«Η φροντίδα για τον πλανήτη μας είναι η κοινή μας πρόκληση και οι αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελούν πλέον το πλαίσιο για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών και των δράσεων ώστε να διασφαλιστεί ότι θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές «ένα καλύτερο κοινό σπίτι», ανέφερε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων κ. Αθανάσιος Κεφάλας στην παρέμβαση του στο Delphi Forum VII στην ενότητα «Integrating Industry 4.0 and Circular Economy».
O κ. Κεφάλας επισήμανε ότι η υιοθέτηση καλών εξορυκτικών πρακτικών από πολύ νωρίς καθώς και η σταδιακή ενσωμάτωση των αρχών της Βιώσιμης Ανάπτυξης στην στρατηγική ανάπτυξης των επιχειρήσεων του κλάδου οδηγεί σε περισσότερο αποτελεσματική αξιοποίηση των ορυκτών πόρων.
Η εξέλιξη του πολιτισμού μας είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με την αξιοποίηση των ορυκτών πρώτων υλών και δεν είναι τυχαία η ονομασία μεγάλων ιστορικών περιόδων με το υλικό που κυριαρχεί, όπως νεολιθική εποχή, εποχή του χαλκού κλπ.
Το μοντέλο της γραμμικής παραγωγής οδηγεί στη δημιουργία απορριμάτων στις φάσεις της εξόρυξης και κατεργασίας των ορυκτών και με τον τρόπο αυτό τα πλούσια κοιτάσματα εξαντλούνται γρήγορα, δημιουργείται σπανιότητα για αρκετές ορυκτές πρώτες ύλες και δεν αριστοποιείται το περιβαλλοντικό αποτύπωμα του εξορυκτικού κλάδου.
Η υιοθέτηση καλών εξορυκτικών πρακτικών από πολύ νωρίς καθώς και η σταδιακή ενσωμάτωση των αρχών της Βιώσιμης Ανάπτυξης στην στρατηγική ανάπτυξης των επιχειρήσεων του κλάδου οδηγεί σε περισσότερο αποτελεσματική αξιοποίηση των ορυκτών πόρων. Έτσι σταδιακά οδηγούμαστε στην αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από την αναλογική/γραμμική παραγωγή πρώτων υλών, την ελαχιστοποίηση ή και τον μηδενισμό παραγωγής εξορυκτικών αποβλήτων καθώς και στη η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας, τα οποία είναι κρίσιμα ζητούμενα για ένα βιώσιμο υπόδειγμα ανάπτυξης και η εξορυκτική βιομηχανία αποτελεί «παίκτη» αλλά και “enabler” αυτού.
Ας δούμε μερικές από τις δράσεις και τις πρακτικές που εφαρμόζονται στη χώρα μας που καταδεικνύουν την αποτελεσματική εφαρμογή αρχών της κυκλικής οικονομίας σε διάφορα στάδια της εξορυκτικής διαδικασίας:
–Αξιοποίηση προηγμένων υπολογιστικών συστημάτων για την αποτύπωση, την μοντελοποίηση των κοιτασμάτων και τον σχεδιασμό των εκμεταλλεύσεων ώστε να μεγιστοποιείται η απόληψη των διαθεσίμων πόρων και να ελαχιστοποιείται η αναγκαία κάθε φορά έκταση για τις εξορυκτικές δραστηριότητες.
Στην Ελλάδα η εξόρυξη απασχολεί περίπου το 0,017% της έκτασης της, δημιουργώντας πάνω από το 3% του ΑΕΠ, και περίπου 100.000 στρέμματα έχουν ήδη αποκατασταθεί με επαναπρασίνισμα ή και με περισσότερο καινοτόμες μετα-μεταλλευτικές χρήσεις (γεωργική γη σε εξοφλημένα ορυχεία λιγνίτη και μπεντονίτη, αμπέλια σε ορυχεία περλίτη, τεχνητές λίμνες σε λιγνιτωρυχεία και λατομεία αδρανών υλικών κλπ).
–Προηγμένα συστήματα διαχείρισης των διεργασιών κατεργασίας με χρήση προηγμένης τεχνολογίας για την μείωση των αποβλήτων και εφαρμογή συγχρόνων συστημάτων αποκονίωσης που ελέγχουν αποτελεσματικά τις εκπομπές και συλλέγουν σημαντικές ποσότητες ορυκτών που αξιοποιούνται εμπορικά ή ως υλικό επαναπλήρωσης των κενών των εκμεταλλεύσεων. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι 150 μονάδες αποκονίωσης στις εγκαταστάσεις στη Μήλο διασφαλίζουν εμπορική αξιοποίηση του συνόλου του τροφοδοτούμενου μπεντονίτη και συλλογή, εδώ και πέντε χρόνια, μέχρι και 100.000 ΜΤ λεπτόκκοκου περλίτη που μέρος του γίνεται εμπορεύσιμο προϊόν και το υπόλοπο χρησιμοποιείται ως υλικό επαναπλήρωσης των κενών των ορυχείων από τα οποία προήλθαν.
