Ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της Ευρωζώνης έχει αυξηθεί από τα χαμηλά επίπεδά του κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους, αλλά παραμένει σε επίπεδο χαμηλότερο από αυτό πριν από την κρίση και θα συνεχίσει να πιέζεται από τη γήρανση του πληθυσμού, σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Η υποτονική ανάπτυξη αποτέλεσε βασικό πρόβλημα για την Ευρώπη την περασμένη δεκαετία και οι δείκτες υποδηλώνουν ότι η εκτίναξή της κατά τα δύο τελευταία χρόνια αρχίζει να ξεθυμαίνει, με τον ρυθμό της να επανέρχεται κάτω από το 2%. Αυτό αποτελεί πηγή ανησυχίας για την ΕΚΤ, η οποία ελπίζει στην ενίσχυση του πληθωρισμού.
Ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης – δηλαδή αυτός που μπορεί να διατηρηθεί χωρίς να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις – μειώθηκε κάτω από το 1% στα δυσκολότερα χρόνια της κρίσης, αλλά τώρα εκτιμάται σε περίπου 1,5%, ανέφερε η ΕΚΤ στο οικονομικό δελτίο της.
«Οι διαθέσιμες εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο δυνητικός ρυθμός ανάπτυξης της Ευρωζώνης αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια, αν και παραμένει χαμηλότερος από ό,τι πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση», σημειώνει η μελέτη, προσθέτοντας:
«Η γήρανση του πληθυσμού αναμένεται να ασκήσει καθοδική πίεση στη δυνητική ανάπτυξη της Ευρωζώνης τις επόμενες δεκαετίες».
Σύμφωνα με τη μελέτη, επί του παρόντος η οικονομία της Ευρωζώνης φαίνεται να λειτουργεί κοντά στο δυνητικό επίπεδό της, καθώς ο ταχύτερος ρυθμός ανάπτυξής της σε σχέση με τον δυνητικό τα τελευταία χρόνια απορρόφησε τη αναξιοποίητη παραγωγική δυναμικότητά της.
«Οι περιορισμοί από την πλευρά της προσφοράς είναι πιθανόν να γίνονται όλο και πιο δεσμευτικοί στο μέλλον, κάτι που θα οδηγούσε σε μία σταδιακή ενίσχυση της αύξησης των μισθών και του δομικού πληθωρισμού», αναφέρει η ΕΚΤ.
Η οικονομία της Ευρωζώνης αναπτύχθηκε με ετήσιο ρυθμό 1,7% στο τρίτο τρίμηνο φέτος, σημειώνοντας μεγάλη επιβράδυνση από τα προηγούμενα τρίμηνα. Η μελέτη της ΕΚΤ υποδηλώνει ότι η όποια νέα μείωση του ρυθμού ανάπτυξης θα τον έφερνε σε επίπεδο χαμηλότερο του δυνητικού ρυθμού.