Παράταση λειτουργίας για έναν χρόνο ακόμη, με αύξηση του ορίου αυτοματοποιημένης ρύθμισης στα 300.000 ευρώ και διευκολύνσεις για την ένταξη ρύθμισης οφειλών προβλέπει ο εξωδικαστικός μηχανισμός.
Η νομοθετική ρύθμιση προβλέπει την αύξηση στις 300.000 ευρώ, από 50.000 ευρώ που ισχύει σήμερα, για το ανώτατο όριο του ποσού, το οποίο δεν πρέπει να ξεπερνούν οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές προκειμένου με ΚΥΑ να υιοθετηθεί μια απλοποιημένη διαδικασία ρύθμισης των οφειλών αυτών.
Σύμφωνα με την τροπολογία, παρατείνεται κατά ένα έτος (έως την 31η Δεκεμβρίου 2019 αντί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018 που ισχύει σήμερα) το χρονικό διάστημα εντός του οποίου κάθε οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών.
Επίσης παρέχεται η δυνατότητα στον πιστωτή να εξαιρέσει τις μη επιχειρηματικές οφειλές (π.χ. ύπαρξη στεγαστικού δανείου του επιχειρηματία) που πολλές φορές οδηγούσε τις τράπεζες σε μη συμμετοχή στη διαδικασία, η οποία απέβαινε άκαρπη. Πλέον, δίνεται η δυνατότητα στον πιστωτή να εξαιρέσει αυτήν τη μη επιχειρηματική οφειλή, εφόσον κρίνει ότι η ρύθμισή της δεν είναι απαραίτητη για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του οφειλέτη και να συνεχίσει τη διαδικασία με τις υπόλοιπες επιχειρηματικές οφειλές.
Παράλληλα, απαγορεύεται η επιβολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης (π.χ. κατασχέσεις και πλειστηριασμοί) από πιστωτές μεσούσης της διαδικασίας του εξωδικαστικού μηχανισμού και ενώ είναι ακόμα σε εκκρεμότητα, εξαιτίας της λήψης αλλεπάλληλων παρατάσεων επί των προθεσμιών του νόμου.
Ορίζεται ρητά ότι η ποινική δίωξη για το αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο ή για τα αδικήματα της μη καταβολής ασφαλιστικών εισφορών αναστέλλεται υποχρεωτικά όταν έχει ξεκινήσει η διαδικασία διαπραγμάτευσης. Η ρύθμιση αποσκοπεί στη διασφάλιση ομαλού κλίματος διαπραγμάτευσης, το οποίο θα διακυβευόταν αν παράλληλα με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης εξελισσόταν ποινική διαδικασία σε βάρος του οφειλέτη, αναφορικά με τις προς ρύθμιση οφειλές.
Ταυτόχρονα, απαλλάσσεται ο οφειλέτης από τυχόν ανατροπές της σύμβασης αναδιάρθρωσης από ιδιώτες πιστωτές και συνακόλουθα τον κίνδυνο αναβίωσης των οφειλών του προς το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης όταν έχει ικανοποιήσει πλήρως αυτούς τους πιστωτές.
Σε μεγάλες επιχειρήσεις, ο χαρακτηρισμός ως μικρών πιστωτών ακόμη και αυτών με σημαντικές οφειλές (π.χ. ύψους 1,5 εκατ. ευρώ) που είχε ως αποτέλεσμα να μένουν εκτός ρύθμισης και να επηρεάζουν τη βιωσιμότητα της επιχείρησης. Πλέον, μειώνονται αυτά τα όρια, προς όφελος του αιτούντος οφειλέτη, καθώς θα μπορεί να βάλει στη ρύθμιση και απαιτήσεις άνω των 500.000 ευρώ, προστατεύοντας παράλληλα τις τυχόν απαιτήσεις εργαζομένων και μκροπρομηθευτών από αναδιάρθρωση.