Ανάλογα στη μεταλλουργία του αλουμινίου, η διαχείριση των υπολειμμάτων του βωξίτη στη Βοιωτία με αφύγρανση τους δίνει τη δυνατότητα να αποθηκεύουμε στη ξηρά πολλές εκατοντάδες χιλιάδες τόνους το χρόνο, με προσωρινή χρήση στην αποκατάσταση κενών και με πιθανή δημιουργία «ανθρωπογενών δευτερογενών κοιτασμάτων» σπάνιων γαιών ή υλών βιομηχανικής συμβίωσης.
Στη Χαλκιδική με εγκαταστάσεις σφαιροποίησης της σκόνης λευκολίθου που συλλέγεται στα συστήματα αποκονίωσης, μετατρέπεται σε εμπορεύσιμα προϊόντα ποσότητας περίπου 30.000 τόνων το χρόνο, με εξοικονόμηση πρωτογενούς παραγωγής, μείωση των στείρων καθώς και των εκπομπών CO2 κατά περίπου 3.638 tn το χρόνο.
–Απόληψη χρήσιμων ορυκτών και μετάλλων από παλιές αποθέσεις καταλοίπων με χαμηλές περιεκτικότητες που αποτελούν πλέον δευτερογενή κοιτασμάτων. Τα παραδείγματα εδώ είναι πολλά, με χαρακτηριστικά:
α. την εκμετάλλευση των αρχαίων σκουριών στο σύγχρονο Λαύριο πριν από την εξάντληση στη συνέχεια των φυσικών αποθεμάτων
β. την σταδιακή αξιοποίηση ποσότητας πάνω από 40.000.000 τόνων παλαιών σωρών απορριμάτων λευκολίθου στη Χαλκιδική, με την υιοθέτηση τεχνολογικών καινοτομιών στο παραγωγικό στάδιο του κυρίως εμπλουτισμού που θα μειώσει τα παραγόμενα εξορυκτικά απόβλητα κατά περίπου 1.500.000 τόνους το χρόνο, θα εξοικονομεί 685.000 lt πετρελαίου το χρόνο και τις αντίστοιχες εκπομπές CO2 1.807 τόνους το χρόνο.
γ. την απόληψη 3.260.000 MT παλιών τελμάτων και εξορυκτικών αποβλήτων από άλλη εταιρεία στη Χαλκιδική και με τον τρόπο αυτό την εξυγίανση και αποκατάσταση έκτασης 330 στρεμμάτων.
–Σημαντική πρακτική της κυκλικής οικονομίας είναι η αξιοποίηση των απορριμάτων και των αποβλήτων μία διεργασίας από μία επόμενη στο πλαίσιο της βιομηχανικής συμβίωσης. Οι περιπτώσεις τέτοιας αλυσίδας αξίας είναι αρκετές, σταχυολογούμε όμως τρείς:
α. μάρμαρα: η λατόμευση μαρμάρων έχει κύριο στόχο την παραγωγή ογκομαρμάρων που έχουν συντελεστή απόληψης περίπου 10% και το υπόλοιπο με μορφή μικρών όγκων ή λατυπών ήταν απόρριμα. Ήδη όμως έχουν δημιουργηθεί μονάδες καθετοποίησης για παραγωγή πλακιδίων ή υλικών για τις κατασκευές (πχ κονιάματα) ενώ ποσότητες που ξεπερνούν τις 100.000 τόνους το χρόνο αξιοποιούνται για την παραγωγή ανθρακικού ασβεστίου.
β. βωξίτης: αποτελεί πρώτη ύλη για την παραγωγή τσιμέντου τύπου portland είτε με τη μορφή πρωτογενούς μεταλλεύματος χαμηλής ποιότητας είτε με τη μορφή στερεού καταλοίπου της μεταλλουργίας αλούμινας/αλουμινίου.
γ. περλίτης: στην παραγωγή του αδιόγκωτου περλίτη παράγονται ψιλομερή υλικά που αξιοποιούνται στη παραγωγή ποζολανικού τσιμέντου, στην παραγωγή τσιμεντοειδών προσθέτων και γίνεται Ε&Α για την παραγωγή νέας γενιάς μονωτικών υλικών.
–Ο χαλκός είναι ένα μέταλλο που έχει βαφτίσει μία ολόκληρη περίοδο της ιστορίας του ανθρώπινου γένους και το 70% της παραγωγής του αφορά στην ενέργεια και εφαρμογές αγωγιμότητας. Το 65% της παραγωγής των τελευταίων 100 χρόνων βρίσκεται ακόμα σε χρήση και το ποσοστό ανακύκλωσης του είναι περίπου 32%.
Αυτό σημαίνει πως για να καλυφθεί η ζήτηση απαιτείται η παραγωγή σημαντικών ποσοτήτων πρωτογενούς μετάλλου.
Η φροντίδα για τον πλανήτη μας είναι η κοινή μας πρόκληση και οι αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελούν πλέον το πλαίσιο για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των πολιτικών και των δράσεων ώστε να διασφαλιστεί ότι θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές «ένα καλύτερο κοινό σπίτι».