Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ, στο τέλος Ιουνίου, το ύψος των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων ήταν 88,6 δισ. ευρώ, δηλαδή 47,6% του συνόλου.
Το ποσό ήταν μειωμένο κατά 4,1% σε σχέση με το τέλος Μαρτίου και κατά 6,1% σε σχέση με το τέλος Δεκεμβρίου.
Σε σχέση δε με το Μάρτιο του 2016, μήνα κατά τον οποίο κατεγράφη το ρεκόρ των ΜΕΑ, έχουμε πτώση κατά 17,3% ή 18,6 δισ. ευρώ σε απόλυτα μεγέθη.
Όπως επισημαίνει η ΤτΕ η μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων κατά το β’ τρίμηνο του 2018 οφείλεται κατά κύριο λόγο στις πωλήσεις ύψους σχεδόν 2,0 δισ. ευρώ, οι οποίες αφορούν κυρίως συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν από δύο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα.
Πέραν των πωλήσεων, στη μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων συνέβαλαν επίσης οι διαγραφές (1,6 δισ. ευρώ), οι εισπράξεις (0,6 δισ. ευρώ) και οι ρευστοποιήσεις (0,6 δισ. ευρώ). Στο τελευταίο τρίμηνο παρατηρήθηκε αύξηση στις πωλήσεις, καθώς οι τράπεζες προχωρούν στην ολοκλήρωση συναλλαγών που έχουν ήδη ανακοινώσει, αλλά και στις ρευστοποιήσεις, καθώς οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί παράγουν τα πρώτα αποτελέσματα.
Τα Μη Εξυπηρετούμενων Ανοίγματα μειώθηκαν κυρίως στα επιχειρηματικά χαρτοφυλάκια, ενώ το 30% του στεγαστικού χαρτοφυλακίου τελεί υπό καθεστώς νομικής προστασίας.
Περισσότεροι από εννέα χιλιάδες, κατά βάση ‘‘κόκκινοι’’ δανειολήπτες, έχουν προσφύγει για την αναζήτηση ενημέρωσης και υποστηρικτικών υπηρεσιών από το πανελλαδικό πλέον δίκτυο των Κέντρων και Γραφείων Ενημέρωσης και Υποστήριξης Δανειοληπτών (ΚΕΥΔ-ΓΕΥΔ) που έχει συστήσει η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ).