Περιθώρια ανόδου από 12%-30% έχουν οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών που αποτελούν ελκυστικό στοίχημα, με μοχλό την ανάπτυξη και τη σημαντική αύξηση νέων δανείων, σύμφωνα με τη Morgan Stanley, η οποία έδωσε νέες τιμές στόχους για τις Eurobank, Πειραιώς και Alpha Bank.
Ειδικότερα, την Eurobank δίνει τιμή-στόχο στο 1,07 ευρώ και σύσταση για ενίσχυση θέσεων “overweight” αναφέροντας ως προτιμώμενη επιλογή, για την Alpha Bank δίνει τιμή-στόχo το 1,40 ευρώ και σύσταση “equalweight” και για την Πειραιώς δίνει τιμή-στόχο το 1,52 ευρώ και σύσταση equalweight.
Η Morgan Stanley εκτιμά ότι οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται κοντά σε ένα σημαντικό ορόσημο, μετά από μία δεκαετία απομόχλευσης κεφαλαίων, καθώς τώρα το Ταμείο Ανάκαμψης αναμένεται να οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της χορήγησης δανείων.
Έτσι βρίσκει ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι ένα ελκυστικό στοίχημα ανάκαμψης το οποίο έρχεται ωστόσο με κινδύνους εκτέλεσης, οι οποίοι αντανακλώνται και στις εκτιμώμενες αποτιμήσεις κάτω των λογιστικών αξιών (0,3-0,5x για τους δείκτες P/BV) το 2022.
Σύμφωνα με τον αμερικανικό οίκο, η Ελλάδα αποτελεί από τους μεγάλους δικαιούχους του Ταμείου Ανάκαμψης από όπου θα λάβει 31 δις ευρώ έως το 2026. Αυτό σηματοδοτεί μία πιθανή καμπή για την αύξηση των χορηγήσεων στη χώρα και εκτιμά ότι θα κινηθούν με ετήσιο ρυθμό της τάξης του 5,5% (εξυπηρετούμενα δάνεια) το διάστημα 202-2024, κυρίως λόγω των επιχειρηματικών δανείων. Όπως τονίζει, οι εκτιμήσεις της για 6,5-8,5 δις ευρώ αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων το 2020-2024 είναι συντηρητικές σε σχέση με τους στόχους των τραπεζών (στα 10 δις ευρώ περίπου), καθώς αναμένει απτά στοιχεία εκτέλεσης στα επόμενα τρίμηνα, ωστόσο υποδηλώνει ότι υπάρχει ισχυρή δυνατότητα ανοδικής έκπληξης.
Η M.S πάντως επισημαίνει πως τα καθαρά έσοδα από τόκους (ΝΙΙ) θα παραμείνουν υπό πίεση. Στο πρώτο εξάμηνο φέτος, περίπου 7%-25% των εσόδων από τόκους για τις ελληνικές τράπεζες οδηγήθηκαν από τα NPEs, κάτι που οφείλεται στις πιέσεις από την «εκκαθάριση» των ισολογισμών.
Αναφέρει ακόμα ότι ενώ σήμερα οι τράπεζες επωφελούνται από τη χρηματοδότηση TLTRO της ΕΚΤ στις -100 μονάδες βάσης, αυτή θα λήξει τον Ιούνιο του 2022, αυξάνοντας πιθανώς το κόστος χρηματοδότησης προς το 2023-2024. Αυτό προβλέπει η Morgan Stanley, ότι σε μέσο όρο τα καθαρά έσοδα από τόκους (ΝΙΙ), θα κινηθούν στο -2%-6% μεταξύ του 2020-2024, καθώς αντισταθμίζονται εν μέρει από την αύξηση των νέων δανείων.
Ωστόσο, η μείωση των λειτουργικών εξόδων και η εξομάλυνση του κόστους κινδύνου θα βοηθήσουν, όπως σημειώνει. Η Morgan Stanley αναμένει ότι οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να εστιάζουν στη μείωση του κόστους. (σε αφορά το προσωπικό, τα υποκαταστήματα, τη μείωση του κόστους εξυπηρέτησης ανοιγμάτων NPE) για να αντισταθμίσουν τις πιέσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους (NII).
Εκτιμά ότι τα λειτουργικά έξοδα δεν θα αυξηθούν και θα μειωθούν με μέσο ετήσιο ρυθμό έως -5% το 2020-2024. Μέχρι το 2024, ο δείκτης NPEs των ελληνικών τραπεζών θα μειωθεί στο 6% κατά μέσο όρο έναντι περίπου 41% το 2019, υποστηριζόμενος από τις τιτλοποιήσεις και την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Αυτό θα οδηγήσει σε ομαλοποίηση του κόστους κινδύνου περίπου στις 65 μονάδες βάσης σε μέσο όρο έως το 2024 έναντι 2%-3% το 2016-2020.
Σε ό,τι αφορά τους κινδύνους, εκτός από το τέλος της στήριξη της ΕΚΤ, η M.S περιλαμβάνει παράλληλα την άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, τα DTCs και τις κρατικές εγγυήσεις που σχετίζονται με το σχέδιο Ηρακλής. Επιπλέον, οι απώλειες από τον καθαρισμό των NPEs μπορεί να καταναλώσουν περισσότερο κεφάλαιο από ότι αναμένεται, ενώ οι στόχοι για την αύξηση δανείων μπορεί να μην επιτευχθούν εάν η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης είναι πιο αδύναμη.