Η νέα μελέτη που δημοσιεύει σήμερα το δίκτυο EPICENTER σε συνεργασία με τρεις οργανισμούς μέλη του, μεταξύ των οποίων το ΚΕΦίΜ, το Fundacion Civismo, και το Istituto Bruno Leoni, εξετάζει την κοινοβουλευτική συμπεριφορά των κομμάτων των εθνικών κοινοβουλίων της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιταλίας ως προς την κύρωση των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου.
Η πολιτική του διεθνούς εμπορίου αποτελεί αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία διαπραγματεύεται και συνάπτει τις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου (FTAs). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψηφίζει για την κύρωση των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου, ενώ ορισμένες συμφωνίες, απαιτούν τη μετέπειτα κύρωση από τα ίδια τα κράτη-μέλη μέσω ψηφοφορίας και κύρωσης από τα εθνικά κοινοβούλια.
Τα βασικά πορίσματα της μελέτης:
- Από τις 13 συμφωνίες που έχουν έρθει προς κύρωση ανάμεσα στο 2012 και στο 2019, η ελληνική Βουλή έχει κυρώσει μόνο τις 4, όλες στη διάρκεια της ίδιας κοινοβουλευτικής περιόδου από τον Σεπτέμβριο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2019.
- Η μελέτη εντοπίζει μία τάση υποστήριξης των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου από τα κυβερνητικά κόμματα, ενώ για τα κόμματα της αντιπολίτευσης παρατηρείται μία ενιαία αντιπολιτευτική στάση, ανεξαρτήτως του πολιτικού τους προσανατολισμού. Η τάση αυτή παρατηρείται και στις τρεις χώρες που εξετάζει η μελέτη (Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία).
- Τα κύρια πιθανά αίτια για την αντίθεση των πολιτικών κομμάτων στις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου κατά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο φαίνεται πως είναι οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και η προστασία των εγχώριων επιχειρήσεων από τον διεθνή ανταγωνισμό.
- Τα κόμματα και στις τρεις χώρες που εξετάζει η μελέτη εκμεταλλεύονται τις λαϊκιστικές ανησυχίες σε σχέση με την εργασία και το περιβάλλον και είναι ευάλωτα σε πιέσεις ομάδων συμφερόντων.
Σχολιάζοντας τα πορίσματα της μελέτης ο Πρόεδρος του ΚΕΦίΜ, Αλέξανδρος Σκούρας δήλωσε:
- “Οι ευεργετικές επιδράσεις του ελεύθερου εμπορίου στην ευημερία των πολιτών και την οικονομική ανάπτυξη των χωρών που το υιοθετούν θεωρούνται κοινός τόπος στη διεθνή κοινότητα. Η χώρα μας, στο πλαίσιο της προσπάθειας για δυναμική επάνοδο της οικονομίας μετά από μία δεκαετή κρίση και τις συνέπειες της πανδημίας, μπορεί και οφείλει να γίνει πρωτοπόρος στην κύρωση των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου δείχνοντας τον δρόμο και στην υπόλοιπη Ευρώπη.”
Από την πλευρά του ο Κωνσταντίνος Σαραβάκος, Συντονιστής Ερευνητικών Προγραμμάτων του ΚΕΦίΜ και συγγραφέας του κεφαλαίου της μελέτης για την Ελλάδα συμπλήρωσε ότι
“παρά τα όποια βραχυπρόθεσμα μειονεκτήματα στην αγορά εργασίας και την εγχώρια παραγωγή, μακροπρόθεσμα το ελεύθερο εμπόριο προσφέρει περισσότερες επιλογές στους πολίτες της ΕΕ και αυξάνει συνολικά τον πλούτο των κρατών μελών και την ευημερία των πολιτών. Με την περαιτέρω απελευθέρωση του εμπορίου οι πολίτες μπορούν να δουν τις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών να μειώνονται, καθιστώντας τα πιο προσιτά, ιδιαίτερα σε άτομα με χαμηλότερα εισοδήματα, ενώ ταυτόχρονα οικονομικοί πόροι από μη παραγωγικές δραστηριότητες στρέφονται σε περισσότερο παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας.”