροχών (σ.σ. οι λήπτες του ΕΕΕ, οι μονογονιοί, οι πολύτεκνοι, οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι λήπτες σύνταξης ανικανότητας και τα άτομα με αναπηρία), οι οποίοι είχαν μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις 31/12/2021, και τα οποία παρέμειναν μη εξυπηρετούμενα στις 31/12/2022, με εξασφάλιση την κύρια κατοικία αγοραίας αξίας μέχρι €250.000,
(β) Όλοι οι αιτητές στα σχέδια «Εστία» και «Οικία», οι οποίοι αξιολογήθηκαν ως επιλέξιμοι, αλλά μη βιώσιμοι με αγοραία αξία κύριας κατοικίας μέχρι €350.000.
(γ) Όλοι οι αιτητές στα σχέδια «Εστία» και «Οικία», οι οποίοι εγκρίθηκαν για ένταξη στα σχέδια αυτά και στη συνέχεια η ένταξή τους τερματίστηκε.